O αθηναϊκός λαός αποφάσισε τότε, ύστερα από πρόταση του Μιλτιάδη, να αντιμετωπίσει τον εχθρό μακριά από την πόλη. Η σκέψη να αφήσουν να πολιορκηθούν κλεισμένοι στα τείχη της πόλης έπρεπε να αποκλειστεί και για το λόγο ότι η ομάδα των τυραννόφιλων θα γινόταν τότε πολύ πιο επικίνδυνη.
Τους Αθηναίους τους οδήγησαν στο Μαραθώνα δέκα στρατηγοί, εκ των οποίων σπουδαιότερος ήταν ο Μιλτιάδης. Πριν ξεκινήσουν οι Αθηναίοι, έστειλαν στη Σπάρτη τον ημεροδρόμο Φειδιππίδη ζητώντας βοήθεια. Οι Σπαρτιάτες, αποφάσισαν να βοηθήσουν τους Αθηναίους, αλλά όχι αμέσως, γιατί ήταν η ενάτη του μηνός και είπαν ότι δε γινόταν να εκστρατεύσουν πριν γίνει πανσέληνος.
Ήρθαν όμως προς ενίσχυση των Αθηναίων οι οποίοι ήταν παρατεταγμένοι στις υπώρειες του βουνού, που σήμερα ονομάζεται Αγριλίκι, οι Πλαταιείς, οι οποίοι ήρθαν πανστρατιά. Για την αριθμητική ισχύ των αντιπάλων ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει τίποτα.
Οι αριθμοί που παραδίδουν οι μεταγενέστεροι σχετικά με τον περσικό στρατό (200.000-600.000) είναι, όπως συνήθως, όλως διόλου απίθανοι, εφόσον μάλιστα παραβλέπεται εντελώς το γεγονός ότι είχε μεταφερθεί με πλοία και επομένως δεν μπορούσε παρά να ήταν σχετικά μικρός σε αριθμό. Οπωσδήποτε όμως οι Πέρσες είχαν την αριθμητική υπεροχή. Ίσως ήταν 15.000 απέναντι στις 10.000 περίπου των Ελλήνων. Πάντως εξακριβωμένοι αριθμοί είναι αδύνατο να βρεθούν.
Από στρατηγική άποψη η κατάσταση είχε διαμορφωθεί με βάση το ενδεχόμενο ότι θα έρχονταν οι Σπαρτιάτες οπλίτες. Οι Πέρσες επιδίωκαν να κριθεί η μάχη πριν από την άφιξη των Σπαρτιατών, ενώ οι Έλληνες ήθελαν να κερδίσουν χρόνο.
Έτσι εκείνοι που έκαναν την επίθεση ήταν οι Πέρσες και όχι ο Μιλτιάδης (όπως διηγείται ο Ηρόδοτος που περιγράφει τη μάχη επηρεασμένος από τη μεταγενέστερη, αρκετά διαδεδομένη παράδοση, ιδιαίτερα δε από την εικόνα της μάχης του Μαραθώνα ? που είχε αναρτηθεί, γύρω στα 460 π.Χ., στην «Ποικίλη Στοά», - από όπου πήρε αρκετά χαρακτηριστικά στοιχεία).
Οι γνώμες των Αθηναίων στρατηγών τότε διχάστηκαν, και άλλοι μεν δεν ήθελαν να πολεμήσουν, γιατί έλεγαν πως ήταν λίγοι για να συμπλακούν με τον περσικό στρατό, άλλοι δε, μεταξύ των οποίων και ο Μιλτιάδης, ήθελαν τη μάχη.
Επειδή λοιπόν ήταν διηρεμένες οι γνώμες των δέκα στρατηγών και υπήρχε κίνδυνος να επικρατήσει η χειρότερη αυτών, ο Μιλτιάδης έσπευσε να συναντήσει τον Καλλίμαχο τον Αφιδναίο, ο οποίος ήταν πολέμαρχος και προκειμένου περί πολεμικών αποφάσεων, είχε κατά το νόμο ψήφο ισοδύναμη με αυτή των άλλων στρατηγών.
Ο Μιλτιάδης έπεισε και πήρε με το μέρος του τον Καλλίμαχο, με την ψήφο του οποίου αποφασίστηκε να γίνει η μάχη. Έτσι, οι στρατηγοί που ψήφισαν υπέρ της μάχης, καθένας τους, την ημέρα που είχε τη γενική αρχηγία του στρατεύματος, την παραχωρούσε στο Μιλτιάδη, ο οποίος δεχόταν την αρχηγία, αλλά δεν ήθελε να συνάψει μάχη, πριν έρθει η μέρα της δικής του αρχιστρατηγίας.
Όταν λοιπόν η αρχηγία περιήλθε κανονικά σε αυτόν, παρέταξε τους Αθηναίους ως εξής: Της δεξιάς πτέρυγας αρχηγός ήταν ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, σύμφωνα με τον αθηναϊκό νόμο. Κατόπιν, από δεξιά άρχιζαν οι φυλές, η μία δίπλα στην άλλη και τελευταίοι παρατάχθηκαν οι Πλαταιείς, οι οποίοι είχαν την αριστερή πτέρυγα. Η παράταξη αναπτύχθηκε πολύ για να εξισωθεί με τις τάξεις των Περσών, αλλά το κέντρο σχηματιζόταν από λίγες μόνο τάξεις και ήταν το ασθενέστερο τμήμα του στρατού, ενώ και οι δύο πτέρυγες είχαν αρκετό πλήθος και ήταν αρκετά ισχυρές.
Αφού παρατάχθηκαν και οι θυσίες προς τους θεούς ήταν καλές, μόλις δόθηκε η διαταγή, οι Αθηναίοι όρμησαν δρομαίοι εναντίον των βαρβάρων. Το μεταξύ των αντιπάλων στρατών διάστημα δεν ήταν λιγότερο των οκτώ σταδίων (1500 περίπου μέτρων).
Όταν οι Πέρσες έβλεπαν αυτούς να ορμούν, ετοιμάζονταν να δεχθούν την επίθεση και νόμιζαν ότι τους κατέλαβε παραφροσύνη, γιατί, ενώ ήταν τόσο λίγοι, έρχονταν τρέχοντας χωρίς να τους προστατεύει ούτε ιππικό ούτε τοξότες.
Αλλά οι Αθηναίοι, όταν πλησίασαν αθρόοι τους βαρβάρους, άρχισαν τη μάχη με αξιομνημόνευτη ανδρεία. Ήταν οι πρώτοι Έλληνες, οι οποίοι επιτέθηκαν δρομαίοι κατά των εχθρών και πρώτοι επίσης αντίκρυσαν με αταραξία ανθρώπους που φορούσαν την περσική ενδυμασία, ενώ μέχρι τότε και το όνομα μόνο των Περσών προξενούσε φόβο στους Έλληνες.
Η μάχη στο Μαραθώνα διήρκεσε πολύ. Στο μέσο όπου οι ίδιοι οι Πέρσες και οι Σάκες (ανδρείος Σκυθικός λαός, περίφημοι ιππείς και τοξότες) ήταν παρατεταγμένοι, νικούσαν οι βάρβαροι και αφού διέσπασαν τις τάξεις των αντιπάλων, τους κατεδίωκαν στο εσωτερικό. Στα δύο όμως κέρατα, το δεξιό και το αριστερό, νικούσαν οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς, αφού δε άφησαν τους τραπέντες σε φυγή βαρβάρους να φεύγουν, ένωσαν αυτοί τα δύο κέρατα και στράφηκαν κατά εκείνων, οι οποίοι είχαν διασπάσει το μέσο. Η νίκη των Αθηναίων υπήρξε πλήρης. Καταδιώκοντας τους Πέρσες που έφευγαν τους σκότωναν, και, όταν έφτασαν στη θάλασσα, ζητούσαν φωτιά να κάψουν τα πλοία των Περσών. Στη μάχη αυτή πρώτος σκοτώθηκε ο πολέμαρχος Καλλίμαχος ο οποίος πολέμησε με ανδρεία. Από τους στρατηγούς δε, σκοτώθηκε ο Στησίλαος. Επίσης σκοτώθηκε ο Κυναίγειρος, γιος του Ευφορίωνα (αδερφός του τραγικού ποιητή Αισχύλου), κατά τη στιγμή που άρπαξε την πρύμνη ενός πλοίου οπότε και του έκοψαν το χέρι με τσεκούρι. Έπεσαν στη μάχη επίσης και άλλοι Αθηναίοι πολλοί και ονομαστοί.
Έτσι, οι Αθηναίοι κατάφεραν να κυριέψουν επτά πλοία, οι δε βάρβαροι με τα υπόλοιπα απέπλευσαν και αφού παρέλαβαν τους αιχμαλώτους της Ερέτριας από το νησί όπου τους είχαν αφήσει, περιέπλευσαν το Σούνιο με σκοπό να φτάσουν στην πόλη πριν από τους Αθηναίους, αλλά οι Αθηναίοι έτρεξαν όσο γινόταν γρηγορότερα προς βοήθεια της πόλης τους, έφτασαν έτσι πριν από τους βαρβάρους και στρατοπέδευσαν δίπλα απ? το ναό του Ηρακλή στο Κυνοσάργες.
Οι βάρβαροι έφτασαν με το στόλο τους ανοιχτά του Φαλήρου, επίνειο τότε των Αθηνών, και σταθμεύοντας λίγο εκεί απέπλευσαν πίσω στην Ασία. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκαν 6400 βάρβαροι και 192 Αθηναίοι.Λέγεται επίσης, ότι μετά το τέλος της μάχης, οπλίτης, φορώντας την πανοπλία του, έτρεξε στην πόλη να μεταδώσει το ευχάριστο μήνυμα και αμέσως μόλις το έπραξε πέθανε από την κούραση.
Οι Αθηναίοι, τους νεκρούς έθαψαν με τιμές στο πεδίο της μάχης, ενώ στον τάφο αυτών, ο οποίος βρίσκεται στην πεδιάδα, υπήρχαν στήλες που είχαν τα ονόματα καθενός από τους νεκρούς Αθηναίους κατά φυλές. Άλλος επίσης τάφος υπήρχε προς τιμή των Πλαταιέων και των δούλων, επειδή πολέμησαν και δούλοι τότε για πρώτη φορά.
Υπάρχει επίσης εκεί και ιδιαίτερος τάφος του Μιλτιάδη, αν και ο θάνατος αυτού συνέβη αργότερα. Εκεί κατασκευάστηκε δε και τρόπαιο από πέτρα λευκή. Λένε ότι οι Αθηναίοι έθαψαν και τους Πέρσες επειδή «όσιον ανθρώπου νεκρόν γη κρύψαι», αλλά ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος επισκέφτηκε το Μαραθώνα κατά το δεύτερο μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα, λέει ότι δεν μπόρεσε να βρει κανένα τάφο αυτών.
Το μεγάλο πολεμικό κατόρθωμα της νίκης στο Μαραθώνα των Αθηναίων εξύμνησε ο ποιητής Σιμωνίδης με το γνωστό επίγραμμα: «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.» (Πρόμαχοι των Ελλήνων οι Αθηναίοι στο Μαραθώνα, συνέτριψαν την (πολεμικη) δύναμη των χρυσοφορεμένων Μήδων).
Τους Αθηναίους τους οδήγησαν στο Μαραθώνα δέκα στρατηγοί, εκ των οποίων σπουδαιότερος ήταν ο Μιλτιάδης. Πριν ξεκινήσουν οι Αθηναίοι, έστειλαν στη Σπάρτη τον ημεροδρόμο Φειδιππίδη ζητώντας βοήθεια. Οι Σπαρτιάτες, αποφάσισαν να βοηθήσουν τους Αθηναίους, αλλά όχι αμέσως, γιατί ήταν η ενάτη του μηνός και είπαν ότι δε γινόταν να εκστρατεύσουν πριν γίνει πανσέληνος.
Ήρθαν όμως προς ενίσχυση των Αθηναίων οι οποίοι ήταν παρατεταγμένοι στις υπώρειες του βουνού, που σήμερα ονομάζεται Αγριλίκι, οι Πλαταιείς, οι οποίοι ήρθαν πανστρατιά. Για την αριθμητική ισχύ των αντιπάλων ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει τίποτα.
Οι αριθμοί που παραδίδουν οι μεταγενέστεροι σχετικά με τον περσικό στρατό (200.000-600.000) είναι, όπως συνήθως, όλως διόλου απίθανοι, εφόσον μάλιστα παραβλέπεται εντελώς το γεγονός ότι είχε μεταφερθεί με πλοία και επομένως δεν μπορούσε παρά να ήταν σχετικά μικρός σε αριθμό. Οπωσδήποτε όμως οι Πέρσες είχαν την αριθμητική υπεροχή. Ίσως ήταν 15.000 απέναντι στις 10.000 περίπου των Ελλήνων. Πάντως εξακριβωμένοι αριθμοί είναι αδύνατο να βρεθούν.
Από στρατηγική άποψη η κατάσταση είχε διαμορφωθεί με βάση το ενδεχόμενο ότι θα έρχονταν οι Σπαρτιάτες οπλίτες. Οι Πέρσες επιδίωκαν να κριθεί η μάχη πριν από την άφιξη των Σπαρτιατών, ενώ οι Έλληνες ήθελαν να κερδίσουν χρόνο.
Έτσι εκείνοι που έκαναν την επίθεση ήταν οι Πέρσες και όχι ο Μιλτιάδης (όπως διηγείται ο Ηρόδοτος που περιγράφει τη μάχη επηρεασμένος από τη μεταγενέστερη, αρκετά διαδεδομένη παράδοση, ιδιαίτερα δε από την εικόνα της μάχης του Μαραθώνα ? που είχε αναρτηθεί, γύρω στα 460 π.Χ., στην «Ποικίλη Στοά», - από όπου πήρε αρκετά χαρακτηριστικά στοιχεία).
Οι γνώμες των Αθηναίων στρατηγών τότε διχάστηκαν, και άλλοι μεν δεν ήθελαν να πολεμήσουν, γιατί έλεγαν πως ήταν λίγοι για να συμπλακούν με τον περσικό στρατό, άλλοι δε, μεταξύ των οποίων και ο Μιλτιάδης, ήθελαν τη μάχη.
Επειδή λοιπόν ήταν διηρεμένες οι γνώμες των δέκα στρατηγών και υπήρχε κίνδυνος να επικρατήσει η χειρότερη αυτών, ο Μιλτιάδης έσπευσε να συναντήσει τον Καλλίμαχο τον Αφιδναίο, ο οποίος ήταν πολέμαρχος και προκειμένου περί πολεμικών αποφάσεων, είχε κατά το νόμο ψήφο ισοδύναμη με αυτή των άλλων στρατηγών.
Ο Μιλτιάδης έπεισε και πήρε με το μέρος του τον Καλλίμαχο, με την ψήφο του οποίου αποφασίστηκε να γίνει η μάχη. Έτσι, οι στρατηγοί που ψήφισαν υπέρ της μάχης, καθένας τους, την ημέρα που είχε τη γενική αρχηγία του στρατεύματος, την παραχωρούσε στο Μιλτιάδη, ο οποίος δεχόταν την αρχηγία, αλλά δεν ήθελε να συνάψει μάχη, πριν έρθει η μέρα της δικής του αρχιστρατηγίας.
Όταν λοιπόν η αρχηγία περιήλθε κανονικά σε αυτόν, παρέταξε τους Αθηναίους ως εξής: Της δεξιάς πτέρυγας αρχηγός ήταν ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, σύμφωνα με τον αθηναϊκό νόμο. Κατόπιν, από δεξιά άρχιζαν οι φυλές, η μία δίπλα στην άλλη και τελευταίοι παρατάχθηκαν οι Πλαταιείς, οι οποίοι είχαν την αριστερή πτέρυγα. Η παράταξη αναπτύχθηκε πολύ για να εξισωθεί με τις τάξεις των Περσών, αλλά το κέντρο σχηματιζόταν από λίγες μόνο τάξεις και ήταν το ασθενέστερο τμήμα του στρατού, ενώ και οι δύο πτέρυγες είχαν αρκετό πλήθος και ήταν αρκετά ισχυρές.
Αφού παρατάχθηκαν και οι θυσίες προς τους θεούς ήταν καλές, μόλις δόθηκε η διαταγή, οι Αθηναίοι όρμησαν δρομαίοι εναντίον των βαρβάρων. Το μεταξύ των αντιπάλων στρατών διάστημα δεν ήταν λιγότερο των οκτώ σταδίων (1500 περίπου μέτρων).
Όταν οι Πέρσες έβλεπαν αυτούς να ορμούν, ετοιμάζονταν να δεχθούν την επίθεση και νόμιζαν ότι τους κατέλαβε παραφροσύνη, γιατί, ενώ ήταν τόσο λίγοι, έρχονταν τρέχοντας χωρίς να τους προστατεύει ούτε ιππικό ούτε τοξότες.
Αλλά οι Αθηναίοι, όταν πλησίασαν αθρόοι τους βαρβάρους, άρχισαν τη μάχη με αξιομνημόνευτη ανδρεία. Ήταν οι πρώτοι Έλληνες, οι οποίοι επιτέθηκαν δρομαίοι κατά των εχθρών και πρώτοι επίσης αντίκρυσαν με αταραξία ανθρώπους που φορούσαν την περσική ενδυμασία, ενώ μέχρι τότε και το όνομα μόνο των Περσών προξενούσε φόβο στους Έλληνες.
Η μάχη στο Μαραθώνα διήρκεσε πολύ. Στο μέσο όπου οι ίδιοι οι Πέρσες και οι Σάκες (ανδρείος Σκυθικός λαός, περίφημοι ιππείς και τοξότες) ήταν παρατεταγμένοι, νικούσαν οι βάρβαροι και αφού διέσπασαν τις τάξεις των αντιπάλων, τους κατεδίωκαν στο εσωτερικό. Στα δύο όμως κέρατα, το δεξιό και το αριστερό, νικούσαν οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς, αφού δε άφησαν τους τραπέντες σε φυγή βαρβάρους να φεύγουν, ένωσαν αυτοί τα δύο κέρατα και στράφηκαν κατά εκείνων, οι οποίοι είχαν διασπάσει το μέσο. Η νίκη των Αθηναίων υπήρξε πλήρης. Καταδιώκοντας τους Πέρσες που έφευγαν τους σκότωναν, και, όταν έφτασαν στη θάλασσα, ζητούσαν φωτιά να κάψουν τα πλοία των Περσών. Στη μάχη αυτή πρώτος σκοτώθηκε ο πολέμαρχος Καλλίμαχος ο οποίος πολέμησε με ανδρεία. Από τους στρατηγούς δε, σκοτώθηκε ο Στησίλαος. Επίσης σκοτώθηκε ο Κυναίγειρος, γιος του Ευφορίωνα (αδερφός του τραγικού ποιητή Αισχύλου), κατά τη στιγμή που άρπαξε την πρύμνη ενός πλοίου οπότε και του έκοψαν το χέρι με τσεκούρι. Έπεσαν στη μάχη επίσης και άλλοι Αθηναίοι πολλοί και ονομαστοί.
Έτσι, οι Αθηναίοι κατάφεραν να κυριέψουν επτά πλοία, οι δε βάρβαροι με τα υπόλοιπα απέπλευσαν και αφού παρέλαβαν τους αιχμαλώτους της Ερέτριας από το νησί όπου τους είχαν αφήσει, περιέπλευσαν το Σούνιο με σκοπό να φτάσουν στην πόλη πριν από τους Αθηναίους, αλλά οι Αθηναίοι έτρεξαν όσο γινόταν γρηγορότερα προς βοήθεια της πόλης τους, έφτασαν έτσι πριν από τους βαρβάρους και στρατοπέδευσαν δίπλα απ? το ναό του Ηρακλή στο Κυνοσάργες.
Οι βάρβαροι έφτασαν με το στόλο τους ανοιχτά του Φαλήρου, επίνειο τότε των Αθηνών, και σταθμεύοντας λίγο εκεί απέπλευσαν πίσω στην Ασία. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκαν 6400 βάρβαροι και 192 Αθηναίοι.Λέγεται επίσης, ότι μετά το τέλος της μάχης, οπλίτης, φορώντας την πανοπλία του, έτρεξε στην πόλη να μεταδώσει το ευχάριστο μήνυμα και αμέσως μόλις το έπραξε πέθανε από την κούραση.
Οι Αθηναίοι, τους νεκρούς έθαψαν με τιμές στο πεδίο της μάχης, ενώ στον τάφο αυτών, ο οποίος βρίσκεται στην πεδιάδα, υπήρχαν στήλες που είχαν τα ονόματα καθενός από τους νεκρούς Αθηναίους κατά φυλές. Άλλος επίσης τάφος υπήρχε προς τιμή των Πλαταιέων και των δούλων, επειδή πολέμησαν και δούλοι τότε για πρώτη φορά.
Υπάρχει επίσης εκεί και ιδιαίτερος τάφος του Μιλτιάδη, αν και ο θάνατος αυτού συνέβη αργότερα. Εκεί κατασκευάστηκε δε και τρόπαιο από πέτρα λευκή. Λένε ότι οι Αθηναίοι έθαψαν και τους Πέρσες επειδή «όσιον ανθρώπου νεκρόν γη κρύψαι», αλλά ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος επισκέφτηκε το Μαραθώνα κατά το δεύτερο μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα, λέει ότι δεν μπόρεσε να βρει κανένα τάφο αυτών.
Το μεγάλο πολεμικό κατόρθωμα της νίκης στο Μαραθώνα των Αθηναίων εξύμνησε ο ποιητής Σιμωνίδης με το γνωστό επίγραμμα: «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.» (Πρόμαχοι των Ελλήνων οι Αθηναίοι στο Μαραθώνα, συνέτριψαν την (πολεμικη) δύναμη των χρυσοφορεμένων Μήδων).
διαβάζω με πολυ ενδιαφέρον τα άρθρα σου ιδιαίτερα τα 2 τελευταία! Εξαιρετικά! Καλη συνέχεια!
ReplyDeleteΔεν πρέπει να ξεχνάμε και τον πρώτο μαραθωνδρόμο,τον Φειδιππίδη. Ήταν αυτός που πήγε τρέχοντας στην Αθήνα και πέθανε μόλις ανακοίνωσε τη νίκη των Ελλήνων στους Αθηναίους λέγοντας το ιστορικό "νενικήκαμεν".
ReplyDeleteΔιάβασα έως το σημείο στο οποίο αναφέρονται οι αριθμοί των Περσών και σταμάτησα. Ένστασις Κύριοι. Έχω να κάνω μια αποκάλυψη και να αντικρούσω όλους τους μεταγενέστερους μελετητές.
ReplyDeleteΟι Πέρσες δεν ήταν 15.000.Ήταν 1.500. Ήρθαν απο την άλλη άκρη του κόσμου τόσο δρόμο ναι Κύριοι, ΜΟΝΟ 1.500 άνθρωποι. Τόσοι λίγοι ήταν και οι οποίοι ήρθαν να καταλλάβουν την Ελλάδα, τους οποίους ξεσήκωσε άρων άρων ο Μέγας Δαρείος, Βασιλεύς της απέραντης Περσικής Αυτοκρατορίας. Αυτοί λοιπόν οι 1.500 τύποι σε συνδυασμό με τις κακουχίες που πέρασαν λογικό ήταν να χάσουν απ'τους κατά πολύ ανώτερους αριθμητικά και μόνο Αθηναίους.
Ναι,ήρθαν 1500 Πέρσες αλλά πέθαναν 6400 στη μάχη!!!!
ReplyDelete