Περσικοί Πόλεμοι: Η εκστρατεία του Ξέρξη. Θερμοπύλες - Αρτεμίσιο - Σαλαμίνα - Πλαταιές

H εκστρατεία του Ξέρξη

Την άνοιξη του 480 π.Χ. ο Ξέρξης ξεκίνησε με το στρατό του από τις Σάρδεις, αφού ήδη οι απεσταλμένοι του είχαν απαιτήσει προηγουμένως υποταγή προαναγγέλλοντας την άφιξή του. Την εκστρατεία είχε προετοιμάσει με άφθονα μέσα από το 483 π.Χ.: στον Ελλήσποντο είχε κατασκευαστεί γέφυρα, ο ΆAθως είχε κοπεί με διώρυγα, στους δρόμους ανεφοδιασμού του στη Θράκη και την Μακεδονία είχαν κτιστεί αποθήκες και ένας τεράστιος σε αριθμό στρατός είχε συγκεντρωθεί.

Ο μεν στόλος αποτελείτο από 2000 πολεμικά πλοία (κατά άλλους από 600-800 ενώ κατά τον Αισχύλο από 1000 πλοία, από τα οποία 207 ταχύπλοα) και πολυάριθμα άλλα φορτηγά, ο δε στρατός ανάγεται σε 1700000 (κατά άλλους σε 700-800000 ή ακόμη και 100000 – εκτός από τον τεράστιο αριθμό των προσώπων που ακολουθούσαν το στρατό του). Πάντως, ο στρατός και ο στόλος του Ξέρξη αποτέλεσαν τη μεγαλύτερη μέχρι την εποχή εκείνη συγκροτηθείσα στρατιά, για κάποιο συγκεκριμένο σκοπό και υπό έναν αρχηγό.


Θερμοπύλες - Αρτεμίσιο

Την άνοιξη του 480 π.Χ. οι σύμμαχοι είχαν καταλάβει τα Τέμπη, τη διάβαση για κάθε εισβολή από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία, εφόσον μάλιστα οι Θεσσαλοί είχαν υποσχεθεί να υποστηρίξουν τους συμμάχους στην περίπτωση που θα εισέβαλαν οι Πέρσες. Ωστόσο προέκυψαν αμέσως ενδοιασμοί ως προς το αν θα μπορούσε να κρατηθεί η βόρεια αυτή γραμμή υπεράσπισης και έτσι οι Έλληνες αποσύρθηκαν στην αμέσως επόμενη γραμμή, στα στενά των Θερμοπυλών.

Εδώ είχε ταχθεί για να ανακόψει την προέλαση του Ξέρξη ο βασιλιάς της Σπάρτης Λεωνίδας έχοντας 4000 Πελοποννήσιους, από τους οποίους 300 ήταν Σπαρτιάτες, όπως επίσης τμήματα από την κεντρική Ελλάδα, συνολικά ίσως 7000 άνδρες.

Την αποφασιστική νίκη έπρεπε να πετύχει ο στόλος που είχε παραταχθεί ανατολικά των Στενών, στο βόρειο άκρο της Εύβοιας, στο Αρτεμίσιο. Αλλά το σχέδιο απέτυχε. Οι επιχειρήσεις του στόλου στο Αρτεμίσιο που διήρκεσαν τρεις μέρες δεν έφεραν στους Έλληνες τη νίκη που ήθελαν.

Συγχρόνως ο Ξέρξης επιχείρησε με έφοδο να καταλάβει τις ελληνικές θέσεις στις Θερμοπύλες και αποκρούστηκε βέβαια τις δύο πρώτες ημέρες, κατά τη νύχτα όμως από τη δεύτερη προς την τρίτη ημέρα κατέλαβε την ορεινή διάβαση που έδειξε ο Εφιάλτης, η οποία οδηγούσε στα νώτα των ελληνικών θέσεων. (Η κατάληψη της διάβασης έγινε επειδή οι εκεί παραταγμένοι Φωκείς δεν έκαναν το καθήκον τους).

Έτσι η μάχη είχε κριθεί. Αφού αποχώρησε ένα μέρος των ελληνικών τμημάτων, πολεμούσε ο Λεωνίδας με τους Σπαρτιάτες του και τους Θεσπιείς που θέλησαν να μείνουν, αποκλεισμένος από τους εχθρούς, ως την τελευταία πνοή, πιστός στην εντολή της Σπάρτης που καθιστούσε άτιμο όποιον εγκατέλειπε τη θέση του στη μάχη.

Ωστόσο όχι μόνο ως στρατιώτης, αλλά και ως στρατηγός εκπλήρωσε ο Λεωνίδας απόλυτα το καθήκον του. Και όταν ακόμη – παρά τις οδηγίες που έδωσε εγκαίρως – καταλήφθηκε από τους Πέρσες η ορεινή διάβαση εξαιτίας της ανικανότητας των Φωκέων, τα στενά που κατείχε ο ίδιος περιήλθαν στους Πέρσες ύστερα από τεράστιες γι αυτούς απώλειες.

Μνημείο που αναπαριστά πάνοπλο τον Λεωνίδα και στήθηκε απέναντι από τον ιστορικό λόφο του Κολωνού στη δεκαετία του 1950.Το μνημείο ανεγέρθηκε σε ανάμνηση της μάχης των Θερμοπυλών,στην κεντρική πύλη του περάσματος,όπου διεξήχθη η τελική φάση της μάχης.

Σαλαμίνα

Με την κατάληψη των Θερμοπυλών περιήλθε όλη η κεντρική Ελλάδα ως τον Ισθμό στους Πέρσες. Ακόμη και η Αττική εγκαταλείφθηκε στον εχθρό, εφόσον δε γινότανε διαφορετικά. Τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στη Σαλαμίνα, στην Αίγινα και στην Τροιζήνα, οι άνδρες έτοιμοι για τον αγώνα υπό την ηγεσία του Θεμιστοκλή πήγαν στο στόλο, που μετά την επιστροφή από το Αρτεμίσιο είχε παραταχθεί στο στενό της Σαλαμίνας, απέναντι από την ακτή της Αττικής.

Από εκεί έβλεπαν τον εχθρό να λεηλατεί την Αττική και να καταστρέφει την Αθήνα, και αυτήν ακόμη την Ακρόπολη, παίρνοντας έτσι εκδίκηση για την πυρπόληση των Σάρδεων από τους Ίωνες.

Για τον Θεμιστοκλή εξαρτιόταν το παν από το αν ο περσικός στόλος που είχε αγκυροβολήσει στο Φάληρο θα δεχόταν την μάχη στον στενό χώρο της Σαλαμίνας και δεν έπλεε αλλού, π.χ. στην ακτή της Πελοποννήσου (στο ΆAργος), πράγμα που θα είχε ως συνέπεια οπωσδήποτε τη διάλυση του στρατού των Πελοποννησίων.

Γι αυτό και η πληροφορία του Αισχύλου (που πολέμησε στη Σαλαμίνα) ότι ο Θεμιστοκλής έστειλε μυστικά αγγελιοφόρο στον Ξέρξη και τον συμβούλευσε να επιτεθεί στη Σαλαμίνα είναι ευνόητη και ανταποκρίνεται πλήρως στην ιστορική πραγματικότητα.

Ο περσικός στόλος εισχώρησε το βράδυ στο στενό, παρατάχθηκε απέναντι στον ελληνικό με τα νώτα προς την ακτή της Αττικής και τα μεσάνυχτα περίπου, σύμφωνα με τη συμβουλή που έδωσε ο Θεμιστοκλής στον Ξέρξη, περικύκλωσε με ελιγμούς στα δυτικά και ανατολικά τον ελληνικό στόλο για να εμποδίσει τους Έλληνες να διαφύγουν.

Το πρωί, ήταν μια από τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου άρχισε η μεγάλη ναυμαχία, τις κύριες φάσεις της οποίας παρουσιάζει πολύ παραστατικά ο Αισχύλος στην περίφημη αναφορά του αγγελιοφόρου, στο δράμα του «Πέρσαι».

Η ήττα του Ξέρξη, ο ίδιος παρακολούθησε τη ναυμαχία επάνω στο θρόνο του από την παραλία της Αττικής – ήταν ολοκληρωτική, γι αυτό και τα υπολείμματα του στόλου του αποσύρθηκαν αμέσως με κατεύθυνση προς την Ανατολή.

Αν οι Έλληνες είχαν ακολουθήσει τη συμβουλή του Θεμιστοκλή, δηλαδή να έρθουν με το στόλο αμέσως στη μικρασιατική παραλία, να καλέσουν τους εκεί Έλληνες σε εξέγερση και να απειλήσουν έτσι τις γραμμές αποχώρησης του εχθρού, οι Πέρσες θα αναγκάζονταν να αποχωρήσουν από την Ελλάδα και η εκστρατεία τους θα είχε τελειώσει.

Αλλά η Σπάρτη που ήταν ανέκαθεν εναντίον κάθε υπερπόντιας επιχείρησης και με την αποχώρηση του στόλου φοβόταν ότι θα μπορούσαν να απειληθούν οι θέσεις της στον Ισθμό, απέρριψε το σχέδιο. Έτσι, αν κατά τον επόμενο χρόνο έγινε και πάλι πόλεμος σε ελληνικό έδαφος, γι αυτό ευθύνεται κυρίως η Σπάρτη. Ο περσικός στρατός, την ηγεσία του οποίου ανέλαβε ο Μαρδόνιος, αποσύρθηκε στους χειμερινούς καταυλισμούς του στη Θεσσαλία. Ο Ξέρξης έφυγε βιαστικά και έμεινε το χειμώνα στις Σάρδεις.

Πλαταιές

Στις αρχές του θέρους του 479 π.Χ. ο Μαρδόνιος προχώρησε προς νότο, αφού προηγουμένως προσπάθησε μάταια να φέρει τους Αθηναίους με το μέρος του. Εισέβαλε στην Αττική που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν και πάλι οι Αθηναίοι και αφού οι Πέρσες κατέστρεψαν και πάλι την Αθήνα αποσύρθηκε, όταν έμαθε ότι πλησίαζε ο συμμαχικός στρατός των Ελλήνων, στην Βοιωτία, όπου βρήκε κατάλληλο για το ιππικό του πεδίο μάχης κοντά στον ποταμό Ασωπό, ανατολικά των Πλαταιών.

Εκεί έγινε η αποφασιστική μάχη (θέρος του 479 π.Χ.). Οι Έλληνες υπό την ικανή ηγεσία του Σπαρτιάτη Παυσανία (επιτρόπου του ανήλικου βασιλιά Πλειστάρχου) πέτυχαν ολοκληρωτική νίκη. Τα υπολείμματα του περσικού στρατού αναγκάστηκαν να πάρουν το δρόμο της επιστροφής προς την Ανατολή. Ο ίδιος ο Μαρδόνιος σκοτώθηκε στη μάχη.

Οι Έλληνες αφού γιόρτασαν τη νίκη στο πεδίο της μάχης μοίρασαν τα λάφυρα και ευχαρίστησαν με θυσίες τους θεούς που τους είχαν βοηθήσει ενώ κατευθύνθηκαν στη Θήβα για να τιμωρήσουν την πόλη εξαιτίας του μηδισμού της, σύμφωνα με τον όρκο που είχαν δώσει στον Ισθμό. Η Θήβα αναγκάστηκε να παραδοθεί ενώ οι σύμμαχοι απέφυγαν να επιβάλουν άλλες τιμωρίες.

Αμέσως μετά τη νίκη στις Πλαταιές εξολοθρεύτηκαν και τα υπολείμματα του περσικού στόλου. Ο ελληνικός στόλος, που βρισκόταν ήδη από την άνοιξη του 479 π.Χ. στη Δήλο υπό την ηγεσία του βασιλιά της Σπάρτης Λεωτυχίδα, έφυγε, προφανώς μόλις έφτασε η είδηση της νίκης στις Πλαταιές, για τη Σάμο.

Στην παραλία της χερσονήσου της Μυκάλης βρήκε τα περσικά πλοία τραβηγμένα στην ξηρά, ενήργησε έφοδο στο στρατόπεδο του εχθρού και τον συνέτριψε. Η νίκη στη Μυκάλη έδωσε το σύνθημα για νέα εξέγερση των Ελλήνων της Μ. Ασίας. Επειδή αυτή τη φορά η μητροπολιτική Ελλάδα ενστερνίσθηκε την κατάστασή τους, αμέσως μετά τους αμυντικούς πολέμους για την ελευθερία, άρχισε ο επιθετικός πόλεμος εναντίον της Περσίας.

Περσικοί Πόλεμοι:Πολεμικές ετοιμασίες. Πολιτικές ανακατατάξεις στις Ελληνικές πόλεις. Η κατάσταση στην Περσία

Την ήττα στο Μαραθώνα ήταν αδύνατο να αφήσει ο Μέγας Βασιλεύς χωρίς εκδίκηση. Επίσημα μπορούσε βέβαια να δοθεί η εντύπωση ότι αδιαφορούσε, εφόσον μάλιστα τονίζονταν οι επιτυχίες στην Νάξο και στην Ερέτρια.

Αυτό δείχνει η παρουσία των «ασπιδοφόρων Ιώνων», δηλαδή των Ελλήνων από τα νησιά και την κυρίως Ελλάδα (μαζί με τους Ίωνες της Μ. Ασίας) σε ανάγλυφες παραστάσεις στον τάφο του Δαρείου, που απεικονίζουν τους υποταγμένους στους Πέρσες λαούς.

Όμως η εκστρατεία του Ξέρξη στην Ελλάδα διέψευσε αυτή την επίσημη παρουσίαση των γεγονότων. Ωστόσο η ιδέα που είχαν οι Έλληνες, ότι οι Πέρσες βασιλείς στα δέκα χρόνια που πέρασαν από τη μάχη στο Μαραθώνα ως τη ναυμαχία της Σαλαμίνας δεν έκαναν τίποτα άλλο παρά να προετοιμάζονται για τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας, προήλθε οπωσδήποτε από τον ελληνικό σωβινισμό.

Στην πραγματικότητα οι Πέρσες μονάρχες ήταν απασχολημένοι για μερικά χρόνια με επιτακτικότερα προβλήματα της τεράστιας αυτοκρατορίας τους: Το 486 π.Χ. έγινε στην Αίγυπτο επανάσταση που μπόρεσε να καταπνίξει μετά το θάνατο του Δαρείου (486 π.Χ.) ο γιος του Ξέρξης. Λίγο αργότερα (484 π.Χ.) έγινε επανάσταση και στη Βαβυλωνία, που έπνιξαν επίσης στο αίμα οι Πέρσες. Τότε μόνο ο Ξέρξης είχε τα χέρια ελεύθερα για να προετοιμάσει την εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας.

Αυτή τη φορά η εκστρατεία δεν είχε σκοπό την τιμωρία των Αθηναίων, όπως το 490 π.Χ.. Η ήττα στο Μαραθώνα και ιδιαίτερα η συμπαράσταση που έδειξε η Σπάρτη στην Αθήνα με την υπόσχεσή της να στείλει στρατιωτική βοήθεια καθιστούσε αναγκαία για τους Πέρσες την υποταγή όλης της Ελλάδας. Αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο να γίνει επαρχία της Περσικής Αυτοκρατορίας η Ελλάδα περνούσε τις πιο κρίσιμες στιγμές της ιστορίας της.

Στη μεγάλη αυτή στιγμή δεν έδειξαν όμως όλοι οι Έλληνες το ίδιο υψηλό φρόνημα. Μερικοί προσχώρησαν στους Πέρσες επειδή απέβλεπαν μόνο στο δικό τους συμφέρον (όπως οι Αλευάδες στη Λάρισα) ενώ άλλοι τήρησαν μπροστά στον επικείμενο κίνδυνο ουδέτερη στάση, όπως το ΆAργος (από μίσος προς την Σπάρτη).

Κακό με τη στάση του έκανε το ιερατείο των Δελφών, για το οποίο ενδεχόμενη νίκη των Περσών μπορούσε να είχε ευνοϊκές προοπτικές για το μέλλον του. Οι απελπιστικοί χρησμοί που έδιναν οι ιερείς επιδρούσαν οπωσδήποτε αρνητικά στο ηθικό και αυτών ακόμη που ήταν πρόθυμοι να πολεμήσουν, σε μερικούς δε, όπως στους Αργείους και στους Κρήτες, οι ιερείς των Δελφών συνέστησαν καθαρά να μη λάβουν μέρος στον αγώνα.

Η ελπίδα στη βοήθεια των θεών, οι μόνοι όπως πίστευαν οι Έλληνες που μπορούσαν να τους βοηθήσουν μια τέτοια στιγμή, έδωσε ευτυχώς τη δύναμη σε μερικούς να ενωθούν στον αγώνα εναντίον των Περσών. Πρώτοι απ’ όλους ήταν οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι.

Οι Σπαρτιάτες,λόγω του κοινωνικοπολιτικού περιβάλλοντος στο οποίο ζούσαν ήταν κατά κάποιο τρόπο επαγγελματίες στρατιώτες. Ήταν από τους λίγο τόσο καλά εκπαιδευμένους και άρτια εξοπλισμένους στρατιώτες που συναντάμε στην εποχή τους

Η Σπάρτη αφού υπερνίκησε μερικούς εσωτερικούς κινδύνους (πολιτική κρίση εξαιτίας του βασιλιά Κλεομένη εξέγερση των Μεσσηνίων) και πανίσχυρη πάλι βρισκόταν επικεφαλής της πελοποννησιακής συμμαχίας, δε δίστασε ούτε στιγμή να αναλάβει τον αγώνα, που τον θεωρούσε άλλωστε αναπόφευκτο.

Στην Αθήνα μετά το τραγικό τέλος του Μιλτιάδη (ύστερα από μια αποτυχημένη επέμβαση στην Πάρο καταδικάστηκε από τον λαό σε βαρύτατη χρηματική ποινή και πέθανε λίγο αργότερα το 489 π.Χ. από την πληγή του), βρισκόταν στην εξουσία και πάλι ο Θεμιστοκλής, ο οποίος δεν έπαυε να προετοιμάζει το λαό για τον επικείμενο πόλεμο εναντίον της Περσίας.

Πρώτα πρώτα έπρεπε να παραμεριστεί ο εσωτερικός κίνδυνος που προερχόταν από τους φίλους των τυράννων κάτι που επιτεύχθηκε με βάση το σχετικό νόμο του Κλεισθένη.

Συγχρόνως επιχειρήθηκε μια σημαντική πολιτειακή μεταβολή, η οποία με τη δημιουργία μιας ενιαίας στρατιωτικής ηγεσίας έθετε τέρμα στην ασάφεια που υπήρχε προηγουμένως.

Εκτός από τη βασική αυτή πολιτειακή μεταβολή η απειλή εκ μέρους των Περσών καθιστούσε αναγκαία και την εκτέλεση του ναυτικού προγράμματος του Θεμιστοκλή, που είχε αναγγελθεί το 493 π.Χ.. Με εντατική προσπάθεια σε πυρετώδη ρυθμό όλων των Αθηναίων κατασκευάστηκε σε 1 ½ χρόνο, ως το φθινόπωρο του 481 π.Χ., στόλος από 180 περίπου πλοία, και μάλιστα του τελευταίου τότε τύπου της τριήρους, και η Αθήνα έγινε έτσι μονομιάς μια από τις πρώτες ελληνικές θαλάσσιες δυνάμεις. Με αυτόν τον στόλο νίκησαν κατόπιν οι Αθηναίοι στη Σαλαμίνα.

Έτσι τόσο οι Σπαρτιάτες με την πελοποννησιακή συμμαχία όσο και οι Αθηναίοι ήταν έτοιμοι για τον αγώνα. Το φθινόπωρο του 481 π.Χ. οι δυο δυνάμεις, όπως επίσης και αρκετές πόλεις της κεντρικής Ελλάδας και των νησιών, συνάψανε την ελληνική συμμαχία, αναλαμβάνοντας με όρκο την υποχρέωση να αμυνθούν από κοινού εναντίον των Περσών.

Συμφωνήθηκε επίσης να τιμωρηθούν μετά τον πόλεμο όλοι εκείνοι που χωρίς να είναι αναγκασμένοι θα προσχωρούσαν στους Πέρσες, δηλαδή ένα δέκατο της περιουσίας τους να αφιερωθεί στο θεό των Δελφών. Επίσης, ότι όλες οι διαφορές μεταξύ των συμμάχων έπρεπε να εξομαλυνθούν και ότι έπρεπε να κυριαρχεί γενική ειρήνη. Η ηγεσία, τόσο στη θάλασσα όσο και στην ξηρά, δόθηκε στη Σπάρτη.

Περσικοί Πόλεμοι: Η Μάχη του Μαραθώνα. Κρίσιμες αποφάσεις για την άμυνα των Ελλήνων

O αθηναϊκός λαός αποφάσισε τότε, ύστερα από πρόταση του Μιλτιάδη, να αντιμετωπίσει τον εχθρό μακριά από την πόλη. Η σκέψη να αφήσουν να πολιορκηθούν κλεισμένοι στα τείχη της πόλης έπρεπε να αποκλειστεί και για το λόγο ότι η ομάδα των τυραννόφιλων θα γινόταν τότε πολύ πιο επικίνδυνη.

Τους Αθηναίους τους οδήγησαν στο Μαραθώνα δέκα στρατηγοί, εκ των οποίων σπουδαιότερος ήταν ο Μιλτιάδης. Πριν ξεκινήσουν οι Αθηναίοι, έστειλαν στη Σπάρτη τον ημεροδρόμο Φειδιππίδη ζητώντας βοήθεια. Οι Σπαρτιάτες, αποφάσισαν να βοηθήσουν τους Αθηναίους, αλλά όχι αμέσως, γιατί ήταν η ενάτη του μηνός και είπαν ότι δε γινόταν να εκστρατεύσουν πριν γίνει πανσέληνος.

Ήρθαν όμως προς ενίσχυση των Αθηναίων οι οποίοι ήταν παρατεταγμένοι στις υπώρειες του βουνού, που σήμερα ονομάζεται Αγριλίκι, οι Πλαταιείς, οι οποίοι ήρθαν πανστρατιά. Για την αριθμητική ισχύ των αντιπάλων ο Ηρόδοτος δεν αναφέρει τίποτα.

Οι αριθμοί που παραδίδουν οι μεταγενέστεροι σχετικά με τον περσικό στρατό (200.000-600.000) είναι, όπως συνήθως, όλως διόλου απίθανοι, εφόσον μάλιστα παραβλέπεται εντελώς το γεγονός ότι είχε μεταφερθεί με πλοία και επομένως δεν μπορούσε παρά να ήταν σχετικά μικρός σε αριθμό. Οπωσδήποτε όμως οι Πέρσες είχαν την αριθμητική υπεροχή. Ίσως ήταν 15.000 απέναντι στις 10.000 περίπου των Ελλήνων. Πάντως εξακριβωμένοι αριθμοί είναι αδύνατο να βρεθούν.

Από στρατηγική άποψη η κατάσταση είχε διαμορφωθεί με βάση το ενδεχόμενο ότι θα έρχονταν οι Σπαρτιάτες οπλίτες. Οι Πέρσες επιδίωκαν να κριθεί η μάχη πριν από την άφιξη των Σπαρτιατών, ενώ οι Έλληνες ήθελαν να κερδίσουν χρόνο.

Έτσι εκείνοι που έκαναν την επίθεση ήταν οι Πέρσες και όχι ο Μιλτιάδης (όπως διηγείται ο Ηρόδοτος που περιγράφει τη μάχη επηρεασμένος από τη μεταγενέστερη, αρκετά διαδεδομένη παράδοση, ιδιαίτερα δε από την εικόνα της μάχης του Μαραθώνα ? που είχε αναρτηθεί, γύρω στα 460 π.Χ., στην «Ποικίλη Στοά», - από όπου πήρε αρκετά χαρακτηριστικά στοιχεία).

Οι γνώμες των Αθηναίων στρατηγών τότε διχάστηκαν, και άλλοι μεν δεν ήθελαν να πολεμήσουν, γιατί έλεγαν πως ήταν λίγοι για να συμπλακούν με τον περσικό στρατό, άλλοι δε, μεταξύ των οποίων και ο Μιλτιάδης, ήθελαν τη μάχη.

Επειδή λοιπόν ήταν διηρεμένες οι γνώμες των δέκα στρατηγών και υπήρχε κίνδυνος να επικρατήσει η χειρότερη αυτών, ο Μιλτιάδης έσπευσε να συναντήσει τον Καλλίμαχο τον Αφιδναίο, ο οποίος ήταν πολέμαρχος και προκειμένου περί πολεμικών αποφάσεων, είχε κατά το νόμο ψήφο ισοδύναμη με αυτή των άλλων στρατηγών.

Ο Μιλτιάδης έπεισε και πήρε με το μέρος του τον Καλλίμαχο, με την ψήφο του οποίου αποφασίστηκε να γίνει η μάχη. Έτσι, οι στρατηγοί που ψήφισαν υπέρ της μάχης, καθένας τους, την ημέρα που είχε τη γενική αρχηγία του στρατεύματος, την παραχωρούσε στο Μιλτιάδη, ο οποίος δεχόταν την αρχηγία, αλλά δεν ήθελε να συνάψει μάχη, πριν έρθει η μέρα της δικής του αρχιστρατηγίας.

Όταν λοιπόν η αρχηγία περιήλθε κανονικά σε αυτόν, παρέταξε τους Αθηναίους ως εξής: Της δεξιάς πτέρυγας αρχηγός ήταν ο πολέμαρχος Καλλίμαχος, σύμφωνα με τον αθηναϊκό νόμο. Κατόπιν, από δεξιά άρχιζαν οι φυλές, η μία δίπλα στην άλλη και τελευταίοι παρατάχθηκαν οι Πλαταιείς, οι οποίοι είχαν την αριστερή πτέρυγα. Η παράταξη αναπτύχθηκε πολύ για να εξισωθεί με τις τάξεις των Περσών, αλλά το κέντρο σχηματιζόταν από λίγες μόνο τάξεις και ήταν το ασθενέστερο τμήμα του στρατού, ενώ και οι δύο πτέρυγες είχαν αρκετό πλήθος και ήταν αρκετά ισχυρές.

Αφού παρατάχθηκαν και οι θυσίες προς τους θεούς ήταν καλές, μόλις δόθηκε η διαταγή, οι Αθηναίοι όρμησαν δρομαίοι εναντίον των βαρβάρων. Το μεταξύ των αντιπάλων στρατών διάστημα δεν ήταν λιγότερο των οκτώ σταδίων (1500 περίπου μέτρων).

Όταν οι Πέρσες έβλεπαν αυτούς να ορμούν, ετοιμάζονταν να δεχθούν την επίθεση και νόμιζαν ότι τους κατέλαβε παραφροσύνη, γιατί, ενώ ήταν τόσο λίγοι, έρχονταν τρέχοντας χωρίς να τους προστατεύει ούτε ιππικό ούτε τοξότες.

Αλλά οι Αθηναίοι, όταν πλησίασαν αθρόοι τους βαρβάρους, άρχισαν τη μάχη με αξιομνημόνευτη ανδρεία. Ήταν οι πρώτοι Έλληνες, οι οποίοι επιτέθηκαν δρομαίοι κατά των εχθρών και πρώτοι επίσης αντίκρυσαν με αταραξία ανθρώπους που φορούσαν την περσική ενδυμασία, ενώ μέχρι τότε και το όνομα μόνο των Περσών προξενούσε φόβο στους Έλληνες.

Η μάχη στο Μαραθώνα διήρκεσε πολύ. Στο μέσο όπου οι ίδιοι οι Πέρσες και οι Σάκες (ανδρείος Σκυθικός λαός, περίφημοι ιππείς και τοξότες) ήταν παρατεταγμένοι, νικούσαν οι βάρβαροι και αφού διέσπασαν τις τάξεις των αντιπάλων, τους κατεδίωκαν στο εσωτερικό. Στα δύο όμως κέρατα, το δεξιό και το αριστερό, νικούσαν οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς, αφού δε άφησαν τους τραπέντες σε φυγή βαρβάρους να φεύγουν, ένωσαν αυτοί τα δύο κέρατα και στράφηκαν κατά εκείνων, οι οποίοι είχαν διασπάσει το μέσο. Η νίκη των Αθηναίων υπήρξε πλήρης. Καταδιώκοντας τους Πέρσες που έφευγαν τους σκότωναν, και, όταν έφτασαν στη θάλασσα, ζητούσαν φωτιά να κάψουν τα πλοία των Περσών. Στη μάχη αυτή πρώτος σκοτώθηκε ο πολέμαρχος Καλλίμαχος ο οποίος πολέμησε με ανδρεία. Από τους στρατηγούς δε, σκοτώθηκε ο Στησίλαος. Επίσης σκοτώθηκε ο Κυναίγειρος, γιος του Ευφορίωνα (αδερφός του τραγικού ποιητή Αισχύλου), κατά τη στιγμή που άρπαξε την πρύμνη ενός πλοίου οπότε και του έκοψαν το χέρι με τσεκούρι. Έπεσαν στη μάχη επίσης και άλλοι Αθηναίοι πολλοί και ονομαστοί.

Έτσι, οι Αθηναίοι κατάφεραν να κυριέψουν επτά πλοία, οι δε βάρβαροι με τα υπόλοιπα απέπλευσαν και αφού παρέλαβαν τους αιχμαλώτους της Ερέτριας από το νησί όπου τους είχαν αφήσει, περιέπλευσαν το Σούνιο με σκοπό να φτάσουν στην πόλη πριν από τους Αθηναίους, αλλά οι Αθηναίοι έτρεξαν όσο γινόταν γρηγορότερα προς βοήθεια της πόλης τους, έφτασαν έτσι πριν από τους βαρβάρους και στρατοπέδευσαν δίπλα απ? το ναό του Ηρακλή στο Κυνοσάργες.

Οι βάρβαροι έφτασαν με το στόλο τους ανοιχτά του Φαλήρου, επίνειο τότε των Αθηνών, και σταθμεύοντας λίγο εκεί απέπλευσαν πίσω στην Ασία. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκαν 6400 βάρβαροι και 192 Αθηναίοι.Λέγεται επίσης, ότι μετά το τέλος της μάχης, οπλίτης, φορώντας την πανοπλία του, έτρεξε στην πόλη να μεταδώσει το ευχάριστο μήνυμα και αμέσως μόλις το έπραξε πέθανε από την κούραση.

Οι Αθηναίοι, τους νεκρούς έθαψαν με τιμές στο πεδίο της μάχης, ενώ στον τάφο αυτών, ο οποίος βρίσκεται στην πεδιάδα, υπήρχαν στήλες που είχαν τα ονόματα καθενός από τους νεκρούς Αθηναίους κατά φυλές. Άλλος επίσης τάφος υπήρχε προς τιμή των Πλαταιέων και των δούλων, επειδή πολέμησαν και δούλοι τότε για πρώτη φορά.

Υπάρχει επίσης εκεί και ιδιαίτερος τάφος του Μιλτιάδη, αν και ο θάνατος αυτού συνέβη αργότερα. Εκεί κατασκευάστηκε δε και τρόπαιο από πέτρα λευκή. Λένε ότι οι Αθηναίοι έθαψαν και τους Πέρσες επειδή «όσιον ανθρώπου νεκρόν γη κρύψαι», αλλά ο περιηγητής Παυσανίας, ο οποίος επισκέφτηκε το Μαραθώνα κατά το δεύτερο μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα, λέει ότι δεν μπόρεσε να βρει κανένα τάφο αυτών.

Το μεγάλο πολεμικό κατόρθωμα της νίκης στο Μαραθώνα των Αθηναίων εξύμνησε ο ποιητής Σιμωνίδης με το γνωστό επίγραμμα: «Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.» (Πρόμαχοι των Ελλήνων οι Αθηναίοι στο Μαραθώνα, συνέτριψαν την (πολεμικη) δύναμη των χρυσοφορεμένων Μήδων).

Περσικοί Πόλεμοι: Πρώτες επιχειρήσεις των Περσών στην Ελλάδα. Η Ελλάδα προετοιμάζει την άμυνά της

Το 492 π.Χ. λοιπόν αφού τα πράγματα στη Μ. Ασία ηρέμησαν, στάλθηκε ο Μαρδόνιος στη Θράκη για να επιβάλλει και εκεί την τάξη. Με την κατάληψη της Θάσου και την υποταγή των Βρυγών που έκαναν συχνά εξεγέρσεις έφερε εις πέρας την αποστολή του.

Οι Κυκλάδες, η Αίγινα και πολλοί άλλοι συμμορφώθηκαν και υποτάχτηκαν, οι Αθηναίοι όμως και οι Σπαρτιάτες όχι μόνο δεν απεδέχθησαν τις προτάσεις αυτές, αλλά έριξαν και τους κήρυκες, οι μεν πρώτοι σε βάραθρο, οι δε Σπαρτιάτες σε φρεάτιο, για να λάβουν εκεί «γην και ύδωρ». Σκοπός της επικείμενης εκστρατείας του Μ. Βασιλέα ήταν μόνο η τιμωρία, αρχικά κατακτητικές βλέψεις στην Ελλάδα δεν υπήρχαν.

Στην Αθήνα είχαν στο μεταξύ παραμεριστεί οι Αλκμαιωνίδες (που έπεισαν τους Αθηναίους να στείλουν τα είκοσι πλοία) από τους φίλους των Πεισιστρατιδών. Ο ηγέτης των τελευταίων, ο Ίππαρχος, έγινε άρχων το 496/5 π.Χ., γεγονός που δείχνει ότι η πλειοψηφία του λαού πιστεύοντας ότι η επανάσταση των Ιώνων δεν είχε καμία ελπίδα επιτυχίας ήθελε την ουδετερότητα.

Αλλά η καταστροφή της Μιλήτου το 494 π.Χ. προκάλεσε νέα πολιτική μεταβολή στην Αθήνα εξαιτίας των στενών φιλικών σχέσεων που είχε η Αθήνα με την μεγάλη πόλη της Ιωνίας, κυρίως όμως επειδή και οι ίδιοι οι Αθηναίοι αντιμετώπιζαν τώρα άμεσο κίνδυνο εκ μέρους των Περσών. Ο πολιτικός που μπόρεσε να φέρει τον αθηναϊκό λαό από την ουδετερόφιλη στάση που τηρούσε ως τότε, ακολουθώντας τους φίλους των τυράννων, στη γραμμή μιας εθνικής αμυντικής πολιτικής ήταν ο Θεμιστοκλής, ο μεγαλοφυέστερος πολιτικός που ανέδειξε η Αθήνα.

Ο λαός συγκλονισμένος από την παράσταση ενός δράματος που είχε ως υπόθεση το σύγχρονο τότε γεγονός της κατάληψης της Μιλήτου από τους Πέρσες (ήταν η «Μιλήτου άλωσις» του Φρυνίχου) τον εξέλεξε άρχοντα (493/2 π.Χ.). Αμέσως ο Θεμιστοκλής παρουσίασε το πρόγραμμά του για την οργάνωση του στόλου.

Ο Θεμιστοκλής διείδε ότι στον επικείμενο αγώνα με τους Πέρσες το τελικό αποτέλεσμα εξαρτιόταν από το αν η Αθήνα θα κατόρθωνε να αναπτυχθεί σε μεγάλη θαλάσσια δύναμη. Πέτυχε να φέρει το λαό με το μέρος του και οι Αθηναίοι άρχισαν να οχυρώνουν τον Πειραιά ως φρούριο και ναυτική βάση.

Αλλά η εμφάνιση του Μιλτιάδη το 493 π.Χ. στην Αθήνα, όπου ήρθε φεύγοντας εξαιτίας του περσικού κινδύνου από την Θράκη, μαζί με τους θησαυρούς και πολλούς οπαδούς του, έγινε αιτία να παραμεριστεί αρχικά ο Θεμιστοκλής και η πολιτική του, μολονότι και οι δύο άνδρες είχαν την ίδια σταθερή θέληση να αναλάβουν τον εθνικό αγώνα εναντίον των Περσών.

Ο Μιλτιάδης, με τις εμπειρίες που είχε αποκτήσει στην Ασία βασιζόταν κυρίως στην υπεροχή των οπλισμένων με δόρυ οπλιτών απέναντι στους τοξότες του βασιλιά των Περσών. Έτσι η Αθήνα, ετοιμοπόλεμη υπό την ηγεσία του Μιλτιάδη, περίμενε την επίθεση των Περσών. Κίνδυνος υπήρχε βέβαια και από την κάθε άλλο παρά ασήμαντη ομάδα των τυραννόφιλων που στήριζαν τις ελπίδες τους στους Πέρσες. Με τους τυραννόφιλους συνέπρατταν, άλλωστε, παρά την παλιά εχθρότητά τους και οι Αλκμαιωνίδες από μίσος προς τον Μιλτιάδη.

Η περσική εκστρατεία για την τιμωρία των Αθηναίων ήταν έτσι σχεδιασμένη, ώστε τα αναγκαία στρατεύματα έπρεπε να μεταφερθούν στην Ελλάδα περνώντας με μεταγωγικά πλοία το Αιγαίο. Η μεταφορά έγινε στις αρχές του θέρους του 490 π.Χ. από την Κιλικία, μέσω της Ρόδου, με πρώτο σταθμό την Νάξο, που τιμωρήθηκε για την αντίσταση που είχε προβάλλει το 500 π.Χ.

Κατόπιν οι Πέρσες έφτασαν στη Δήλο, όπου ο Δάτης προσέφερε θυσίες στον Απόλλωνα, και έπειτα κινήθηκαν εναντίον της Ερέτριας. Η αντίσταση των κατοίκων κάμφθηκε, ύστερα μάλιστα από τη βοήθεια που προσέφεραν στους Πέρσες μερικοί προδότες.

Η πόλη καταστράφηκε, ο πληθυσμός μεταφέρθηκε στην Ασία και εγκαταστάθηκε σύμφωνα με τη θέληση του Μ. Βασιλέως στην Αρδέρικκα, στην περιοχή της Κισσίας. Ακολούθησε η κατάληψη ολόκληρης της Εύβοιας. Για τη συμπλήρωση της αποστολής υπολειπόταν η κατάληψη της Αθήνας.

Για το σκοπό αυτό ο περσικός στόλος αποβιβάστηκε στον όρμο του Μαραθώνα, κατά σύσταση του Ιππία, οδηγού και συμβούλου των Περσών, που ήταν πρώην τύραννος της Αθήνας. Ο Ιππίας επέλεξε το μέρος αυτό γιατί ήλπιζε πως οι διάκριοι της περιοχής, παλιοί οπαδοί του πατέρα του, θα τους βοηθούσαν. Παράλληλα θεώρησαν οι Πέρσες αξιωματικοί ότι η τοποθεσία αυτή ήταν κατάλληλη για το ιππικό.

Περσικοί Πόλεμοι: Η Ιωνική επανάσταση

Οι Έλληνες των αποικιών της Μ. Ασίας οι οποίοι είχαν ενσωματωθεί στην Περσική Αυτοκρατορία -ανήκαν στην σατραπεία της Ιωνίας που υπαγόταν στον σατράπη των Σάρδεων- ήταν αναγκασμένοι ως υποτελείς υπήκοοι να πληρώνουν φόρους και να ακολουθούν τους Πέρσες στις πολεμικές επιχειρήσεις τους. Ωστόσο η αυξανόμενη πίεση εκ μέρους της Περσίας τους έκανε να νοσταλγούν-με την πάροδο του χρόνου περισσότερο- την χαμένη ελευθερία.

Δεν είχαν χάσει μόνο την πολιτική ανεξαρτησία, αλλά και την κυριαρχία στο εσωτερικό, δηλαδή το δικαίωμα να ζουν σύμφωνα με τους δικούς τους νόμους, την αυτονομία. Η Περσία ευνοούσε παντού την κατάληψη της εξουσίας από τυράννους, οι οποίοι καταδυνάστευαν τις ελληνικές πόλεις σαν να ήταν Πέρσες τοποτηρητές.

Στο οικονομικό πεδίο επίσης αισθάνονταν οι Έλληνες της Μ. Ασίας διαρκώς εντονότερη την πίεση της Περσικής Αυτοκρατορίας και είχαν μάλιστα χάσει μερικές απόμακρες, σημαντικές για το εμπόριό τους, θέσεις, όπως η Ναύκρατις. Με την εκστρατεία του Δαρείου κατά των Σκυθών (513 π.Χ.) και την υποταγή κατόπιν της νότιας θρακικής παραλίας ως τον Στρυμόνα, που είχε σαν αποτέλεσμα να περιέλθουν στην Περσική κυριαρχία και η βόρεια παραλία του Ελλησπόντου και της Προποντίδας, όπως επίσης οι δυτικές ακτές του Εύξεινου Πόντου, η οικονομική επιρροή των Ιώνων περιορίστηκε ακόμη περισσότερο. Οι προσπάθειες μερικών πόλεων, όπως το Βυζάντιο, η Χαλκηδών, η Πέρινθος κ.ά., να αποφύγουν την περσική κατοχή, δεν είχαν τότε καμιά επιτυχία.

Για τους πολιτικούς, εθνικούς και οικονομικούς αυτούς λόγους υπήρχε από χρόνια στον πληθυσμό των μικρασιατικών αποικιών αναβρασμός, χωρίς όμως να εκδηλώνεται φανερά, έως ότου το 500 π.Χ. οι Ίωνες της Μ. Ασίας μαζί με τη Σάμο, τη Χίο και τη Λέσβο, υποκινηθέντες από τον τύραννο της Μιλήτου Αρισταγόρα, εξεγέρθηκαν προς αποτίναξη του Περσικού ζυγού.

Ο φιλόδοξος Αρισταγόρας (αντικαθιστούσε τον Ιστιαίο που είχε μετακληθεί στα Σούσα) είχε παρακινήσει τον σατράπη των Σάρδεων Αρταφέρνη να οργανώσει κοινή ιωνική-περσική εκστρατεία εναντίον της Νάξου. Όταν όμως η εκστρατεία του απέτυχε και κλονίστηκε έτσι η θέση του στους Πέρσες, γνωρίζοντας το ψυχολογικό κλίμα που υπήρχε στην Ιωνία, κάλεσε τους Ίωνες να αγωνιστούν εναντίον των Περσών, με σκοπό να παίξει αυτός τον πρώτο ρόλο ως ηγέτης και σωτήρας των Ελλήνων.

Μολονότι ο Εκαταίος ο Μιλήσιος που γνώριζε τις απεριόριστες δυνατότητες της Περσικής Αυτοκρατορίας προσπάθησε να αποτρέψει τους Έλληνες από την εξέγερση, η έκκληση του Αρισταγόρα έγινε με ενθουσιασμό δεκτή. Από τη Μίλητο η επανάσταση γρήγορα επεκτάθηκε και στις άλλες παραλιακές πόλεις.

Η επανάσταση θα μπορούσε να πετύχει μόνο αν η μητροπολιτική Ελλάδα τη θεωρούσε και δική της υπόθεση. Αλλά όταν ο Αρισταγόρας ήρθε για το σκοπό αυτό στην Ελλάδα (χειμώνα του 500-499 π.Χ.) οι Σπαρτιάτες απέρριψαν την πρόταση του. Μόνο η Αθήνα έστειλε είκοσι πλοία και η Ερέτρια πέντε. Αυτή ήταν η μόνη βοήθεια που έδωσε η μητροπολιτική Ελλάδα. Η τύχη των Ιώνων είχε κριθεί.

Οι Έλληνες της Μ. Ασίας βέβαια δεν μπορούσαν να ζητήσουν από την Σπάρτη να στείλει δικούς της οπλίτες στην Ασία, ούτε τέθηκε άλλωστε τέτοιο ζήτημα. Αν όμως οι ναυτικές δυνάμεις της Πελοποννησιακής συμμαχίας, η Κόρινθος και η Αίγινα, είχαν στείλει τους στόλους τους και είχαν παρακινήσει έτσι με το παράδειγμά τους τους υπόλοιπους Έλληνες, ο πόλεμος θα είχε καταλήξει ίσως σε επιτυχία, όπως συνέβη είκοσι χρόνια αργότερα εναντίον του Ξέρξη, εφόσον μάλιστα οι Έλληνες της μητροπολιτικής Ελλάδας θα πολεμούσαν στο πλευρό των Ελλήνων της Μ. Ασίας ενώ αργότερα ήταν αναγκασμένοι να πολεμούν εναντίον τους.

Αλλά η Σπάρτη, εκτός από την ιστορικά δικαιολογημένη αποστροφή της προς εξωτερικές και μάλιστα υπερπόντιες επιχειρήσεις είχε και έναν άλλο λόγο για να μην επέμβει. Δεσμευόταν εξαιτίας των εχθρικών της σχέσεων με το Άργος (λίγο αργότερα μάλιστα διεξήγαγε έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο εναντίον του Άργους).

Η Αθήνα που βρισκόταν τότε ακόμη υπό την ηγεσία των Αλκμαιωνιδών ακολούθησε διαφορετική πολιτική, εκείνη που επέβαλλε η μεγάλη στιγμή, τόσο εξαιτίας της φυλετικής συγγένειας με τους Ίωνες όσο και από το φόβο μήπως επανέλθει ο Ιππίας. Οι φόβοι τους επαληθεύτηκαν γιατί λίγο αργότερα ήρθαν στην εξουσία οι τυραννόφιλοι που τήρησαν αυστηρή ουδετερότητα.

Για τους επαναστάτες ήταν ευτύχημα το γεγονός ότι η πολεμική μηχανή της τεράστιας σε έκταση Περσικής Αυτοκρατορίας προετοιμαζόταν με πολύ βραδύ ρυθμό. Έτσι κατόρθωσαν με την πρώτη επίθεση (το 499 π.Χ.) να καταλάβουν τις Σάρδεις των οποίων παρέδωσαν στις φλόγες ως και τα ιερά, που με πρόφαση αυτό αργότερα οι Πέρσες, έκαψαν και αυτοί τα ιερά των Ελλήνων.

Όταν στο Δαρείο έφτασε μήνυμα ότι οι Σάρδεις κυριεύτηκαν και πυρπολήθηκαν από τους Ίωνες και τους Αθηναίους, λένε, ότι όταν το έμαθε δεν έδωσε καμιά σημασία στους Ίωνες επειδή ήξερε καλά πως αυτοί δεν θα τα έβγαζαν πέρα με την αποστασία. Ρώτησε όμως ποιοι ήταν οι Αθηναίοι. Και όταν του είπαν, ζήτησε ένα τόξο, το πήρε, έβαλε ένα βέλος και ρίχνοντάς το στον ουρανό είπε : «Δία, δώσε μου να εκδικηθώ τους Αθηναίους». Μετά την ευχή αυτή πρόσταξε έναν υπηρέτη, όταν έβαζαν να δειπνήσει να του λέει τρεις φορές : «Κύριε, να θυμάσαι τους Αθηναίους».

Η λαμπρή αυτή επιτυχία είχε ως συνέπεια να προσχωρήσουν στην εξέγερση η Καρία, η Λυκία και η Κύπρος. Οι Αθηναίοι κατόπιν, απέσυραν τα πλοία τους, που βρίσκονταν στην Έφεσο γεγονός που προφανώς οφείλεται στις εσωτερικές πολιτικές μεταβολές που συνέβαιναν στην Αθήνα (την κατάληψη της εξουσίας δηλαδή από τους τυραννόφιλους).

Αργότερα όμως ο πόλεμος πήρε άλλη τροπή. Μολονότι ο ιωνικός στόλος νίκησε τον φοινικικό στο ύψος της Σαλαμίνας της Κύπρου, οι Πέρσες ανακατέλαβαν το νησί. Ύστερα απ’ αυτό, οι Πέρσες μοίρασαν τις ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις τους προκειμένου να υποτάξουν τις ελληνικές πόλεις, με αποτέλεσμα αυτές να χάσουν κάθε επαφή μεταξύ τους και να αναγκαστούν να πολεμούν καθεμιά χωριστά. Με ηρωικό σθένος οι επαναστάτες αντιστάθηκαν ακόμη μερικά χρόνια αντιμετωπίζοντας τις κατά πολύ ισχυρότερες δυνάμεις των Περσών ώσπου κατά τη ναυμαχία που έγινε στη Λάδη (495 π.Χ.) το ηθικό τους κατέρρευσε. Η στάση εναντίον των εκλεγμένων ηγετών, οι εσωτερικές έριδες και τελικά η φανερή προδοσία στη μάχη, είχαν ως αποτέλεσμα την ολοκληρωτική ήττα τους.

Το 494 π.Χ. η ως τότε βασίλισσα των ελληνικών πόλεων, η Μίλητος, καταλήφθηκε με έφοδο μετά από ναυτικό αποκλεισμό και καταστράφηκε εντελώς, μαζί με το ναό του Απόλλωνα στα Δίδυμα. Τον πληθυσμό μετέφεραν οι Πέρσες στα Σούσα, και εγκατέστησαν κατόπιν κοντά στις εκβολές του Τίγρη. Τον επόμενο χρόνο οι Πέρσες υπέταξαν και τις τελευταίες πόλεις που ως τότε αντιστέκονταν και επέβαλαν εκ νέου το παλαιό σατραπικό καθεστώς, χωρίς όμως να αυξήσουν τους φόρους.

Τελετές στην Αρχαία Ελλάδα

ΣΥΜΒΟΛΑ

Η Ελληνική Θρησκεία χαρακτηρίζεται για τα πλούσια σύμβολά της. Από το 3000 π.Χ. βρίσκουμε ίχνη του Μεσογειακού Πολιτισμού με κέντρο την Κρήτη, που εξαπλώθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα από τις Μυκήνες. Σύμβολα του κρητο-μυκηναϊκού πολιτισμού είναι οι πέτρες σε μορφή στηλών, τα βουνά, τα σπήλαια, τα ιερά δέντρα, οι βράχοι, ο αριθμός 3 και ιερά ζώα όπως ο ταύρος, τα φίδια, τα περιστέρια, οι αίγες. Η Θεά Μητέρα έχει ως σύμβολο αγάλματα με έντονα τα στοιχεία της γονιμότητας (στήθη και μεγάλες λαγόνες, φίδια γύρω από τα χέρια, τα στήθη και την κόμη της). Η ασπίδα επίσης είναι σύμβολο της πολεμικής όψης της Μεγάλης Θεάς. Ο σταυρός με το ρωμαϊκό του σχήμα, αλλά και ως αγκυλωτός σταυρός, βρίσκεται χαραγμένος στο μέτωπο των ταύρων ή στο γλουτό μιας Θεάς ή σκαλισμένος σε σφραγίδες ή σε μάρμαρα των βασιλικών ανακτόρων. Το πιο χαρακτηριστικό σύμβολο του μινωικού πολιτισμού είναι ο διπλός πέλεκυς ή λάβρυς, όργανο θυσίας και ιερό όπλο του κρητικού Δία. Στη μυκηναϊκή θρησκεία πολλά σύμβολα είναι κοινά με της μινωικής, όπως τα κέρατα του ταύρου ή ο ίδιος ο ταύρος. Κοινό σύμβολο όλων των φάσεων της αρχαιοελληνικής Θρησκείας ήταν το Ιερό Πυρ, που έκαιγε πάντα άσβεστο προς τιμή των εφέστιων και πολιούχων Θεών, καθώς και των ψυχών των προγόνων. Ο Ουρανός, η Γη, ο Ήλιος, η Σελήνη, τα Άστρα, τα ατμοσφαιρικά φαινόμενα και τα στοιχεία της φύσης συμβολίζουν τις ενέργειες των Θεών με τους οποίους συνδέονται. Τα κτερίσματα των τάφων μαρτυρούν τη σύνδεση του σκύλου και του φιδιού με τις επικήδειες λατρείες. Τα άλογα συνδέονται με την Ηλιακή λατρεία και τον Απόλλωνα. Ο ταύρος ήταν ιερός, συμβόλιζε το Δία, ενώ η ιερή αγελάδα συνδέεται με τη "βοώπιδα Ήρα". Ο χοίρος είναι σύμβολο γονιμότητας και θυσιάζεται στις τελετές της Δήμητρας, του Διόνυσου, του Ερμή. Τα φίδια ως σύμβολα εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι την Αθήνα του 5ου αιώνα. Είναι τα ιερά ερπετά της Θεάς Αθηνάς και μάλιστα ένα ιερό φίδι κατοικεί στην Ακρόπολη, στο ναό της Θεάς. Ακόμα το φίδι είναι σύμβολο του Θεού της Ιατρικής Ασκληπιού, του Ερμή και του Απόλλωνα. Οι Πυθικοί Αγώνες θεσπίστηκαν προς τιμή του νεκρού Πύθωνα των Δελφών. Το Κηρύκειο του Ερμή αποτελείται από ένα κεντρικό κλαδί - άξονα, γύρω από το οποίο είναι περιτυλιγμένα δυο φίδια και είναι σύμβολο της ένωσης μεταξύ του ανώτερου και του κατώτερου κόσμου. Ο ίδιος ο Δίας, σε κάποιες εκδοχές μύθων, ήταν ένα τρομερό Φίδι. Τα άλογα και οι ταύροι είναι σύμβολα της θαλάσσιας δύναμης του Θεού Ποσειδώνα. Τα "Παλλάδια" ήταν πέτρες που συμβόλιζαν τη Θεά Αθηνά, της οποίας άλλα σύμβολα ήταν η αγριελιά και η κουκουβάγια. Το παγώνι, σύμβολο του έναστρου ουρανού, συνδέθηκε με τη Θεά Ήρα. Σημαντικά σύμβολα είναι τα άγρια ζώα, οι μεγάλες δυνάμεις της Φύσης, που περιστοιχίζουν τη Μεγάλη Μητέρα με την όψη της "Πότνιας Θηρών".

ΤΕΛΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Πολύ πλούσιες τελετές και εντυπωσιακές γιορτές συναντάμε όμως σε όλο τον τότε γνωστό ελληνικό κόσμο. Θα παρουσιάσουμε εδώ κάποιες από τις βασικότερες τελετές που ήταν δεμένες με την κοινωνική ζωή των δύο πιο σημαντικών Ελληνικών πόλεως την Σπάρτη και την Αθήνα. Σε μερικές θα συναντήσουμε κάποια στοιχεία που φτάνουν μέχρι τις μέρες μας κλεισμένα όμως στην θρησκεία που επικράτησε αργότερα, τον Χριστιανισμό. Πάντως πέρα από αυτές τις συγκεκριμένες που επιλέξαμε να παρουσιάσουμε, υπάρχουνε πάρα πολλές άλλες που αφορούν την λατρεία θεών με αφιερωμένους αγώνες μουσικούς και αθλητικούς, οι οποίοι αγώνες όμως είχαν και σαν στόχο να εντάξουν τους νέους στην κοινωνία και να τους εκπαιδεύσουνε μέσα από την ευγενείς άμιλλα. Ξεκινάμε από τις τελετές που είχαν σχέση με τον πιο σημαντικό θεσμό της αρχαιότητας που ήταν τα "Μυστήρια". Δεν θα μπορούσαμε βέβαια να παραβλέψουμε τα μυστήρια της Σαμοθράκης που θεωρούνται από τα παλαιότερα και στα οποία μυήθηκε και Φίλιππος της Μακεδονίας

ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ

Τελετή Μύησης: Γινόταν πάντα νύχτα κάτω από το φως των δαυλών. Οι υποψήφιοι Μύστες προχωρούσαν στο σκοτάδι κρατώντας λυχνάρια στα χέρια τους, ένα σύμβολο εσωτερικού φωτός που τους βοηθούσε να διώξουν τα σκοτάδια της άγνοιας και της ύλης. Αρχικά προετοιμάζονταν σε ένα δωμάτιο που ονομαζόταν "Ιερή Οικία",εκεί τους φορούσαν έναν χιτώνα μάλλον μαύρου χρώματος Καθώς έπρεπε να προχωρήσουν για να φτάσουν στην μεγάλη αίθουσα του ανακτόρου, περνούσαν πρώτα μπροστά από τον ιερό βράχο, ο οποίος ήταν χωμένος στο βάθος ενός στρογγυλού λάκκου και εκεί κάνανε σπονδές για να έχουν την συμπαράσταση των χθόνιων θεών. Επειτα έπρεπε να κάτσουν πάνω σε μια στρογγυλή εξέδρα που ήταν τοποθετημένη μπροστά στην κεντρική είσοδο και παρακολουθούσαν από εκεί ιερούς τελετουργικούς χορούς και ύμνους που προετοιμάζανε την συνείδησή τους για αυτό που θα συνέβαινε. Στη συνέχεια οδηγούσαν τον υποψήφιο Μύστη στην βόρεια αίθουσα του ανακτόρου όπου και θα λάβαινε χώρα η πραγματική δοκιμασία. Εκεί παρακολουθούσε τελετουργικές παραστάσεις και του αποκαλύπτονταν ιερά σύμβολα τα οποία έπρεπε ο ίδιος έπειτα να ερμηνεύσει. Ο χρόνος όπου γινόταν οι τελετές μύησεις ήταν 9 μέρες. Σε κείνες τις 9 μέρες το νησί πενθούσε και δεν άναβε κανένα φως πουθενά. Αυτές οι 9 μέρες συνοδεύονταν και από νηστεία. Ωσπου έφτανε την τελευταία μέρα το νέο φως που ερχόταν με καράβι από το ιερό νησί της Δήλου. Οι άνθρωποι περιμένανε στο λιμάνι να έρθει το πλοίο από όπου έπαιρναν φως και με αυτό τον τρόπο ξυπνούσε και η εσωτερική τους ανανέωση.

ΕΛΕΥΣΙΝΑ

Η τελετή των Μεγάλων Μυστηρίων της Ελευσίνας είχε διάρκεια 9 μέρες. Την πρώτη μέρα έβγαζαν οι ιερείς από τον ναό τα ιερά απόρρητα και τα απόθεταν στο ιερό της αγοράς το οποίο και ονομαζόταν για αυτό τον λόγο " Ελευσίνιον το εν Αστυ" Με την πανσέληνο κηρύσσονταν από τον ιεροκήρυκα η "παρόρμισιν" που σήμαινε την έναρξη των Μυστηρίων. Την επομένη οι υποψήφιοι Μύστες ντυμένοι στα λευκά και μαζί με τους χοίρους που θα προσφέρανε για θυσία στη θεά Δήμητρα μπαίνανε στη θάλασσα για να καθαρθούν. Η κύρια τελετή ξεκινούσε με μια εντυπωσιακή πομπή προς την Ελευσίνα Μπροστά πηγαίνανε οι ιερείς και οι Μύστες οι οποίοι κρατούσαν στα χέρια τους ράβδο από πλεγμένα κλαδιά (τον βάκχιλο) ακολουθούσαν οι πολιτικοί άρχοντες και ο λαός. Η πομπή περνούσε από μια γέφυρα όπου υπήρχαν κάποιοι μασκοφόροι καθισμένη σε μια γέφυρα οι οποίοι τους έβριζαν από μακριά. (Αυτή η διαδικασία ίσως να συμβόλιζε την δύναμη που πρέπει η ψυχή ώστε οι δύσκολες καταστάσεις που θα συναντήσει να μην μπορέσουν εύκολα να την βγάλουν από τον δρόμο της). Όταν η πομπή έφτανε στο ιερό, τοποθετούσαν τον Ιακχο (ένα άγαλμα που βάζανε μπροστά στην πομπή) και ύστερα χόρευαν και τραγουδούσαν οι Μύστες. Ακολουθούσαν προσφορές θυσιών και γλυκισμάτων, και έφτανε η νύχτα των Μυστηρίων. Οι υποψήφιοι Μύστες μπαίνανε στο Τελεστήριο για να παρακολουθήσουν τα δρώμενα που ήταν η αναπαράσταση του Μύθου της Περσεφόνης.

ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ

Γιορταζόταν κάθε 4 χρόνια τον μήνα Εκατομβαίων (γύρω στις 15 Αυγούστου). Η διάρκεια ήταν 4-10μέρες και ήταν φυσικά αφιερωμένα στην Αθηνά. Ξεκινούσε με χορούς και τραγούδια νέων και νεανίδων πάνω στον ιερό βράχο Την επομένη γινόταν κι εδώ μια μεγάλη πομπή η οποία ξεκινούσε από τον Κεραμικό και κατέληγε στην Ακρόπολη. Στην τελετή συμμετείχε σχεδόν όλος ο Αθηναϊκός λαός. Νέοι και νέες κρατούσαν κλαδιά ελιάς και προσφορές διάφορες για την Αθηνά μέσα σε υδρίες, καλάθια κ.α. όπως βλέπουμε στις αναπαραστάσεις. Την πομπή ακολουθούσαν και ιππείς και άρματα καθώς επίσης και τα ζώα που θα θυσιάζονταν στην Εκατόμβη. Στην κεφαλή της πομπής αυτής ήταν "το πέπλο" της Αθηνάς, το οποίο το είχανε κεντήσει με αναπαραστάσεις της θεάς από την γιγαντομαχία. Το πέπλο βρισκόταν τοποθετημένο πάνω σε μια τριήρη σε ρόδες δεμένο σαν ιστίο. Όταν έφθαναν στην Ακρόπολη το πρόσφεραν στο μεγάλο άγαλμα της θεάς που βρισκόταν εκεί, και έπειτα ξεκινούσαν τις σφαγές των ζώων και τις ετοιμασίες για τις θυσίες. Την τελετή έκλεινε το μεγάλο φαγοπότι που ακολουθούσε τις θυσίες και το ψήσιμο τόσων σφαγείων. Ολος ο λαός καθόταν σε στυλ πικνίκ σε διάφορα σημεία διασκορπισμένος κάτω από δέντρα, ενώ τα πιο σημαντικά πρόσωπα και ιδιαίτερα οι επίσημοι προσκεκλημένοι άλλων πόλεων φιλοξενούνταν σε ειδικά κατασκευασμένες τραπεζαρίες. Την επομένη γινόταν οι αθλητικοί αγώνες και άλλοι όπως π.χ λαμπαδηφορία (δηλαδή σκυταλοδρομία από τον βωμό του Προμηθέα που ήταν στην Ακαδημία έως την Ακρόπολη) ή ευανδρία (δηλαδή ένα είδος καλλιστεία ανδρών)κ.α.

ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΤΕΛΕΤΗ

Αυτή την τελετή την συναντάμε στην Σπάρτη. Πριν ξεκινήσει η μάχη με τον εχθρό, στεκόταν οι στρατιώτες σε παράταξη, έχοντας στα πόδια τους μπροστά τα κράνη και τις ασπίδες τους. Ο Βασιλιάς τελούσε εκείνη την στιγμή μια θυσία στην Άρτεμη, τον Απόλλωνα και τις Μούσες. Σε όλη την διάρκεια της θυσίας, παιζόταν από αυλητές ένας παιάνας προς τιμήν των Διόσκουρων και των προγόνων τους. Αφού οι Μάντεις ολοκλήρωναν την μελέτη των σφαγείων, οι πολεμιστές ξαναφορούσαν τις περικεφαλαίες και τις ασπίδες τους και βάδιζαν προς τον εχθρό ενώ έψελναν δυνατά τον παιάνα.

ΤΕΛΕΤΗ ΤΟΥ θΑΝΑΤΟΥ

Από τα χρόνια του μύθου συναντάμε στην αρχαία Ελλάδα την καύση των νεκρών ως πιο διαδεδομένη, από τον 7ο αι. και μετά εμφανίζεται και η σκέτη ταφή. Πάντως σε γενικές γραμμές αυτό που συνηθιζόταν σε όλες τις ελληνικές πόλεις ήταν περισσότερο η καύση του νεκρού και ακολουθούσε η ταφή της τέφρας με την απόθεση κτερισμάτων. Γίνονταν επικλήσεις στον Ερμή ως ψυχοπομπό, στο στόμα του νεκρού, και αφού πρώτα πλένανε όλο το σώμα του, τοποθετούσαν ένα κέρμα για τον Άδη. Συνηθιζόταν να ακούγονται επικήδειοι σαν τελευταία επαφή με τον νεκρό. Στόλιζαν πρώτα τον τάφο με κορδέλες και στεφάνια από σέλινο, έπειτα ρίχνανε από πάνω λουλούδια και μύρο καθώς επίσης και ένα μίγμα από μέλι γάλα και κρασί (το μελίκρατον). Επίσης καίγανε αποξηραμένα άνθη ή στάχυα, καθώς επίσης σπάζανε πήλινα αγγεία (ένα έθιμο που έφτασε μέχρι τις μέρες μας). Θυσίες κάνανε στα τριήμερα και στα εννιάμερα καθώς επίσης και στα 30ντάμερα (τα δικά μας 40). Το "Περίδειπνο" ακολουθούσε την ταφή και ήταν η συγκέντρωση των συγγενών για φαγητό αφού όμως πρώτα γινόταν ο καθαρμός της οικίας με θυμίαμα και αγιασμό και των ιδίων με πλύσιμο χεριών και κεφαλιού. Στην Σπάρτη το πένθος διαρκούσε έως 10 μέρες, ενώ στην Αθήνα ολοκληρώνονταν με την "τριακάδα θυσία" δηλαδή 30 μέρες.

ΤΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ

Γινόταν συνήθως το μήνα Γαμηλιώνα (Ιανουάριος). Θα ξεκινήσουμε με την τελετή μόνο του γάμου έτσι όπως ήταν στην αρχαία Αθήνα. Ο Γάμος ξεκινούσε με μια τελετή εξαγνισμού της νύφης. Μέσα σε μια υδρία έφερναν νερό από το ποτάμι της καλλιρόης, και έλουζαν με αυτό την νύφη. Το γενικό πρόσταγμα το είχε μια γυναίκα στην ηλικία της μητέρας, την οποία ονόμαζαν "νυμφοστόλο". Παράλληλα με τον στολισμό της νύφης , στο σπίτι συγκεντρώνονταν φίλοι και συγγενείς που έφερναν δώρα. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο του γάμου, που το βλέπουμε και στις διάφορες αναπαραστάσεις, είναι ο πέπλος που σκέπαζε το πρόσωπο της νύφης. Στην συνέχεια αφού είχε στολιστεί η νύφη με δαχτυλίδια περιδέραια κλπ, αφού είχε βάλει το πέπλο και ένα στεφάνι στα μαλλιά της ξεκινούσε η κυρίως τελετή. Όλοι μαζεύονταν μπροστά στο βωμό του Δία και της Ήρας και του Υμέναιου (γαμήλιοι θεοί) και έκαναν προσφορές και θυσίες. Ακολουθούσε ένα μεγάλο φαγοπότι στην μεγάλη αίθουσα του σπιτιού, όπου οι άντρες καθόταν από την μια πλευρά και οι γυναίκες από την άλλη. Όταν άρχιζε να νυχτώνει ξεκινούσανε σαν πομπή με τα δώρα και την προίκα και πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού. Την στιγμή που η νύφη έμπαινε μέσα όλοι της πετούσαν ξερά σύκα και καρύδια. Έπειτα της πρόσφερε (πιθανά η πεθερά) ένα κυδώνι ή ένα χουρμά, σύμβολα γονιμότητας. Το ζευγάρι έμπαινε στον κοιτώνα τους όπου θα επακολουθούσε η αποκάλυψη του πέπλου και οι απ' έξω τραγουδούσαν το "επιθαλάμιον" ένα τραγούδι ειδικό για την περίσταση και έφευγαν. Έτσι τελείωνε και η τελετή. Στην Σπάρτη τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Ο γάμος αντιστοιχούσε κι στο στυλ ζωής της Σπάρτης. Ήταν σημαντικός και ήταν ντροπή για κάποιον σπαρτιάτη να μείνει ανύπαντρος και χωρίς παιδιά. Έτσι λοιπόν όταν έφτανε στην ηλικία των 30 άρπαζε την νύφη και την πήγαινε στο σπίτι του. Εκεί περίμενε ήδη μια γυναίκα η "νυμφεύτρια" η οποία την έπαιρνε και της κούρευε τα μαλλιά σύρριζα. Της φορούσε ένα χοντρό τσουβάλι για νυφικό και κάτι χοντροπάπουτσα και της έβαζε να ξαπλώσει σε ένα κρεβάτι με άχυρα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Εκεί η νύφη περίμενε υπομονετικά τον γαμπρό. Εκείνος όταν έφευγε από το αντρικό συσσίτιο στο οποίο δειπνούσε κάθε βράδυ, έμπαινε σαν κλέφτης στο δωμάτιο της έβγαζε το τσουβάλι και ξάπλωνε για λίγο μαζί της, και μετά έφευγε να κοιμηθεί στον στρατώνα μαζί με τους συντρόφους του. Γενικά στην Σπάρτη η υπόθεση του γάμου ήταν κάτι το οποίο εξελισσόταν στα σκοτεινά.

Η ΤΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΒΑΠΤΙΣΗΣ

Η τελετή της βάπτισης στην Αρχαία Αθήνα γινόταν συνήθως την πέμπτη έβδομη και δέκατη μέρα από την γέννηση του παιδιού. Η τελετή ονομαζόταν "αμφιδρόμια" Πρώτα κρεμούσαν έξω από την πόρτα ένα κλαδί ελιάς για το αγόρι ή μια μάλλινη εσάρπα για το κορίτσι. Σύμβολα ανδρείας και προκοπής αντίστοιχα. Μετά γινόταν καθαρμοί για όλους τους συγγενείς. Μια τροφός έπαιρνε το παιδί και έτρεχε μαζί του γύρω από τον κεντρικό βωμό της εστίας. Έτσι παρουσιάζονταν στην θεά και γινόταν και η επίσημη εισαγωγή του στην κοινωνική ομάδα. Την δέκατη μέρα συγκεντρώνεται πάλι η οικογένεια με τους συγγενείς για θυσία και συμπόσιο. Είναι και η στιγμή όπου ο πατέρας δίνει στο παιδί του όνομά του και οι υπόλοιποι δίνουν δώρα και φυλακτά στο παιδί.

Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και πολιτικοί: Ο Ξενοφώντας


O Ξενοφώντας καταγόταν από πλούσια αθηναϊκή οικογένεια, πήρε αριστοκρατική αγωγή κι έγινε μαθητής του Σωκράτη. Στις πολιτικές του πεποιθήσεις ήταν εχθρός του δημοκρατικού πολιτεύματος και θαυμαστής του σπαρτιατικού τρόπου ζωής. Πιστεύεται ότι ύστερα από το ολιγαρχικό πραξικόπημα του 404 π.Χ. και την εγκαθίδρυση των τριάντα τυράννων, ο Ξενοφώντας ήταν με το μέρος τους και πολέμησε στις γραμμές του ιππικού τους. Μετά την επαναφορά της δημοκρατίας πήρε μέρος στον πόλεμο που κήρυξε ο Κύρος ο νεότερος, διεκδικητής του περσικού θρόνου (ενάντια στον αδελφό του Αρταξέρξη το 2ο βασιλιά των Περσών), και πολέμησε μαζί με τους έλληνες μισθοφόρους. Όταν σκοτώθηκε ο Κύρος, οι έλληνες μισθοφόροι βρέθηκαν αναγκασμένοι να κάνουν μια πολύ επικίνδυνη πορεία. Στον καιρό της πορείας αυτής ο Ξενοφώντας διοικούσε όλο το τμήμα των μισθοφόρων. Όταν γύρισε στις θρακικές ακτές, κατατάχτηκε στο σπαρτιατικό στρατό. Γι΄ αυτό το λόγο καταδικάστηκε ερήμην σε ισόβια εξορία από τη συνέλευση (εκκλησία) του αθηναϊκού δήμου.

Ο Ξενοφώντας είναι θαυμαστής του σπαρτιατικού τρόπου ζωής. Στα "Ελληνικά" εισάγει τις σπαρτιατικές απόψεις και εξιδανικεύει υπερβολικά τον Αγησίλαο, που κάτω από τη διοίκησή του υπηρέτησε στο σπαρτιατικό στρατό. Ύστερα από το κλείσιμο της ανταλκίδειας ειρήνης ο Ξενοφώντας εγκαταστάθηκε στο κτήμα του στην Πελοπόννησο, κοντά στην Ολυμπία, και αφιέρωσε όλο τον ελεύθερο χρόνο του στη συγγραφή των φιλολογικών του έργων. Μετά τον πόλεμο της Σπάρτης ενάντια στη Βοιωτική ομοσπονδία αναγκάστηκε να μετοικίσει στην Κόρινθο. Σ΄ αυτό τον καιρό οι σχέσεις ανάμεσα στην Αθήνα και στη Σπάρτη άλλαξαν και η απόφαση για την εξορία του Ξενοφώντα ακυρώθηκε. Παρ΄ όλα αυτά όμως δεν εγκαταστάθηκε τελικά στην Αθήνα. Ο Ξενοφώντας ήταν ένας από τους πιό γόνιμους έλληνες συγγραφείς. Ανάμεσα σ΄ όλα τα έργα του, το πιό σημαντικό για τη μελέτη των γεγονότων της ελληνικής ιστορίας του 4ου αιώνα π.Χ. είναι τα "Ελληνικά". Τα "Ελληνικά", που συντάχτηκαν σα συνέχεια του έργου του Θουκυδίδη και οι πρώτες γραμμές τους είναι "Υστερα από μερικές μέρες έφτασε ο Θυμοχάρης με μερικά καράβια από την Αθήνα..." - συνεχίζουν ακριβώς το χωρίο, όπου είχε σταματήσει ο Θουκυδίδης. (σσ Αυτή η γνώμη υποστηρίζεται από ορισμένους ερευνητές, που υποθέτουν ότι πρίν από τα λόγια του αποσπάσματος ήταν μια εισαγωγή που είτε χάθηκε αργότερα είτε την παρέλειψαν οι συντάκτες των "Ελληνικών". Βλ. Ξενοφώντα "Ελληνικά", μετάφραση και σχόλια Σ. Ι. Λουριέ, στα Ρωσικά το 1935, σελ. 213-214).

Τα "Ελληνικά" χωρίζονται σε εφτά βιβλία. Αρχίζουν με τα γεγονότα του 411 και τελειώνουν με τη μάχη της Μαντίνειας (362). Το ύφος δεν είναι σ΄ όλο το έργο το ίδιο. Το πρώτο μέρος - τέλος του πελοποννησιακού πολέμου - είναι γραμμένο σ΄ ένα ύφος τραχύ με αυστηρή χρονολογική τάξη, κατά μίμηση του Θουκυδίδη. Ομως στη διήγηση για τη δίκη των αθηναίων στρατηγών των νικητών στις Αργινούσες, που εκτελέστηκαν ύστερα από απόφαση της εκκλησίας του δήμου, ο συγγραφέας κάνει μια ζωντανή αφήγηση και δίνει πολλές λεπτομέρειες. Πιό κάτω η έκθεση πλαταίνει. Μπαίνουν ομιλίες, παρεκβάσεις και μερικές φορές το έργο του Ξενοφώντα μοιάζει με απομνημονεύματα. Υποθέτουν ότι τα "Ελληνικά" γράφτηκαν σε διαφορετικές περίοδες. Ο Ξενοφώντας άρχισε το έργο του αμέσως ύστερα από το 403 και το τελείωσε στα γηρατιά του, την έβδομη δεκαετηρίδα του 4ου αιώνα π.Χ.

Ο Ξενοφώντας είναι από πολλές απόψεις κατώτερος από τον προγενέστερό του ιστορικό, το Θουκυδίδη. Σε διάκριση από το Θουκυδίδη, ο Ξενοφώντας αποδίδει μεγάλη σημασία στην επέμβαση του θείου. Πιστεύει στα όνειρα, στους χρησμούς και ο ίδιος δεν επιχειρεί τίποτε σοβαρό, χωρίς να συμβουλευτεί τη θέληση του θείου. Δε μπόρεσε να υψωθεί ούτε ως την κατανόηση του ρόλου της προσωπικότητας, που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του Θουκυδίδη. Στον Ξενοφώντα η ιστορία υποβιβάζεται συχνά σε πάλη ανάμεσα στα ξεχωριστά πρόσωπα, σε ιστορία των στρατηλατών. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε τον υποκειμενικό χαρακτήρα των έργων του Ξενοφώντα. Το έργο του είναι διαποτισμένο από το θαυμασμό για το σπαρτιατικό τρόπο ζωής (φιλολάκων). Υπερβάλλει και υπερεκτιμά το ρόλο του βασιλιά της Σπάρτης Αγησίλαου, αρχηγού και προστάτη του. Παραλείπει μια σειρά περιστατικά, χωρίς αμφιβολία συνειδητά. Σε μερικές περιπτώσεις ο Ξενοφώντας είναι υπερβολικά σύντομος. Ο.χ., δε μιλάει καθόλου για το σχηματισμό της δεύτερης ναυτικής αθηναϊκής συμμαχίας (378), και αναφέρει μόνο πεταχτά τη σημαντική ναυμαχία της Κνίδου (394), που τελείωσε με την ήττα των Σπαρτιατών. Το ρόλο του Πελοπίδα και του Επαμεινώνδα, εμπνευστών της Βοιωτικής ομοσπονδίας, που πάλεψαν ενάντια στη Σπάρτη, τον αποσιώπησε.

Παρ΄ όλες αυτές τις ελλείψεις τα "Ελληνικά" του Ξενοφώντα έχουν μια σειρά προτερήματα. Βρίσκουμε σ΄ αυτά αυθεντικό υλικό. Ο Ξενοφώντας έγραψε πολλά από προσωπικές αναμνήσεις κι επειδή είχε φιλικές σχέσεις με διάφορους, μεγάλους πολιτικούς άνδρες της εποχής, ήταν καλά πληροφορημένος. Ο Ξενοφώντας έγραψε σε γλώσσα απλή και καθαρή, γι΄ αυτό θεωρούνταν πάντα ένας καλός στυλίστας και στην αρχαιότητα είχε ονομαστεί για την απλή και στρωτή έκθεσή του "αττική μέλισσα". Τα "Ελληνικά" του Ξενοφώντα είναι ως ένα βαθμό απομνημονεύματα. Κι ένα άλλο έργο του Ξενοφώντα, η "Κύρου Ανάβασις" έχει επίσης χαρακτήρα απομνημονευμάτων. Στο έργο αυτό περιγράφεται η εκστρατεία ενός τμήματος ελλήνων μισθοφόρων στα βάθη του περσικού βασιλείου: η πάλη τους στο πλευρό του Κύρου του νεότερου, η μάχη στα Κούναξα κι ύστερα η σκληρή πορεία τους από τη Μεσοποταμία ως τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ξενοφώντας υπερβάλλει το ρόλο του σ΄ αυτή την εκστρατεία. Τα ίδια τα γεγονότα, που περιγράφτηκαν από τον Ξενοφώντα στην "Ανάβασή" του, έχουν δευτερεύουσα σημασία. Για τον ιστορικό έχει μεγαλύτερη αξία η περιγραφή των περιοχών που πέρασε το τμήμα, καθώς και η περιγραφή της ζωής και της ψυχολογίας του στρατού των ελλήνων μισθοφόρων, που αποκτούσαν όλο και μεγαλύτερη σημασία.

Η πραγματεία του Ξενοφώντα "Κύρου Παιδεία", που μιλάει για την αγωγή του Κύρου του νεότερου, αποτελεί ένα ιδιόμορφο ουτοπικό μυθιστόρημα, που καθρεφτίζει τις μοναρχικές τάσεις του Ξενοφώντα και που απ΄ την άποψη αυτή είναι ο πρόδρομος των μελλοντικών δημοσιολόγων της ελληνιστικής εποχής. Στην πραγματεία του "Λακεδαιμονίων Πολιτεία" ο Ξενοφώντας εξιδανικεύει το πολιτικό καθεστώς της Σπάρτης. Παρά το μεροληπτικό χαρακτήρα του αυτό το έργο είναι αξιόλογο για την ιστορία της Σπάρτης, που δεν έχει αναπαρασταθεί ικανοποιητικά από τις πηγές που διαθέτουμε. Για την ιστορία της ελληνικής φιλοσοφίας και για το χαρακτηρισμό του αθηναϊκού τρόπου ζωής είναι αξιόλογο το έργο του "Σωκράτους Απομνημονεύματα". Ο Σωκράτης ήταν δάσκαλος του Ξενοφώντα. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι δε μας αποδίδει καθόλου με ακρίβεια τη φιλοσοφική διδασκαλία του Σωκράτη, που φαίνεται ότι δεν την κατάλαβε αρκετά καλά. Για την οικονομική ιστορία της Ελλάδας είναι αξιοσημείωτο το έργο του Ξενοφώντα "Οικονομικός λόγος" ή "Περί οικονομίας". Η μελέτη αυτή είναι μια συζήτηση πάνω στα πιό κατάλληλα μέσα για τη διεύθυνση της οικονομίας. Είναι επίσης αξιόλογη η μελέτη "Πόροι ή περί προσόδων της αθηναϊκής πολιτείας και αυξήσεως αυτών", όπου μιλάει για το πώς πρέπει να αναδιοργανωθούν τα οικονομικά της Αθήνας, χωρίς να επιβαρυνθούν οι σύμμαχοι. Ομως σχετικά με το έργο αυτό αμφισβητείται πολλές φορές η πατρότητα του Ξενοφώντα, αλλά χωρίς σοβαρές αποδείξεις.

Σύγχρονος του Ξενοφώντα ήταν ο φιλόσοφος Πλάτωνας (427-347) που τα έργα του έχουν μεγάλη σημασία όχι μονάχα για την ιστορία της φιλοσοφίας, αλλά και για την κοινωνικοπολιτική ιστορία. Ο Πλάτωνας έχει εκθέσει τις κοινωνικοπολιτικές απόψεις του σε δυό έργα: "Πολιτεία" και "Νόμοι". Ο Πλάτωνας είναι από πεποίθηση αντίπαλος της δημοκρατίας και γι΄ αυτό το έργο του μας δίνει μεροληπτική εικόνα, αν και ζωντανή, της πολιτικής ζωής της εποχής του. Ο Πλάτωνας, που έζησε σε μια περίοδο οξυμένης ταξικής πάλης στην Αθήνα, είχε τη γνώμη ότι η δημοκρατία οδηγούσε το αθηναϊκό κράτος στο γκρεμό κι επεξεργάστηκε ένα σχέδιο ιδανικού κράτους, ένα σχέδιο που ανταποκρινόταν στα ταξικά συμφέροντα της αριστοκρατίας. Υστερα από τον Πλάτωνα ο μαθητής του Αριστοτέλης, αναπτύσσει το θέμα για το κράτος. Σ΄ αντίθεση με το δάσκαλό του, ο Αριστοτέλης προσπαθεί να διατυπώσει τα συμπεράσματά του για το κράτος, πάνω στη βάση της ανάλυσης της ιστορίας και της πολιτικής διάρθρωσης των διαφόρων κρατών. Ο Αριστοτέλης και οι μαθητές του έγραψαν 150 μελέτες αφιερωμένες στις διάφορες πολιτείες-κράτη. Αυτά τα έργα θεωρούνταν χαμένα, αλλά στις αρχές της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα βρέθηκε ανάμεσα σε παπύρους το κύριο έργο αυτού του είδους, η πραγματεία του Αριστοτέλη "Αθηναίων πολιτεία".
Απο το ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα (3)

Στην πρώτη σύγχρονη Ολυμπιάδα του 1896 καθιερώθηκε και το αγώνισμα του μαραθωνίου. Ονομάστηκε έτσι από τον Μαραθώνα και η ιστορία του σχετίζεται με τον Αθηναίο δρομέα και αγγελιοφόρο Φειδιππίδη. Το 490 π.Χ. ο βαρβαρικός λαός των Περσών επιτέθηκε απρόκλητα στην Ελλάδα. Οι Πέρσες αγκυροβόλησαν τον στόλο τους στον κόλπο του Μαραθώνα στην Αττική. Τότε οι Αθηναίοι έστειλαν τον Φειδιππίδη στη Σπάρτη για να ζητήσει στρατιωτική βοήθεια. Ο Φειδιππίδης κάλυψε απόσταση 1140 σταδίων (211128 μέτρα) σε 48 ώρες (!) τρέχοντας να προλάβει να μεταφέρει το αίτημα για βοήθεια. Τελικά η Σπάρτη, εξαιτίας του πολέμου με τους Μεσσηνίους, δεν πρόλαβε να στείλει εγκαίρως βοήθεια στην Αθήνα. Έτσι 10000 Αθηναίοι και 1000 Πλαταιείς (οι Πλαταιές ήταν αρχαία πόλη της Βοιωτίας) αντιμετώπισαν δύναμη δεκάδων χιλιάδων Περσών (πάνω από 100000). Τελικά, οι Έλληνες νίκησαν με μόνον 192 νεκρούς, ενώ οι νεκροί Πέρσες ήταν αναρίθμητοι! Ο Φειδιππίδης, που ήταν οπλίτης στην μάχη, ανέλαβε να μεταφέρει το μήνυμα της νίκης στην Αθήνα. Έτσι, διήνυσε απόσταση 42. 195 μέτρων από τον Μαραθώνα στην Αθήνα. Όταν έφτασε στην Αθήνα φώναξε την φράση ``νενικήκαμεν΄΄ και σωριάστηκε νεκρός από την εξάντληση. Στην Ολυμπιάδα του 1896 της Αθήνας, ο νικητής του μαραθωνίου ήταν ο Σπύρος Λούης, ένας απλός αγρότης από το Μαρούσι που οι φίλοι του έπεισαν να τρέξει στον μαραθώνιο!!! Επίσης, αργυρό μετάλλιο στον μαραθώνιο της Ολυμπιάδος του 1896 πήρε ο Χαρίλαος Βασιλάκος. Για πληροφορίες σχετικά με τους ολυμπιακούς αγώνες υπάρχει στο διαδίκτυο η ηλεκτρονική διεύθυνση του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού: www.olympics.ime.gr

Σε κάθε Ολυμπιάδα η άφεση της ολυμπιακής φλόγας γίνεται στην Ολυμπία με ειδικό κάτοπτρο που εστιάζει τις ηλιακές ακτίνες στην δαυλό. Από την Ελλάδα η ολυμπιακή φλόγα μεταφέρεται στον τόπο διεξαγωγής των ολυμπιακών αγώνων.

Γενικά, στην αρχαία Ελλάδα όλοι οι νέοι γυμνάζονταν στα γυμναστήρια και το ανδρικό κάλλος με το γυμνό αθλητικό σώμα φαίνεται στα ανεπανάληπτα γλυπτά, τις ζωφόρους και τις μετώπες (διακοσμημένα με ανάγλυφες παραστάσεις τμήματα των ναών ιωνικού και δωρικού ρυθμού, αντίστοιχα), τις επιτύμβιες στήλες (για τους νεκρούς) και τις απεικονίσεις (αγγεία, ψηφιδωτά, τοιχογραφίες, νωπογραφίες) των αρχαίων Ελλήνων. Το αθλητικό σώμα, με την μοναδική απόδοση του γυμνού ανδρικού κάλλους, απεικονιζόταν στην τέχνη συνήθως με άνδρες που μάχονταν γυμνοί σε πραγματικές ή μυθολογικές μάχες, με εικόνες από την ελληνική μυθολογία και εικόνες της καθημερινής ζωής. Απεικονιζόταν, επίσης, σε αγάλματα όπως ήταν αγάλματα θεών (για παράδειγμα ο Ποσειδώνας ή ο Ερμής του Πραξιτέλους), αθλητών (για παράδειγμα ο δισκοβόλος του Μύρωνα) ή εφήβων και νέων όπως ο Διαδούμενος του Πολυκλείτου, ο αθλητής Αγίας και ο Αποξυόμενος αθλητής του Λυσίππου, ο έφηβος των Αντικυθήρων κ. α. Επίσης, οι ναοί και τα γυμναστήρια των αρχαίων Ελλήνων ήταν στολισμένα με αγάλματα γυμνών αθλητών. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός αυτό για τους ναούς. Όμως, οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων τέρπονταν με το σωματικό κάλλος και δεν σκανδαλίζονταν. Ήθελαν οι νέοι της χώρας να έχουν καλαίσθητο σώμα...

Οι Έλληνες νέοι αγαπούσαν τη γυμναστική. Άλλωστε, ο αθλητισμός ήταν απαραίτητο μέρος της αγωγής των νέων. Σε πολλές πόλεις, όπως η αρχαία Αθήνα και η Σπάρτη, το πρόγραμμα της γυμναστικής καθοριζόταν με νόμο. Στην Αθήνα, ο Αθηναίος νομοθέτης Σόλωνας κατέστησε το μάθημα της γυμναστικής υποχρεωτικό. Η πολιτεία έδινε τεραστία σημασία στη γυμναστική αγωγή όλων των νέων, γιατί οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι η υγειά του σώματος πρέπει να συμβαδίζει με την πνευματική ανέλιξη. Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν χαρακτηριστικά: ``νούς υγιής εν σώματι υγιεί΄΄. Ο Πλάτων έλεγε ότι η σωματική αδυναμία και καχεξία συμβαδίζουν με την δειλία, ενώ το γέρο σώμα προσφέρει υγειά, αυτοπεποίθηση και θάρρος στα προβλήματα της ζωής.

Ο Αριστοτέλης έθεσε τον ορισμό της επιστήμης της φυσικής αγωγής, λέγοντας ότι εξετάζει το είδος της εκγύμνασης που ταιριάζει σε όλους, αφού αποσκοπεί στην γυμναστική εκπαίδευση όλων και όχι μόνων αυτών με φυσικά σωματικά χαρίσματα. Κατά τον Αριστοτέλη ο σκοπός της γυμναστικής είναι παιδαγωγικός και αισθητικός. Επίσης, ο Αριστοτέλης έλεγε ότι η γυμναστική δεν πρέπει να περιλαμβάνει ακρότητες που καταστρέφουν την σωματική αρμονία. Όπως αναφέρθηκε και στο κεφάλαιο ``Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι΄΄, ο Αριστοτέλης ήταν γενικά υπέρ του μέτρου στη ζωή.
Γυρνώντας στην αρχαία Ελλάδα, όλοι γυμνάζονταν από την παιδική τους ηλικία μέχρι την μέση ηλικία! Σε όλες της πόλεις υπήρχαν δημόσιες παλαίστρες και γυμνάσια. Η γυμναστική αγωγή των νέων άρχιζε από τα 8 τους χρόνια. Τα παιδιά των πλουσίων άρχιζαν πιο πρώιμα την γυμναστική, αφού η οικονομική κατάσταση των γονέων τους, τους επέτρεπε να έχουν προσωπικούς γυμναστές. Στην αρχαία Αθήνα, όπως αναφέρθηκε αλλού, υπήρχε η λειτουργία της ``γυμνασιαρχίας΄΄. Σε αυτήν οι εύποροι βοηθούσαν οικονομικά το κράτος να συγκεντρώσει χρήματα για την εξάσκηση των αθλητών και την διακόσμηση των αγωνιστικών χώρων. Αναφέρθηκε και πριν ότι οι ναοί και οι παλαίστρες ήταν στολισμένοι με αγάλματα γυμνών αθλητών. Σχετικά με τους ναούς, υπενθυμίζεται ότι στην αρχαία Ελλάδα σε αντίθεση με τη σύγχρονη σε όλους τους θρησκευτικούς χώρους υπήρχαν παλαίστρες, στάδια και γυμνάσια (γυμναστήρια).

Οι νέοι στην αρχαία Ελλάδα γυμνάζονταν στις παλαίστρες. Η παλαίστρα ήταν ένας ανοιχτός τετράγωνος χώρος που περιβάλλετο από τοίχους. Εκεί οι νέοι επιδίδονταν σε όλα τα αθλήματα, εκτός φυσικά από τον δρόμο που γινόταν στο στάδιο. Στην παλαίστρα υπήρχε και το σκάμμα που χρησίμευε για το αγώνισμα της πάλης. Στις παλαίστρες υπήρχαν χώροι όπως αποδυτήρια, δωμάτια με πάγκους για την ξεκούραση των αθλουμένων, λουτρά, καθώς και χώροι στους οποίους πουλούσαν άρωμα και λαδί με τα οποία άλειφαν το σώμα τους οι άνδρες. Στις παλαίστρες και τα γυμνάσια υπήρχαν παιδαγωγοί και υπάλληλοι που επιτηρούσαν τους νέους. Ο δάσκαλος της σωματικής αγωγής ήταν ο ``παιδοτρίβης΄΄ που σημαίνει γυμναστής. Οι αθλούμενοι ασκούνταν υπό τις οδηγίες του γυμναστή ο οποίος κρατώντας ένα μακρύ μπαστούνι τους έδειχνε τις ασκήσεις.

Οι νέοι γυμνάζονταν γυμνοί και αλειμμένοι με λαδί και άμμο. Δεν είναι τυχαία αυτά. Άλλωστε, η σύγχρονη ιατρική έχει διαπιστώσει ότι το λαδί εμπεριέχει την βιταμίνη Ε που έχει αναζωογονητικά στοιχεία για το δέρμα και σήμερα χρησιμοποιείται σε καλλυντικά και σαμπουάν, ενώ παλιότερα πολλές γυναίκες στην Ελλάδα, χωρίς να ξέρουν για την βιταμίνη Ε, έπλεναν τα μαλλιά τους με ελαιόλαδο, για να διατηρήσουν τη ζωντάνια τους. Σε ό, τι αφορά την άμμο, είναι γνωστές οι ευεργετικές επιδράσεις στο δέρμα και η ψυχική χαλάρωση που προσφέρουν τα αμμόλουτρα. Άλλωστε, πέρα από τα δημόσια ή ιδιωτικά λουτρά, δεκάδες άνθρωποι κάνουν αμμόλουτρα σε περιοχές όπως στη Μαύρη Θάλασσα. Επίσης, σχετικά με τα αρώματα που αλείφονταν οι αρχαίοι Έλληνες, είναι γνωστό ότι τα αιθέρια έλαια δημιουργούν ψυχική ευεξία και καταπολεμούν κάποιες ασθένειες και το άγχος (βλ. λεβάντα). Σήμερα υπάρχει και ο παραϊατρικός κλάδος της αρωματοθεραπείας την οποία εφαρμόζουν και οι χειρομαλάκτες (μασέρ). Άρα δεν γινόταν τίποτα τυχαία στην αρχαία Ελλάδα.

Στα ελληνιστικά χρόνια (323 - 30 π.Χ.), σε όλες τις πόλεις που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος (7)και οι διαδόχοι του στην Αίγυπτο και τη νοτιοδυτική Ασία υπήρχαν γυμνάσια (γυμναστήρια). Μάλιστα, τα γυμνάσια αυτά δεν ήταν μόνον χώροι άθλησης, αλλά και χώροι πνευματικών ζυμώσεων και κοινωνικών συναθροίσεων. Οι απόφοιτοι των γυμνασίων οργανώνονταν σε συλλόγους. Τα γυμνάσια αρχιτεκτονικά ήταν ανοιχτά στην πόλη και υπήρχαν εξέδρες που ήταν ανοιχτοί χώροι στους οποίους γίνονταν δημόσιες συζητήσεις και διαλέξεις!!! Στην αρχαία Ελλάδα οι αθλούμενοι γυμνάζονταν υπό τους απαλούς ήχους του αυλού που έπαιζε κάποιος αυλητής, εν αντιθέσει με την δυνατή και απαίσια μουσική των συγχρόνων ιδιωτικών γυμναστήριων. Στο τέλος της γυμναστική τους, οι ασκούμενοι καθάριζαν το σώμα τους από το λαδί και την άμμο με τη ``στλεγγίδα΄΄, μια ξύστρα με λαβή. Γνωστό είναι και το άγαλμα του χαλκοπλάστη Λυσίππου του Σικιώνιου (4ος αιώνας π.Χ.) που απεικονίζει έναν αθλητή αποξυόμενο (το αντίγραφο του αγάλματος φυλάσσεται στο μουσείο των Δελφών). Μετά τη απόξεση οι νέοι έκαναν μπάνιο, πάντα γυμνοί, σε μια πέτρινη γούρνα.

Μιας και γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι οι άνδρες γυμνάζονταν γυμνοί, αυτό δεν ήταν τυχαίο γιατί τους απομάκρυνε την ντροπή και τους έκανε να νιώθουν περήφανοι για το σώμα τους. Τα αγόρια στην αρχαία Ελλάδα γυμνάζονταν μόνα τους, ενώ τα κορίτσια με εξαίρεση την αρχαία Σπάρτη δεν γυμνάζονταν, γιατί δεν χρειαζόταν φυσικά να έχουν καλογυμνασμένους μύες και δεν είχαν πρόβλημα περιττών κιλών. Στην αρχαία Ελλάδα η υγιεινή διατροφή και η περιποίηση της γυναίκας με φυσικά καλλυντικά, είχε ως συνέπεια να έχει σωματικό κάλλος, χωρίς να σηκώνει βάρη στις παλαίστρες.

Επιστρέφοντας στη γυμναστική των αρχαίων Ελλήνων, αξίζει να γίνει αναφορά στα ``γυμνάσια΄΄ που ήταν σύνολο αθλητικών ασκήσεων που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες για την ενδυνάμωση του μυοσκελετικού τους συστήματος. Όπως προαναφέρθηκε η ονομασία τους οφείλεται στο ότι οι αρχαίοι Έλληνες γυμνάζονταν γυμνοί. Τα γυμνάσια περιλάμβαναν τις ασκήσεις της ``αλτηροβολίας΄΄, της ``χειρονομίας΄΄, της ``σκιαμαχίας΄΄, του ``πιτυλίζειν΄΄, του ``ανατροχασμού΄΄ και του ``περιτροχασμού΄΄. Η αλτηροβολία ήταν άσκηση που γύμναζε τους μυς του κορμού και σε αυτήν γίνονταν συνεχόμενες άρσεις αλτήρων του άλματος εις μήκος. Η χειρονομία ήταν άσκηση που γύμναζε τους μυς του κορμού και των άνω άκρων. Σε αυτήν οι αθλητές μιμούνταν τις κινήσεις του αθλήματος της ``πυγμής΄΄, δηλαδή της πυγμαχίας, με φανταστικό αντίπαλο.

Η σκιαμαχία ήταν άσκηση που γύμναζε τους μυς του κορμού, καθώς και των χεριών. Στη σκιαμαχία οι αθλητές μιμούνταν κινήσεις οπλομαχίας, χωρίς αντίπαλο. Κάτι σαν τα ``κάτα΄΄ του καράτε!!! Το πιτυλίζειν ήταν άσκηση για την ενδυνάμωση του κορμού και των χεριών. Σε αυτήν οι αθλητές μιμούνταν τις κινήσεις της κωπηλασίας. Ο ανατροχασμός και ο περιτροχασμός ήταν ασκήσεις για την ενδυνάμωση των μυών των ποδιών. Στον ανατροχασμό οι αθλητές έτρεχαν προς τα πίσω, ενώ στον περιτροχασμό έτρεχαν κυκλικά στο στάδιο. Οι παραπάνω ασκήσεις είναι πολύ καλές, όχι απλά για προθέρμανση, αλλά και για την διάταση και την ενδυνάμωση των μυών. Σημειώνεται ότι η προθέρμανση και οι διατάσεις των μυών είναι απαραίτητες πριν την άθληση, για την καλύτερη ενδυνάμωση, καθώς και για την αποφυγή των μυϊκών τραυματισμών.

Στην αρχαία Ελλάδα οι αθλητές στις παλαίστρες ενδυνάμωναν τους μυς τους με την άρση αλτήρων τους οποίους χρησιμοποιούσαν και στο άλμα εις μήκος. Υπήρχαν και πολλά άλλα αγωνίσματα με τα οποία ασχολούνταν οι αρχαίοι Έλληνες, πέρα από αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω. Υπήρχαν αθλήματα όπως η τοξοβολία, η ρίψη σφαίρας και σφύρας, η κωπηλασία, ο ακοντισμός, η σκυταλοδρομία και άλλα. Αξιοσημείωτον είναι ότι οι αρχαίοι Έλληνες έπαιζαν και κάποιο είδος παιχνιδιού με μπάλα!!! Το παιχνίδι αυτό έμοιαζε με την πετοσφαίριση (βόλεϊ), χωρίς φυσικά δίχτυ. Ήταν παιχνίδι με τόπι. Το απίστευτο είναι πως στην αρχαία Ελλάδα έπαιζαν και κάποιο παιχνίδι που αντιστοιχεί στο σημερινό εγγλέζικο κρίκετ!!! Συγκεκριμένα, κάθε παίχτης κρατούσε μία βακτηρία (μπαστούνι) γυρισμένη ανάποδα. Με τη λαβή της βακτηρίας έπαιζαν το παιχνίδι χτυπώντας στο έδαφος μια σφαίρα. Υπάρχει και ανάγλυφη παράσταση με το παιχνίδι. Το τόπι που προαναφέρθηκε απεικονίζεται σε αγγειογραφία. Tα αθλήματα του κλασσικού αθλητισμού δημιουργήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες.

Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα (2)

Οι ολυμπιακοί αγώνες ετελούντο κάθε 49 ή 50 μήνες (περίπου 4 χρόνια) στην Ολυμπία και αρχικώς είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα. Αρχικά διαρκούσαν μια ημέρα, ενώ μετά την 77η Ολυμπιάδα 2 μέρες και τον 5ο αιώνα π.Χ. 5 μέρες. Όταν καθιερώθηκαν οι 5 ημέρες στους ολυμπιακούς αγώνες, την 1η ημέρα γινόταν η προσέλευση των αθλητών, οι καθιερωμένες θυσίες στους θεούς, η κρίση των αθλητών, η ορκωμοσία τους στο βουλευτήριο και η ανακοίνωση της πόλεως καταγωγής τους. Την 2η ημέρα γίνονταν αγώνες παίδων. Την 3η ημέρα γίνονταν αγώνες ανδρών. Την 4η ημέρα γίνονταν στον ιππόδρομο ιππικοί αγώνες, αρματοδρομίες και το πένταθλον. Στις αρματοδρομίες οι αθλητές αγωνίζονταν με το ``τέθριππον΄΄, άρμα που το έσερναν 4 άλογα. Το πένταθλον περιλάμβανε: αγώνες άλματος εις μήκος, δισκοβολίας, πάλης, ακοντισμού και δρόμου ταχύτητας. Σήμερα γίνεται με την ίδια μορφή, μόνον που η πάλη έχει αντικατασταθεί από τον δρόμο ημιαντοχής. Την 5η ημέρα γινόταν η στέψη των ολυμπιονικών και η δωρεάν σίτισή τους στο πρυτανείο.

Τα αγωνίσματα στους ολυμπιακούς αγώνες διακρίνονταν στα ``δρομικά΄΄, τα ``ριπτικά΄΄ και τα ``παλαιστικά΄΄. Τα δρομικά ήταν το ``στάδιον΄΄ (δρόμος σε απόσταση 185. 2 μέτρα), ο ``δίαυλος΄΄ (δρόμος 2 σταδίων) και ο ``δόλιχος΄΄ που ήταν δρόμος αντοχής αρχικά σε 7 στάδια, αργότερα σε 8 στάδια, μετά σε 12 και τελικά σε 24 στάδια, δηλαδή 4444. 8 μέτρα. Επίσης, υπήρχε και ο δρόμος των αθλητών που φορούσαν περικεφαλαία και κρατούσαν ασπίδα. Τα ριπτικά αγωνίσματα ήταν ο ακοντισμός και η δισκοβολία. Τα παλαιστικά αγωνίσματα ήταν η πάλη, η πυγμαχία και το ``παγκράτιον΄΄. Τα παγκράτιον ήταν σύνθετο αγώνισμα από πυγμαχία και πάλη. Στα παλαιστικά αθλήματα νικητής ήταν αυτός που κατάφερνε να κάνει τον αντίπαλό του να παραδεχθεί την ήττα του. Στο παγκράτιον αναφέρονται πολλές περιπτώσεις αθλητών που αγωνίστηκαν μέχρι θανάτου, μη δεχόμενοι να δεχθούν την ήττα τους. Τότε οι συναθλητές τους μπορούσαν ακόμα και να τους στραγγαλίσουν και να τους σκοτώσουν με τις λαβές και τα χτυπήματά τους... Η βιαιότητα αυτή σχετιζόταν καθαρά με την έννοια της τιμής του αθλητή να μην παραδεχθεί την ήττα του. Στην πυγμαχία δεν επιτρέπονταν χτυπήματα στο σώμα. Νικητής ήταν αυτός που με χτύπημα στο πρόσωπο έριχνε ``νοκ άουτ΄΄ τον αντίπαλό του. Τέλος υπήρχε και το αγώνισμα ``συνωρίς΄΄ ή ``ξυνωρίς΄΄ που ήταν η αρματοδρομία.

Από το 884 π.Χ. στους ολυμπιακούς αγώνες οι νικητές έπαιρναν για έπαθλο ένα απλό στεφάνι από κότινο(αγριελιά), έπειτα από συμβουλή της Πυθίας στον Ίφιτο. Πριν το 884 π.Χ. το βραβείο τους ήταν ο ``μήλειος καρπός΄΄, δηλαδή ζώα (πρόβατα) ή φρούτα. Όταν οι νικητές των αγώνων επέστρεφαν στην πόλη τους, τότε οι συμπολίτες τους εις ένδειξη τιμής γκρέμιζαν μέρος από τα τείχη της πόλης για να περάσουν οι αθλητές που δόξασαν τον τόπο τους. Τα αθλήματα και οι αγώνες των αρχαίων Ελλήνων πέρασαν και στους άλλους λαούς. Οι Ρωμαίοι τα αντέγραψαν. Βασικά, οι Ρωμαίοι γνώρισαν τον ελληνικό αθλητισμό από τις παλαίστρες και τους αγώνες που γίνονταν στις ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας. Δεδομένου ότι γυμναστήρια και αγώνες υπήρχαν σε όλες τις ελληνικές αποικίες (Μεσόγειος, Μ. Ασία, Μαύρη Θάλασσα), το ελληνικό αθλητικό ιδεώδες μεταφέρθηκε πρώιμα και στους άλλους λαούς. Έτσι, οι Έλληνες δημιούργησαν τον κλασσικό αθλητισμό ο οποίος σήμερα έχει αλλοτριωθεί πλήρως.

Το 80 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας λαφυραγώγησε τα ιερά της Ολυμπίας. Επί ρωμαϊκής κατοχής της Ελλάδος οι ολυμπιακοί αγώνες εμπορευματοποιήθησαν και οι αθλητές έγιναν επαγγελματίες, ώστε η Ρώμη να κομπιάζει για τους νικητές της. Επίσης, η υπερεξειδίκευση στην άσκηση οδήγησε σε σώματα αθλητών με όγκο, χωρίς αρμονία. Από το 212 μ.Χ. με διάταγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου Αντωνίνου Καρακάλλα μπορούσαν να συμμετέχουν στους ολυμπιακούς αγώνες αθλητές που ήταν Ρωμαίοι πολίτες, δηλαδή από όλη την ρωμαϊκή επικράτεια. Τελικά, οι ολυμπιακοί αγώνες και τα Πύθια καταργήθηκαν το 393 μ.Χ. με διάταγμα του βυζαντινού αυτοκράτορα Μεγάλου Θεοδοσίου (αυτοκράτορας στο διάστημα 379 - 395), γιατί τα θεώρησε ειδωλολατρικές εκδηλώσεις. Ήταν η εποχή που ο χριστιανισμός είχε καταλήξει σε θρησκευτικό φανατισμό, με την κατεδάφιση αρχαιοελληνικών μνημείων, των διωγμό και την εκτέλεση των εθνικών (θεωρούσαν τους εθνικούς ως ειδωλολάτρες) και την κατάργηση των πανελληνίων αγώνων. Παρά ταύτα, σύμφωνα με ενεπίγραφη πλάκα που βρέθηκε, οι Έλληνες μάλλον συνέχισαν την τέλεση των ολυμπιακών αγώνων μέχρι το 741 μ.Χ.!!!

Οι ολυμπιακοί αγώνες αναβίωσαν μετά την ελληνική επανάσταση του 1821 και την εκδίωξη των Τούρκων κατακτητών. Η πρώτη πρόταση για την αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων διατυπώθηκε στην Κεφαλλονιά το 1797, επί γαλλικής κατοχής των Επτανήσων. Αργότερα, το 1833 ο ποιητής Παναγιώτης Σούτσος (1806 - 1868), που εισήγαγε τον ρομαντισμό στην Ελλάδα, διατύπωσε στο ποίημά του ``Νεκρικός Διάλογος΄΄ το όραμά του για την αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων. Ο Σούτσος, ως σύμβουλος στην γραμματεία του υπουργείου εσωτερικών, υπέβαλε υπόμνημα στον υπουργό Ιωάννη Κωλέττη με τις προτάσεις του. Ο Κωλέττης με τη σειρά του παρουσίασε τις προτάσεις του Σούτσου ως δικές του στον βασιλιά Όθωνα. Τελικά, πρωτεργάτης και χρηματοδότης της αναβίωσης ήταν ο Μέγας εθνικός ευεργέτης, Ευαγγέλης Ζάππας (1800 - 1865) που καθιέρωσε τα ``Ζάππεια Ολύμπια΄΄ στην Αθήνα που ξεκίνησαν το 1867, με την συμβολή του εξαδέλφου του, Κωνσταντίνου Ζάππα (1814 - 1892). Σημειώνεται ότι ο Ευαγγέλης Ζάππας είχε διαβάσει τα κείμενα του Παναγιώτη Σούτσου τα οποία τον ενθουσίασαν και θέλησε να μείνει στην ιστορία με την αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων.

Τα Ζάππεια Ολύμπια έγιναν με αρχαιοελληνικά πρότυπα: την ορκωμοσία και την ανακοίνωση της πόλεως καταγωγής των Ελλήνων αθλητών, την αναβίωση των αρχαιοελληνικών αθλημάτων με τους γυμνικούς αγώνες (φυσικά στα Ζάππεια οι αθλητές δεν ήταν τελείως γυμνοί) και τους καλλιτεχνικούς αγώνες όπως ποίησης και μουσικής. Μάλιστα, εγράφη και ο πρώτος ολυμπιακός ύμνος από τον ποιητή Θεόδωρο Ορφανίδη (1817 - 1886). Τα Ζάππεια Ολύμπια έγιναν 4 φορές (το 1859, το 1870, το 1875 και το 1879). Άρα, είναι μύθος ότι οι νεότεροι ολυμπιακοί αγώνες ξεκίνησαν το 1896, αφού η Ελλάδα τους είχε αναβιώσει από το 1859!!!Οι αγώνες του 1859 έγιναν με πρόχειρο τρόπο, χωρίς επαγγελματίες αθλητές, στην πλατεία Λουδοβίκου (η σημερινή πλατεία Κοτζιά). Πάντως, παρά την προχειρότητα υπήρχε η καλή διάθεση για αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων οι οποίοι μετά το 1896 εμπορευματοποιήθηκαν και σήμερα ουδεμία σχέση έχουν με την αρχαία Ελλάδα. Στην αναβιωμένη Ολυμπιάδα του 1859 συμμετείχαν 31 αθλητές και τους παρακολούθησε η βασιλική οικογένεια (ο βασιλεύς Όθων) και πλήθος κόσμου. Τα επόμενα 3 Ζάπεια Ολύμπια έγιναν στο Καλλιμάρμαρο στάδιο των Αθηνών. Σημαντικότερα ήταν αυτά του 1870 που έγιναν παρουσία του βασιλέως Γεωργίου (1845 - 1913) και 20000 θεατών, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο της Αθήνας.

Ο φιλέλληνας Γάλλος παιδαγωγός και συγγραφέας Πιέρ ντε Κουμπερτέν (1863 - 1937) συνέβαλε στην καθιέρωση των ΔΙΕΘΝΩΝ ολυμπιακών αγώνων το 1896, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο της Αθήνας. Στο όραμα αυτό πρωτεργάτης ήταν ΚΑΙ ο λόγιος Έλληνας Δημήτριος Βικέλας (1835- 1908), από την Σύρο. Το Καλλιμάρμαρο στάδιο στο οποίο έγινε η πρώτη διεθνής Ολυμπιάδα είναι ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα που θυμίζει το αρχαιοελληνικό μέτρο, σε αντίθεση με τα αρχιτεκτονικά τερατουργήματα των συγχρόνων ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Ολίγοι, όμως, γνωρίζουν πως το στάδιο αυτό είναι το ανακαινισμένο περίφημο Παναθηναϊκό στάδιο των αρχαίων Ελλήνων!!! Η ανακαίνιση αυτή έγινε με την χρηματοδότηση του Μέγα ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ (1818 - 1899) που ήταν από το Μέτσοβο Ιωαννίνων.

Από το 1896, κάθε 4 χρόνια οι ολυμπιακοί αγώνες τελούνται σε διάφορες μεγάλες και πλούσιες πόλεις της υφηλίου. Αξίζει να σημειωθεί σχετικά με τους ολυμπιακούς αγώνες του 1896 στην Αθήνα ότι έγινε κάτι καταπληκτικό και μοναδικό στα χρονικά. Η αστυνομία των Αθηνών έκανε συμφωνία με τους ληστές της πόλης να μην κάνουν καμία ληστεία ή κλοπή κατά την διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων, για να μην εκθέσουν ην χώρα στους ξένους! Οι ληστές τήρησαν την συμφωνία!!! Αυτό δείχνει το μεγαλείο του Έλληνα (ή το πόσο ξύλο θέλει, εξαρτάται). Ο ολυμπιακός ύμνος παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ολυμπιάδα της Αθήνας του 1896. Οι στίχοι του ανήκουν στον μεγάλο Έλληνα ποιητή Κωστή Παλαμά (1859- 1943) και μελοποιήθηκαν από τον Σπυρίδωνα Σαμαρά (1861 - 1917). Ο ύμνος αυτός ακούγεται σε κάθε Ολυμπιάδα.


Απο το ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα (1)

Στην αρχαία Ελλάδα η γυμναστική θεωρείτο απαραίτητο μέρος της αγωγής όλων των αγοριών, ενώ στη Σπάρτη και των κοριτσιών. Τα αγόρια και οι άνδρες αλείφονταν με λάδι και γυμνάζονταν και αθλούνταν γυμνοί. Εννοείται ότι οι γυναίκες απαγορευόταν να παρακολουθούν τους αγώνες για αυτόν το λόγο. Γενικά, όλοι οι άνδρες, είτε στις παλαίστρες και τα γυμνάσια, είτε στους τοπικούς και πανελληνίους αγώνες, αθλούνταν γυμνοί. Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός που επινόησε τις ``αθλοπαιδιές΄΄ και τις ανήγαγαν σε αγωνίσματα στα οποία οι παίκτες συναγωνίζοντο. Ακόμα και η λέξη ``αθλέω΄΄ - ``αθλώ΄΄ στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε είμαι αθλητής / αγωνίζομαι. Η νίκη προσέφερε τεραστία τιμή στον αθλητή και την πόλη του, όμως δεν ήταν αυτοσκοπός και μέσον απόκτησης κολοσσιαίων ποσών όπως γίνεται σήμερα. Στη μινωική εποχή (2800 -1100 π.Χ.) οι Κρήτες τέρπονταν με αθλήματα όπως τα ταυροκαθάψια, τις ακροβασίες, την πυγμαχία, την πάλη και την σφαίρα.

Στα ταυροκαθάψια οι Κρήτες, την ώρα που τους ορμούσε ο ταύρος, τον άρπαζαν από τα κέρατα και βοηθούμενοι από την έκταση του κεφαλιού του ταύρου προς τα πίσω, πηδούσαν κάνοντας στροφή στον αέρα και κατέληγαν όρθιοι πίσω του! Μάλιστα, υπήρχε και ανδρείκελο που ερέθιζε τον ταύρο και το οποίο ονομαζόταν ``ταυροκαθάπτης΄΄. Στο άθλημα αυτό λάμβαναν μέρος και γυναίκες!!! Η τούμπα στον αέρα, λοιπόν, έγινε αιώνες πριν τους Κινέζους και Ιάπωνες καρατέκα. Στο σημείο αυτό αναφέρεται ότι ο πολιτισμός που λάτρεψε και θεοποίησε την φύση δεν ήταν οι Κινέζοι, αλλά οι Κρήτες και ο σεβασμός τους προς την φύση φαίνεται ξεκάθαρα από τα έργα τέχνης και την αρχιτεκτονική τους. Οι Κρήτες ποτέ δεν σκότωναν τους ταύρους και τα ταυροκαθάψια δεν μπορούν να παρομοιαστούν με το απίστευτης αγριότητας θέαμα των ταυρομαχιών που χαρακτηρίζουν τον πολιτισμό της Ισπανίας που άλλωστε ως χώρα ποτέ δεν ήταν πραγματικά δημοκρατική (ακόμα και σήμερα έχει βασιλιά).

Στην υστεροελλαδική ή μυκηναϊκή εποχή (16ος ως 11ος αιώνας π.Χ.) δημιουργήθηκαν οι αθλητικοί αγώνες στην αρχαία Ελλάδα. Οι αγώνες αυτοί τελούντο προς τιμήν των νεκρών, δηλαδή ήταν επιτάφιοι. Γνωστό είναι το παράδειγμα των αγώνων και συγκεκριμένα των αρματοδρομιών που διοργάνωσαν οι Αχαιοί στην Τροία (στα μέσα του 13ου αιώνα π.Χ.) προς τιμήν του νεκρού Πατρόκλου όπως αναφέρεται στο πολεμικό έπος της Ιλιάδος του Ομήρου. Επίσης, γίνονταν αγώνες προς τιμήν των θεών σε θρησκευτικές εορτές. Στην γεωμετρική (ονομάστηκε έτσι από τα έργα τέχνης των Δωριέων και περιλαμβάνει το διάστημα μεταξύ 11ου και 7ου αιώνα π.Χ.) και την αρχαϊκή εποχή (7ος και 6ος αιώνας π.Χ.) άρχισαν να διοργανώνονται συχνά αθλητικοί αγώνες, τοπικοί ή πανελλήνιοι, σε διάφορες περιοχές.

Γενικά στους αγώνες στην αρχαία Ελλάδα γίνονταν δεκτοί μόνον ελεύθεροι Έλληνες, ντόπιοι ή από τις αποικίες της χώρας. Δεν συμμετείχαν άλλοι βαρβαρικοί λαοί. Απαγορευόταν, επίσης, η συμμετοχή ατόμων που είχαν κατηγορηθεί για διάπραξη εγκλημάτων ή ασέλγεια προς τα ιερά. Στην κλασσική εποχή (5ος αιώνας π.Χ.) οι αθλητικοί αγώνες έλαβαν την γνωστή τους μορφή. Δυστυχώς, στα ρωμαϊκά χρόνια ο αθλητισμός εμπορευματοποιήθηκε με την εμφάνιση επαγγελματιών αθλητών. Οι Ρωμαίοι, όπως γίνεται και σήμερα, πλήρωναν τεράστια ποσά για να αποκτήσουν τους καλύτερους αθλητές με τους οποίους εξασφάλιζαν νίκες στους αθλητικούς αγώνες. Δηλαδή αυτοσκοπός, με τους Ρωμαίους, άρχισε να γίνεται η νίκη και τα χρήματα, από μέρους του αθλητή, αλλά και των χρηματοδοτών του. Αυτή η άποψη συνέχισε μέχρι σήμερα. Στον 20ο αιώνα οι ΗΠΑ ήταν αυτές που ανέδειξαν έντονα την ρωμαϊκή τακτική περί πρωταθλητισμού και χρημάτων στους νικητές. Η άποψη αυτή επεκτάθηκε σε όλον τον πλανήτη και δυστυχώς και στην Ελλάδα στην οποία γεννήθηκε το αθλητικό ιδεώδες...

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, μετά την μυκηναϊκή εποχή δημιουργήθηκαν οι πανελλήνιοι αγώνες που ήταν τα ``Ολύμπια΄΄ στην Ολυμπία, τα ``Πύθια΄΄ στους Δελφούς, τα ``Ίσθμια΄΄ στον Ισθμό της Κορίνθου και τα ``Νέμεα΄΄ στη Νεμέα (από τον 3ο αιώνα π.Χ. ετελούντο στο Άργος). Στους αγώνες οι αθλητές κρίνονταν από επιτροπή κριτών, τους περίφημους ελλανοδίκες. Τα Πύθια ονομάστηκαν έτσι προς τιμήν του θεού Απόλλωνα που σκότωσε τον Πύθωνα που τρομοκρατούσε τους κατοίκους των Δελφών. Τα Πύθια ετελούντο κάθε 4 έτη. Ήταν εορτή προς τιμήν του θεού Απόλλωνα στους Δελφούς και περιλάμβαναν κατά σειρά: ιεροτελεστίες, μουσικούς αγώνες, γυμνικούς αγώνες ανδρών και παίδων και ιππικούς αγώνες. Έπαθλο των νικητών ήταν ένα δάφνινο στεφάνι (η δάφνη ήταν το ιερό δένδρο του Απόλλωνα).

Τα Νέμεα ξεκίνησαν το 1251 π.Χ. και έκτοτε ετελούντο κάθε 2 έτη (τον Ιούλιο, στο τέλος του 1ου και 3ου έτους κάθε Ολυμπιάδος) προς τιμήν του θεού Δια. Τα Νέμεα ήταν ταφικοί αγώνες προς τιμήν των ``Επτά επί Θήβας΄΄. Αυτοί ήταν οι 6 Πελοποννήσιοι βασιλείς που εκστράτευσαν μαζί με τον Πολυνείκη εναντίον του αδελφού του Ετεοκλή στην Θήβα. Για αυτόν το λόγο οι ελλανοδίκες (επιτροπή κριτών) φορούσαν πένθιμο ένδυμα. Οι αθλητές κρίνονταν από 10 ελλανοδίκες και έπαθλο τους ήταν ένα στεφάνι από αγριοσέληνο.

Τα Ίσθμια καθιερώθηκαν το 581 π.Χ (άρχισαν, όμως, νωρίτερα) και ετελούντο κάθε 2 έτη (στα τέλη Απριλίου, στο τέλος του 2ου και 4ου έτους κάθε Ολυμπιάδος) προς τιμήν του θεού Ποσειδώνα. Γι’ αυτό η περιοχή του Ισθμού είναι γνωστή και ως Ποσειδωνία. Στα Ίσθμια επινοήθηκε κάτι εκπληκτικό. Για τους δρομείς υπήρχε μια επισκόπηση αφετηρίας που αποτελείτο από 16 εισόδους και με σκοινιά τοποθετημένα σε τριγωνικό λιθόστρωτο γινόταν δίκαιη εκκίνηση των δρομέων!!! Σήμερα στους αγώνες δρόμου δεν υπάρχει ανάλογο σύστημα και οι αγώνες μπορεί να σταματήσουν αμέσως μετά την εκκίνησή τους, ακόμα και 3 φορές! Τα Ίσθμια γίνονταν στο αθλητικό κέντρο κοντά στο ιερό του Ποσειδώνα. Περιλάμβαναν ρητορικούς, ζωγραφικούς, μουσικούς, γυμνικούς και ιππικούς αγώνες. Επίσης περιλάμβαναν αρματοδρομίες, πένταθλον, πάλη, παγκράτιον, καθώς και αγώνες μεταξύ πλοίων!!! Σε όλους τους αγώνες οι νικητές δέχονταν μεγάλες τιμές από την πόλη τους και τα ονόματά τους παρέμεναν στην αιωνιότητα. Ο ποιητής Πίνδαρος αναφέρεται στον ισθμιονίκη Λέανδρο που τον στεφάνωσαν με στεφάνι μυρτιάς.

Οι γνωστότεροι αγώνες ήταν οι ολυμπιακοί, τα Ολύμπια, που ετελούντο προς τιμήν του βασιλιά των θεών, Δια. Κατά την ελληνική μυθολογία ο ιδρυτής των Ολυμπίων ήταν ο Ηρακλής. Τα Ολύμπια ξεκίνησαν στην Ολυμπία της Ηλείας τον 13ο αιώνα π.Χ και όχι το 776 π.Χ. όπως λανθασμένα λένε ακόμα και οι σύγχρονοι Έλληνες!!! Απλώς από το 776 π.Χ άρχισε η καταγραφή των ολυμπιακών αγώνων. Το 884 π.Χ. ήταν καθοριστικό έτος για την διοργάνωση τους. Τον καιρό εκείνο η Ελλάδα σπαράζετο από εμφύλιο πόλεμο και μεγάλη επιδημία. Τότε ο Ίφιτος, βασιλιάς της Ήλιδας (πρωτεύουσα των Ηλείων, στην σημερινή Ηλεία περιοχή που βρίσκεται η Ολυμπία) πήγε στο μαντείο των Δελφών να συμβουλευθεί τις Πυθίες.

Η Πυθία είπε στον Ίφιτο να ξαναρχίσουν τους ολυμπιακούς αγώνες που λόγω των συμφορών είχαν σταματήσει και να κάνουν εκεχειρία. Έτσι, το 884 π.Χ. υπογράφτηκε για πρώτη φορά από τους Πελοποννήσιους ηγεμόνες: Ίφιτο, Κλεισθένη (βασιλιά της Πίσας – αρχαία πόλη της Ηλείας) και Λυκούργο (βασιλιά της Σπάρτης) η περίφημη εκεχειρία (``ιερά του Διός΄΄), δηλαδή η ειρήνη σε όλη την Ελλάδα κατά την διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων. Τον Σεπτέμβριο του 2001 υπογράφτηκε παρουσία ολυμπιακής επιτροπής στην Ελλάδα η εκεχειρία στους ολυμπιακούς αγώνες από τον Έλληνα υπουργό εξωτερικών, Γιώργο Παπανδρέου. Φυσικά, σήμερα ουδείς δεν περιμένει να σταματούν οι πόλεμοι κατά την διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων. Το ότι, όμως, μόνον η Ελλάδα και καμία άλλη χώρα της γης σκέφτηκε να προχωρήσει σε αυτήν την τυπική συμφωνία εκεχειρίας, αυτό δείχνει το αθάνατο ελληνικό ιδεώδες. Σημειώνεται ότι στην Ολυμπία έγιναν 293 Ολυμπιάδες και δεν καταργήθηκε ούτε μια Ολυμπιάδα εξαιτίας κάποιου πολέμου!!!

Η ζωή στην αρχαία Αθήνα (5)

Μουσική-Χορός
Από τα πιο παλιά χρόνια n μουσική και ο χορός δεν έλειπαν από τα συμπόσια. Αργότερα (5ο-4ο αιώνα) για τη διασκέδαση των καλεσμένων συμφωνούσαν επαγγελματίες ηθοποιούς που ερμήνευαν σκηνές από τον Όμηρο αοιδούς, χορεύτριες, αυλητές. Τραγουδούσαν κι οι καλεσμένοι όλοι μαζί ή με τη σειρά. Ο Πλούταρχος μας λεει ότι το κλαδί της μυρτιάς περνούσε από χέρι σε χέρι. Αυτός που το έπαιρνε έπρεπε να τραγουδήσει παίζοντας λύρα, αν, βέβαια, ήταν σε θέση. Προς το τέλος του συμποσίου ο αριθμός των συνδαιτυμόνων που ήξεραν να τραγουδούν ήταν συνήθως μεγαλύτερος από ό,τι στην αρχή. Επίσης δεν υπήρχε συμπόσιο χωρίς κότταβο, ένα παιχνίδι που το έφεραν από τη Σικελία. Κάθε συνδαιτυμόνας άφηνε στο κύπελλο λίγο κρασί, το οποίο έχυνε σε καθορισμένο μέρος. Ενώ άδειαζε το κύπελλο έλεγε από μέσα του ή δυνατά το όνομα της γυναίκας που αγαπούσε. Ο ήχος του χυνόμενου υγρού λεπτότερος ή χοντρότερος καθώς και η ακριβής ή λιγότερο ακριβής επιτυχία του καθορισμένου στόχου, ήταν δείκτες αν το αγαπώμενο πρόσωπο συμμεριζόταν τα αισθήματά του. Κάποτε το κρασί το έχυναν στο δίσκο μιας ζυγαριάς, που έπρεπε να κατεβεί ως ένα ορισμένο σημείο ή να γκρεμίσει ένα σωρό αντικείμενα που ήταν στημένα από κάτω σε σχήμα πυραμίδας. Οι συνδαιτυμόνες εξέλεγαν έναν "πρόεδρο" του συμποσίου που επέβλεπε την τήρηση της τάξης. Αυτός αποφάσιζε πόσο κρασί θα πιουν και την ποιότητά του. Οι Έλληνες έπιναν με μέτρο. Να πιει κανείς κρασί χωρίς να το ανακατεύει με νερό, θεωρούνταν κατά τη γνώμη τους βάρβαρη συνήθεια. Μια κωμωδία λεει: Το πρώτο κροντήρι φέρνει υγεία, το δεύτερο ευχαρίστηση, το τρίτο ύπνο κι αφού το πιεις πρέπει να πας στο σπίτι σου. Το τέταρτο κροντήρι φέρνει αυθάδεια, το πέμπτο ουρλιαχτά, το έκτο φασαρία στους δρόμους, το έβδομο ένα μελανιασμένο μάτι, το όγδοο κλήση στο δικαστήριο. Ο Αριστοφάνης το λεει συγκεκριμένα: "Δεν είναι καλά να μπεκρουλιάζεις. μόλις πιεις πιο πολύ, μπαίνεις σε ξένες αυλές, ξυλοκοπάς και κάποιον. Ύστερα σαν συνέλθεις πληρώνεις τα σπασμένα".

Ο Εύηνος ο Πάριος προσθέτει: "Για τον Βάκχο το καλύτερο μέτρο είναι η εγκράτεια ούτε πιο πολύ ούτε πιο λίγο. Αλλιώς μας οδηγεί στη μανία ή στη θλίψη". Παρ' όλα αυτά, οι συγγραφείς που αναφέραμε δεν τολμούν να παρουσιάσουν τους Έλληνες εγκρατείς στο ποτό. Δεν λεει τυχαία το ελληνικό ρητό: "Όποιος πίνει νερό δεν θα κάνει τίποτε σοφό". και για να αναγκάσουν τους πολύ διστακτικούς καλεσμένους να κατανικήσουν το δισταγμό τους υπάρχει ένα άλλο ρητό: "Πίνε ή φύγε". Το κρασί το ανακάτευαν σε αναλογία δύο μέρη νερό και ένα κρασί ή τρία μέρη νερό κι ένα κρασί. Το κρασί που ήταν ανακατεμένο με τρία μέρη νερό θεωρούνταν πολύ αδύνατο και το έλεγαν "ποτό για τα βατράχια". Παρά τα προληπτικά μέτρα που αναφέραμε, ο Αθηναίος όταν γύριζε από ένα συμπόσιο δεν μπορούσε να περηφανευτεί ότι είναι σε θέση να σταθεί γερά στα πόδια του κι ότι δεν έχει ανάγκη από συνοδεία. Τους καλεσμένους που δεν είχαν υπηρέτες για να τους κρατούν, τους οδηγούσαν συνήθως στο σπίτι τους με ένα φανάρι, γιατί το δείπνο άρχιζε μετά τη δύση του ήλιου και τέλειωνε όταν σκοτείνιαζε για καλά. Το καλοκαίρι το κρασί το ανακάτευαν με πάγο που έφερναν από τα βουνά και τον διατηρούσαν σε άχυρα και κουρέλια. Γι' αυτό το θέμα υπάρχει κι ένα ανέκδοτο: ένας συγγραφέας τραγωδίας ρώτησε την εταίρα με την οποία έτρωγε μαζί πώς τα καταφέρνει να κρατάει τόσο κρύο το κρασί. "Το τυλίγω με τους προλόγους σου", του απάντησε η εταίρα. Οι Βιοτέχνες Θα 'ταν απλοϊκό να πιστέψει κανείς ότι όλοι οι Αθηναίοι περνούσαν μια άνετη ζωή... Μέχρι τώρα έγινε λόγος μονάχα για τους ευκατάστατους. Εντελώς διαφορετική ήταν η κατάσταση των πολυάριθμων Αθηναίων βιοτεχνών. Βαδίζουν για να φτάσουν μια ώρα αρχύτερα στη δουλειά, να εργασθούν σκληρά ως τη δύση του ήλιου για να κερδίσουν το ψωμί της μέρας. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ούτε καιρό ούτε χρήματα για να μπουν στο κουρείο. Αυτοί δεν παίρνουν μέρος ούτε στις φιλοσοφικές συζητήσεις που γίνονται στις στοές. Η τύχη τούς έγραψε να εργάζονται σκληρά κάθε μέρα, από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου. Τα παιδιά τους δεν τα διαπαιδαγωγούν παιδαγωγοί, τις γυναίκες τους δεν τις περιβάλλει η ευεργετική ησυχία του γυναικωνίτη. Βοηθούν το σύζυγο ή το γονιό στη σκληρή καθημερινή πάλη. Ο συναγωνισμός της φτηνής δουλειάς των δούλων έριχνε όλο πιο χαμηλά την τιμή των προϊόντων των ελεύθερων βιοτεχνών. Ακόμη πιο σκληρή ήταν η ζωή των απόρων, που ο αριθμός τους ήταν αρκετά μεγάλος στην Αθήνα.

Οι Φτωχοί
Η βασική τροφή των φτωχών ήταν το κριθάρι: ζωμός από κριθάρι, πίτες με κριθάλευρο και κρίθινα ψωμιά. Τους άρεσαν οι πηχτοί ζωμοί με μπιζέλια ή φακές, κι αγόραζαν φτηνά αλλαντικά. Ο Αριστοφάνης κατηγορεί τους αλλαντοποιούς ότι χρησιμοποιούν κρέας από σκυλί ή από γαϊδούρι, αλλά ας ελπίσουμε ότι ο ποιητής ήταν υπερβολικός. Το κρέας και το άσπρο ψωμί σπάνια εμφανίζονταν στο τραπέζι των φτωχών. Αντίθετα οι φτωχοί έτρωγαν πολλά αλατισμένα ψάρια φερμένα από τον Εύξεινο Πόντο. Έπιναν φτηνό κρασί νερωμένο, αλλά συνήθως έμεναν ευχαριστημένοι μονάχα με το νερό. Η Σπάρτη διέφερε εντελώς από την Αθήνα κι από όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτες τρέφονταν με πιο πρωτόγονες και πιο χοντρές τροφές, μ' έναν παχύ χυλό από μπιζέλια το ζωμό που ήταν το φαγητό που προτιμούσαν. "Μπορείς να φας μέλανα ζωμό" λεει ειρωνικά σ' ένα Σπαρτιάτη ένα πρόσωπο μιας χαμένης κωμωδίας του Αριστοφάνη. Διηγούνται πως ένας Συβαρίτης, που έτυχε σ' ένα σπαρτιατικό γεύμα, είπε: "Αληθινά οι Σπαρτιάτες είναι οι πιο γενναίοι άνθρωποι. Κάθε άλλος θα προτιμούσε χίλιες φορές να πεθάνει, παρά να ζήσει όπως αυτοί". "Τα συσσίτια των Σπαρτιατών αποτελούνταν από το μέλανα ζωμό", Βραστό χοιρινό κρέας, κρασί, πίτα γλυκιά και ψωμί από Βρώμη. τα δάχτυλα τα σκούπιζαν με τα ψίχουλα του ψωμιού. Αν θα πιστέψουμε τον Πλούταρχο, ήταν απαραίτητη μια ειδική αγωγή για να εκτιμήσει κανείς αυτό το ζωμό, που τόσο αγάπησαν οι Σπαρτιάτες. Ο Διόνυσος, ο τύραννος των Συρακουσών, αγόρασε ένα μάγειρα από τη Σπάρτη και του έδωσε εντολή να του παρασκευάσει το γνωστό φαγητό. Όμως δεν κατάφερε να καταπιεί ούτε την πρώτη κουταλιά και την έφτυσε. Τότε ο μάγειρας του είπε: "Για να δοκιμάσεις αυτό το φαγητό πρέπει να κάνεις σπαρτιατική γυμναστική και να κολυμπήσεις στον Ευρώτα". Επειδή η πλειοψηφία των Ελλήνων εκείνης της εποχής δεν έκανε κάτι τέτοιο, ο σπαρτιατικός ζωμός δεν είχε καμιά επιτυχία, εκτός από τη Σπάρτη βέβαια. Η καθημερινή ζωή των Αθηναίων πολιτών, η εύθυμη και γεμάτη χαρές για ορισμένους, η Βαριά και θλιβερή για τους άλλους, κυλούσε με την καθορισμένη τάξη, κάτω απ' τον ήρεμο ουρανό της Αττικής, μέχρι τότε που οι τρομερές θύελλες των πολέμων αναστάτωναν την πόλη.

Oι Πόλεμοι
Οι δρόμοι ερήμωναν. Στην Αγορά Βασίλευε ησυχία. Οι γυναίκες και τα παιδιά κρύβονταν από το φόβο στους γυναικωνίτες περιμένοντας θλιβερές ή χαρούμενες ειδήσεις. Κάτω απ' τις στέγες των στοών οι γέροι με τις κατάλευκες γενειάδες κλωθογύριζαν αναμνήσεις για τους αγώνες που έκαναν στα νιάτα τους, κριτικάροντας την τακτική των στρατηγών, και σκέφτονταν τι θα 'φερνε στα παιδιά τους ο καινούργιος πόλεμος: δόξα ή πρόωρο χαμό στα μακρινά πεδία των μαχών. Μα αν από μακριά οι πόλεμοι έρχονταν κοντά, αν ο εχθρός, συντρίβοντας τον αθηναϊκό στρατό, επέδραμε στην Αττική, η πόλη γνώριζε τότε τη δυστυχία, τα ερείπια, την πείνα και συχνά το μαζικό χαμό και την υποδούλωση των αγαπημένων.