Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα (2)

Οι ολυμπιακοί αγώνες ετελούντο κάθε 49 ή 50 μήνες (περίπου 4 χρόνια) στην Ολυμπία και αρχικώς είχαν θρησκευτικό χαρακτήρα. Αρχικά διαρκούσαν μια ημέρα, ενώ μετά την 77η Ολυμπιάδα 2 μέρες και τον 5ο αιώνα π.Χ. 5 μέρες. Όταν καθιερώθηκαν οι 5 ημέρες στους ολυμπιακούς αγώνες, την 1η ημέρα γινόταν η προσέλευση των αθλητών, οι καθιερωμένες θυσίες στους θεούς, η κρίση των αθλητών, η ορκωμοσία τους στο βουλευτήριο και η ανακοίνωση της πόλεως καταγωγής τους. Την 2η ημέρα γίνονταν αγώνες παίδων. Την 3η ημέρα γίνονταν αγώνες ανδρών. Την 4η ημέρα γίνονταν στον ιππόδρομο ιππικοί αγώνες, αρματοδρομίες και το πένταθλον. Στις αρματοδρομίες οι αθλητές αγωνίζονταν με το ``τέθριππον΄΄, άρμα που το έσερναν 4 άλογα. Το πένταθλον περιλάμβανε: αγώνες άλματος εις μήκος, δισκοβολίας, πάλης, ακοντισμού και δρόμου ταχύτητας. Σήμερα γίνεται με την ίδια μορφή, μόνον που η πάλη έχει αντικατασταθεί από τον δρόμο ημιαντοχής. Την 5η ημέρα γινόταν η στέψη των ολυμπιονικών και η δωρεάν σίτισή τους στο πρυτανείο.

Τα αγωνίσματα στους ολυμπιακούς αγώνες διακρίνονταν στα ``δρομικά΄΄, τα ``ριπτικά΄΄ και τα ``παλαιστικά΄΄. Τα δρομικά ήταν το ``στάδιον΄΄ (δρόμος σε απόσταση 185. 2 μέτρα), ο ``δίαυλος΄΄ (δρόμος 2 σταδίων) και ο ``δόλιχος΄΄ που ήταν δρόμος αντοχής αρχικά σε 7 στάδια, αργότερα σε 8 στάδια, μετά σε 12 και τελικά σε 24 στάδια, δηλαδή 4444. 8 μέτρα. Επίσης, υπήρχε και ο δρόμος των αθλητών που φορούσαν περικεφαλαία και κρατούσαν ασπίδα. Τα ριπτικά αγωνίσματα ήταν ο ακοντισμός και η δισκοβολία. Τα παλαιστικά αγωνίσματα ήταν η πάλη, η πυγμαχία και το ``παγκράτιον΄΄. Τα παγκράτιον ήταν σύνθετο αγώνισμα από πυγμαχία και πάλη. Στα παλαιστικά αθλήματα νικητής ήταν αυτός που κατάφερνε να κάνει τον αντίπαλό του να παραδεχθεί την ήττα του. Στο παγκράτιον αναφέρονται πολλές περιπτώσεις αθλητών που αγωνίστηκαν μέχρι θανάτου, μη δεχόμενοι να δεχθούν την ήττα τους. Τότε οι συναθλητές τους μπορούσαν ακόμα και να τους στραγγαλίσουν και να τους σκοτώσουν με τις λαβές και τα χτυπήματά τους... Η βιαιότητα αυτή σχετιζόταν καθαρά με την έννοια της τιμής του αθλητή να μην παραδεχθεί την ήττα του. Στην πυγμαχία δεν επιτρέπονταν χτυπήματα στο σώμα. Νικητής ήταν αυτός που με χτύπημα στο πρόσωπο έριχνε ``νοκ άουτ΄΄ τον αντίπαλό του. Τέλος υπήρχε και το αγώνισμα ``συνωρίς΄΄ ή ``ξυνωρίς΄΄ που ήταν η αρματοδρομία.

Από το 884 π.Χ. στους ολυμπιακούς αγώνες οι νικητές έπαιρναν για έπαθλο ένα απλό στεφάνι από κότινο(αγριελιά), έπειτα από συμβουλή της Πυθίας στον Ίφιτο. Πριν το 884 π.Χ. το βραβείο τους ήταν ο ``μήλειος καρπός΄΄, δηλαδή ζώα (πρόβατα) ή φρούτα. Όταν οι νικητές των αγώνων επέστρεφαν στην πόλη τους, τότε οι συμπολίτες τους εις ένδειξη τιμής γκρέμιζαν μέρος από τα τείχη της πόλης για να περάσουν οι αθλητές που δόξασαν τον τόπο τους. Τα αθλήματα και οι αγώνες των αρχαίων Ελλήνων πέρασαν και στους άλλους λαούς. Οι Ρωμαίοι τα αντέγραψαν. Βασικά, οι Ρωμαίοι γνώρισαν τον ελληνικό αθλητισμό από τις παλαίστρες και τους αγώνες που γίνονταν στις ελληνικές αποικίες της Κάτω Ιταλίας. Δεδομένου ότι γυμναστήρια και αγώνες υπήρχαν σε όλες τις ελληνικές αποικίες (Μεσόγειος, Μ. Ασία, Μαύρη Θάλασσα), το ελληνικό αθλητικό ιδεώδες μεταφέρθηκε πρώιμα και στους άλλους λαούς. Έτσι, οι Έλληνες δημιούργησαν τον κλασσικό αθλητισμό ο οποίος σήμερα έχει αλλοτριωθεί πλήρως.

Το 80 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας λαφυραγώγησε τα ιερά της Ολυμπίας. Επί ρωμαϊκής κατοχής της Ελλάδος οι ολυμπιακοί αγώνες εμπορευματοποιήθησαν και οι αθλητές έγιναν επαγγελματίες, ώστε η Ρώμη να κομπιάζει για τους νικητές της. Επίσης, η υπερεξειδίκευση στην άσκηση οδήγησε σε σώματα αθλητών με όγκο, χωρίς αρμονία. Από το 212 μ.Χ. με διάταγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου Αντωνίνου Καρακάλλα μπορούσαν να συμμετέχουν στους ολυμπιακούς αγώνες αθλητές που ήταν Ρωμαίοι πολίτες, δηλαδή από όλη την ρωμαϊκή επικράτεια. Τελικά, οι ολυμπιακοί αγώνες και τα Πύθια καταργήθηκαν το 393 μ.Χ. με διάταγμα του βυζαντινού αυτοκράτορα Μεγάλου Θεοδοσίου (αυτοκράτορας στο διάστημα 379 - 395), γιατί τα θεώρησε ειδωλολατρικές εκδηλώσεις. Ήταν η εποχή που ο χριστιανισμός είχε καταλήξει σε θρησκευτικό φανατισμό, με την κατεδάφιση αρχαιοελληνικών μνημείων, των διωγμό και την εκτέλεση των εθνικών (θεωρούσαν τους εθνικούς ως ειδωλολάτρες) και την κατάργηση των πανελληνίων αγώνων. Παρά ταύτα, σύμφωνα με ενεπίγραφη πλάκα που βρέθηκε, οι Έλληνες μάλλον συνέχισαν την τέλεση των ολυμπιακών αγώνων μέχρι το 741 μ.Χ.!!!

Οι ολυμπιακοί αγώνες αναβίωσαν μετά την ελληνική επανάσταση του 1821 και την εκδίωξη των Τούρκων κατακτητών. Η πρώτη πρόταση για την αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων διατυπώθηκε στην Κεφαλλονιά το 1797, επί γαλλικής κατοχής των Επτανήσων. Αργότερα, το 1833 ο ποιητής Παναγιώτης Σούτσος (1806 - 1868), που εισήγαγε τον ρομαντισμό στην Ελλάδα, διατύπωσε στο ποίημά του ``Νεκρικός Διάλογος΄΄ το όραμά του για την αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων. Ο Σούτσος, ως σύμβουλος στην γραμματεία του υπουργείου εσωτερικών, υπέβαλε υπόμνημα στον υπουργό Ιωάννη Κωλέττη με τις προτάσεις του. Ο Κωλέττης με τη σειρά του παρουσίασε τις προτάσεις του Σούτσου ως δικές του στον βασιλιά Όθωνα. Τελικά, πρωτεργάτης και χρηματοδότης της αναβίωσης ήταν ο Μέγας εθνικός ευεργέτης, Ευαγγέλης Ζάππας (1800 - 1865) που καθιέρωσε τα ``Ζάππεια Ολύμπια΄΄ στην Αθήνα που ξεκίνησαν το 1867, με την συμβολή του εξαδέλφου του, Κωνσταντίνου Ζάππα (1814 - 1892). Σημειώνεται ότι ο Ευαγγέλης Ζάππας είχε διαβάσει τα κείμενα του Παναγιώτη Σούτσου τα οποία τον ενθουσίασαν και θέλησε να μείνει στην ιστορία με την αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων.

Τα Ζάππεια Ολύμπια έγιναν με αρχαιοελληνικά πρότυπα: την ορκωμοσία και την ανακοίνωση της πόλεως καταγωγής των Ελλήνων αθλητών, την αναβίωση των αρχαιοελληνικών αθλημάτων με τους γυμνικούς αγώνες (φυσικά στα Ζάππεια οι αθλητές δεν ήταν τελείως γυμνοί) και τους καλλιτεχνικούς αγώνες όπως ποίησης και μουσικής. Μάλιστα, εγράφη και ο πρώτος ολυμπιακός ύμνος από τον ποιητή Θεόδωρο Ορφανίδη (1817 - 1886). Τα Ζάππεια Ολύμπια έγιναν 4 φορές (το 1859, το 1870, το 1875 και το 1879). Άρα, είναι μύθος ότι οι νεότεροι ολυμπιακοί αγώνες ξεκίνησαν το 1896, αφού η Ελλάδα τους είχε αναβιώσει από το 1859!!!Οι αγώνες του 1859 έγιναν με πρόχειρο τρόπο, χωρίς επαγγελματίες αθλητές, στην πλατεία Λουδοβίκου (η σημερινή πλατεία Κοτζιά). Πάντως, παρά την προχειρότητα υπήρχε η καλή διάθεση για αναβίωση των ολυμπιακών αγώνων οι οποίοι μετά το 1896 εμπορευματοποιήθηκαν και σήμερα ουδεμία σχέση έχουν με την αρχαία Ελλάδα. Στην αναβιωμένη Ολυμπιάδα του 1859 συμμετείχαν 31 αθλητές και τους παρακολούθησε η βασιλική οικογένεια (ο βασιλεύς Όθων) και πλήθος κόσμου. Τα επόμενα 3 Ζάπεια Ολύμπια έγιναν στο Καλλιμάρμαρο στάδιο των Αθηνών. Σημαντικότερα ήταν αυτά του 1870 που έγιναν παρουσία του βασιλέως Γεωργίου (1845 - 1913) και 20000 θεατών, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο της Αθήνας.

Ο φιλέλληνας Γάλλος παιδαγωγός και συγγραφέας Πιέρ ντε Κουμπερτέν (1863 - 1937) συνέβαλε στην καθιέρωση των ΔΙΕΘΝΩΝ ολυμπιακών αγώνων το 1896, στο Καλλιμάρμαρο στάδιο της Αθήνας. Στο όραμα αυτό πρωτεργάτης ήταν ΚΑΙ ο λόγιος Έλληνας Δημήτριος Βικέλας (1835- 1908), από την Σύρο. Το Καλλιμάρμαρο στάδιο στο οποίο έγινε η πρώτη διεθνής Ολυμπιάδα είναι ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα που θυμίζει το αρχαιοελληνικό μέτρο, σε αντίθεση με τα αρχιτεκτονικά τερατουργήματα των συγχρόνων ολυμπιακών εγκαταστάσεων. Ολίγοι, όμως, γνωρίζουν πως το στάδιο αυτό είναι το ανακαινισμένο περίφημο Παναθηναϊκό στάδιο των αρχαίων Ελλήνων!!! Η ανακαίνιση αυτή έγινε με την χρηματοδότηση του Μέγα ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ (1818 - 1899) που ήταν από το Μέτσοβο Ιωαννίνων.

Από το 1896, κάθε 4 χρόνια οι ολυμπιακοί αγώνες τελούνται σε διάφορες μεγάλες και πλούσιες πόλεις της υφηλίου. Αξίζει να σημειωθεί σχετικά με τους ολυμπιακούς αγώνες του 1896 στην Αθήνα ότι έγινε κάτι καταπληκτικό και μοναδικό στα χρονικά. Η αστυνομία των Αθηνών έκανε συμφωνία με τους ληστές της πόλης να μην κάνουν καμία ληστεία ή κλοπή κατά την διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων, για να μην εκθέσουν ην χώρα στους ξένους! Οι ληστές τήρησαν την συμφωνία!!! Αυτό δείχνει το μεγαλείο του Έλληνα (ή το πόσο ξύλο θέλει, εξαρτάται). Ο ολυμπιακός ύμνος παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην Ολυμπιάδα της Αθήνας του 1896. Οι στίχοι του ανήκουν στον μεγάλο Έλληνα ποιητή Κωστή Παλαμά (1859- 1943) και μελοποιήθηκαν από τον Σπυρίδωνα Σαμαρά (1861 - 1917). Ο ύμνος αυτός ακούγεται σε κάθε Ολυμπιάδα.


Απο το ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα (1)

Στην αρχαία Ελλάδα η γυμναστική θεωρείτο απαραίτητο μέρος της αγωγής όλων των αγοριών, ενώ στη Σπάρτη και των κοριτσιών. Τα αγόρια και οι άνδρες αλείφονταν με λάδι και γυμνάζονταν και αθλούνταν γυμνοί. Εννοείται ότι οι γυναίκες απαγορευόταν να παρακολουθούν τους αγώνες για αυτόν το λόγο. Γενικά, όλοι οι άνδρες, είτε στις παλαίστρες και τα γυμνάσια, είτε στους τοπικούς και πανελληνίους αγώνες, αθλούνταν γυμνοί. Οι Έλληνες ήταν ο πρώτος λαός που επινόησε τις ``αθλοπαιδιές΄΄ και τις ανήγαγαν σε αγωνίσματα στα οποία οι παίκτες συναγωνίζοντο. Ακόμα και η λέξη ``αθλέω΄΄ - ``αθλώ΄΄ στην αρχαία Ελλάδα σήμαινε είμαι αθλητής / αγωνίζομαι. Η νίκη προσέφερε τεραστία τιμή στον αθλητή και την πόλη του, όμως δεν ήταν αυτοσκοπός και μέσον απόκτησης κολοσσιαίων ποσών όπως γίνεται σήμερα. Στη μινωική εποχή (2800 -1100 π.Χ.) οι Κρήτες τέρπονταν με αθλήματα όπως τα ταυροκαθάψια, τις ακροβασίες, την πυγμαχία, την πάλη και την σφαίρα.

Στα ταυροκαθάψια οι Κρήτες, την ώρα που τους ορμούσε ο ταύρος, τον άρπαζαν από τα κέρατα και βοηθούμενοι από την έκταση του κεφαλιού του ταύρου προς τα πίσω, πηδούσαν κάνοντας στροφή στον αέρα και κατέληγαν όρθιοι πίσω του! Μάλιστα, υπήρχε και ανδρείκελο που ερέθιζε τον ταύρο και το οποίο ονομαζόταν ``ταυροκαθάπτης΄΄. Στο άθλημα αυτό λάμβαναν μέρος και γυναίκες!!! Η τούμπα στον αέρα, λοιπόν, έγινε αιώνες πριν τους Κινέζους και Ιάπωνες καρατέκα. Στο σημείο αυτό αναφέρεται ότι ο πολιτισμός που λάτρεψε και θεοποίησε την φύση δεν ήταν οι Κινέζοι, αλλά οι Κρήτες και ο σεβασμός τους προς την φύση φαίνεται ξεκάθαρα από τα έργα τέχνης και την αρχιτεκτονική τους. Οι Κρήτες ποτέ δεν σκότωναν τους ταύρους και τα ταυροκαθάψια δεν μπορούν να παρομοιαστούν με το απίστευτης αγριότητας θέαμα των ταυρομαχιών που χαρακτηρίζουν τον πολιτισμό της Ισπανίας που άλλωστε ως χώρα ποτέ δεν ήταν πραγματικά δημοκρατική (ακόμα και σήμερα έχει βασιλιά).

Στην υστεροελλαδική ή μυκηναϊκή εποχή (16ος ως 11ος αιώνας π.Χ.) δημιουργήθηκαν οι αθλητικοί αγώνες στην αρχαία Ελλάδα. Οι αγώνες αυτοί τελούντο προς τιμήν των νεκρών, δηλαδή ήταν επιτάφιοι. Γνωστό είναι το παράδειγμα των αγώνων και συγκεκριμένα των αρματοδρομιών που διοργάνωσαν οι Αχαιοί στην Τροία (στα μέσα του 13ου αιώνα π.Χ.) προς τιμήν του νεκρού Πατρόκλου όπως αναφέρεται στο πολεμικό έπος της Ιλιάδος του Ομήρου. Επίσης, γίνονταν αγώνες προς τιμήν των θεών σε θρησκευτικές εορτές. Στην γεωμετρική (ονομάστηκε έτσι από τα έργα τέχνης των Δωριέων και περιλαμβάνει το διάστημα μεταξύ 11ου και 7ου αιώνα π.Χ.) και την αρχαϊκή εποχή (7ος και 6ος αιώνας π.Χ.) άρχισαν να διοργανώνονται συχνά αθλητικοί αγώνες, τοπικοί ή πανελλήνιοι, σε διάφορες περιοχές.

Γενικά στους αγώνες στην αρχαία Ελλάδα γίνονταν δεκτοί μόνον ελεύθεροι Έλληνες, ντόπιοι ή από τις αποικίες της χώρας. Δεν συμμετείχαν άλλοι βαρβαρικοί λαοί. Απαγορευόταν, επίσης, η συμμετοχή ατόμων που είχαν κατηγορηθεί για διάπραξη εγκλημάτων ή ασέλγεια προς τα ιερά. Στην κλασσική εποχή (5ος αιώνας π.Χ.) οι αθλητικοί αγώνες έλαβαν την γνωστή τους μορφή. Δυστυχώς, στα ρωμαϊκά χρόνια ο αθλητισμός εμπορευματοποιήθηκε με την εμφάνιση επαγγελματιών αθλητών. Οι Ρωμαίοι, όπως γίνεται και σήμερα, πλήρωναν τεράστια ποσά για να αποκτήσουν τους καλύτερους αθλητές με τους οποίους εξασφάλιζαν νίκες στους αθλητικούς αγώνες. Δηλαδή αυτοσκοπός, με τους Ρωμαίους, άρχισε να γίνεται η νίκη και τα χρήματα, από μέρους του αθλητή, αλλά και των χρηματοδοτών του. Αυτή η άποψη συνέχισε μέχρι σήμερα. Στον 20ο αιώνα οι ΗΠΑ ήταν αυτές που ανέδειξαν έντονα την ρωμαϊκή τακτική περί πρωταθλητισμού και χρημάτων στους νικητές. Η άποψη αυτή επεκτάθηκε σε όλον τον πλανήτη και δυστυχώς και στην Ελλάδα στην οποία γεννήθηκε το αθλητικό ιδεώδες...

Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, μετά την μυκηναϊκή εποχή δημιουργήθηκαν οι πανελλήνιοι αγώνες που ήταν τα ``Ολύμπια΄΄ στην Ολυμπία, τα ``Πύθια΄΄ στους Δελφούς, τα ``Ίσθμια΄΄ στον Ισθμό της Κορίνθου και τα ``Νέμεα΄΄ στη Νεμέα (από τον 3ο αιώνα π.Χ. ετελούντο στο Άργος). Στους αγώνες οι αθλητές κρίνονταν από επιτροπή κριτών, τους περίφημους ελλανοδίκες. Τα Πύθια ονομάστηκαν έτσι προς τιμήν του θεού Απόλλωνα που σκότωσε τον Πύθωνα που τρομοκρατούσε τους κατοίκους των Δελφών. Τα Πύθια ετελούντο κάθε 4 έτη. Ήταν εορτή προς τιμήν του θεού Απόλλωνα στους Δελφούς και περιλάμβαναν κατά σειρά: ιεροτελεστίες, μουσικούς αγώνες, γυμνικούς αγώνες ανδρών και παίδων και ιππικούς αγώνες. Έπαθλο των νικητών ήταν ένα δάφνινο στεφάνι (η δάφνη ήταν το ιερό δένδρο του Απόλλωνα).

Τα Νέμεα ξεκίνησαν το 1251 π.Χ. και έκτοτε ετελούντο κάθε 2 έτη (τον Ιούλιο, στο τέλος του 1ου και 3ου έτους κάθε Ολυμπιάδος) προς τιμήν του θεού Δια. Τα Νέμεα ήταν ταφικοί αγώνες προς τιμήν των ``Επτά επί Θήβας΄΄. Αυτοί ήταν οι 6 Πελοποννήσιοι βασιλείς που εκστράτευσαν μαζί με τον Πολυνείκη εναντίον του αδελφού του Ετεοκλή στην Θήβα. Για αυτόν το λόγο οι ελλανοδίκες (επιτροπή κριτών) φορούσαν πένθιμο ένδυμα. Οι αθλητές κρίνονταν από 10 ελλανοδίκες και έπαθλο τους ήταν ένα στεφάνι από αγριοσέληνο.

Τα Ίσθμια καθιερώθηκαν το 581 π.Χ (άρχισαν, όμως, νωρίτερα) και ετελούντο κάθε 2 έτη (στα τέλη Απριλίου, στο τέλος του 2ου και 4ου έτους κάθε Ολυμπιάδος) προς τιμήν του θεού Ποσειδώνα. Γι’ αυτό η περιοχή του Ισθμού είναι γνωστή και ως Ποσειδωνία. Στα Ίσθμια επινοήθηκε κάτι εκπληκτικό. Για τους δρομείς υπήρχε μια επισκόπηση αφετηρίας που αποτελείτο από 16 εισόδους και με σκοινιά τοποθετημένα σε τριγωνικό λιθόστρωτο γινόταν δίκαιη εκκίνηση των δρομέων!!! Σήμερα στους αγώνες δρόμου δεν υπάρχει ανάλογο σύστημα και οι αγώνες μπορεί να σταματήσουν αμέσως μετά την εκκίνησή τους, ακόμα και 3 φορές! Τα Ίσθμια γίνονταν στο αθλητικό κέντρο κοντά στο ιερό του Ποσειδώνα. Περιλάμβαναν ρητορικούς, ζωγραφικούς, μουσικούς, γυμνικούς και ιππικούς αγώνες. Επίσης περιλάμβαναν αρματοδρομίες, πένταθλον, πάλη, παγκράτιον, καθώς και αγώνες μεταξύ πλοίων!!! Σε όλους τους αγώνες οι νικητές δέχονταν μεγάλες τιμές από την πόλη τους και τα ονόματά τους παρέμεναν στην αιωνιότητα. Ο ποιητής Πίνδαρος αναφέρεται στον ισθμιονίκη Λέανδρο που τον στεφάνωσαν με στεφάνι μυρτιάς.

Οι γνωστότεροι αγώνες ήταν οι ολυμπιακοί, τα Ολύμπια, που ετελούντο προς τιμήν του βασιλιά των θεών, Δια. Κατά την ελληνική μυθολογία ο ιδρυτής των Ολυμπίων ήταν ο Ηρακλής. Τα Ολύμπια ξεκίνησαν στην Ολυμπία της Ηλείας τον 13ο αιώνα π.Χ και όχι το 776 π.Χ. όπως λανθασμένα λένε ακόμα και οι σύγχρονοι Έλληνες!!! Απλώς από το 776 π.Χ άρχισε η καταγραφή των ολυμπιακών αγώνων. Το 884 π.Χ. ήταν καθοριστικό έτος για την διοργάνωση τους. Τον καιρό εκείνο η Ελλάδα σπαράζετο από εμφύλιο πόλεμο και μεγάλη επιδημία. Τότε ο Ίφιτος, βασιλιάς της Ήλιδας (πρωτεύουσα των Ηλείων, στην σημερινή Ηλεία περιοχή που βρίσκεται η Ολυμπία) πήγε στο μαντείο των Δελφών να συμβουλευθεί τις Πυθίες.

Η Πυθία είπε στον Ίφιτο να ξαναρχίσουν τους ολυμπιακούς αγώνες που λόγω των συμφορών είχαν σταματήσει και να κάνουν εκεχειρία. Έτσι, το 884 π.Χ. υπογράφτηκε για πρώτη φορά από τους Πελοποννήσιους ηγεμόνες: Ίφιτο, Κλεισθένη (βασιλιά της Πίσας – αρχαία πόλη της Ηλείας) και Λυκούργο (βασιλιά της Σπάρτης) η περίφημη εκεχειρία (``ιερά του Διός΄΄), δηλαδή η ειρήνη σε όλη την Ελλάδα κατά την διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων. Τον Σεπτέμβριο του 2001 υπογράφτηκε παρουσία ολυμπιακής επιτροπής στην Ελλάδα η εκεχειρία στους ολυμπιακούς αγώνες από τον Έλληνα υπουργό εξωτερικών, Γιώργο Παπανδρέου. Φυσικά, σήμερα ουδείς δεν περιμένει να σταματούν οι πόλεμοι κατά την διάρκεια των ολυμπιακών αγώνων. Το ότι, όμως, μόνον η Ελλάδα και καμία άλλη χώρα της γης σκέφτηκε να προχωρήσει σε αυτήν την τυπική συμφωνία εκεχειρίας, αυτό δείχνει το αθάνατο ελληνικό ιδεώδες. Σημειώνεται ότι στην Ολυμπία έγιναν 293 Ολυμπιάδες και δεν καταργήθηκε ούτε μια Ολυμπιάδα εξαιτίας κάποιου πολέμου!!!

Η ζωή στην αρχαία Αθήνα (5)

Μουσική-Χορός
Από τα πιο παλιά χρόνια n μουσική και ο χορός δεν έλειπαν από τα συμπόσια. Αργότερα (5ο-4ο αιώνα) για τη διασκέδαση των καλεσμένων συμφωνούσαν επαγγελματίες ηθοποιούς που ερμήνευαν σκηνές από τον Όμηρο αοιδούς, χορεύτριες, αυλητές. Τραγουδούσαν κι οι καλεσμένοι όλοι μαζί ή με τη σειρά. Ο Πλούταρχος μας λεει ότι το κλαδί της μυρτιάς περνούσε από χέρι σε χέρι. Αυτός που το έπαιρνε έπρεπε να τραγουδήσει παίζοντας λύρα, αν, βέβαια, ήταν σε θέση. Προς το τέλος του συμποσίου ο αριθμός των συνδαιτυμόνων που ήξεραν να τραγουδούν ήταν συνήθως μεγαλύτερος από ό,τι στην αρχή. Επίσης δεν υπήρχε συμπόσιο χωρίς κότταβο, ένα παιχνίδι που το έφεραν από τη Σικελία. Κάθε συνδαιτυμόνας άφηνε στο κύπελλο λίγο κρασί, το οποίο έχυνε σε καθορισμένο μέρος. Ενώ άδειαζε το κύπελλο έλεγε από μέσα του ή δυνατά το όνομα της γυναίκας που αγαπούσε. Ο ήχος του χυνόμενου υγρού λεπτότερος ή χοντρότερος καθώς και η ακριβής ή λιγότερο ακριβής επιτυχία του καθορισμένου στόχου, ήταν δείκτες αν το αγαπώμενο πρόσωπο συμμεριζόταν τα αισθήματά του. Κάποτε το κρασί το έχυναν στο δίσκο μιας ζυγαριάς, που έπρεπε να κατεβεί ως ένα ορισμένο σημείο ή να γκρεμίσει ένα σωρό αντικείμενα που ήταν στημένα από κάτω σε σχήμα πυραμίδας. Οι συνδαιτυμόνες εξέλεγαν έναν "πρόεδρο" του συμποσίου που επέβλεπε την τήρηση της τάξης. Αυτός αποφάσιζε πόσο κρασί θα πιουν και την ποιότητά του. Οι Έλληνες έπιναν με μέτρο. Να πιει κανείς κρασί χωρίς να το ανακατεύει με νερό, θεωρούνταν κατά τη γνώμη τους βάρβαρη συνήθεια. Μια κωμωδία λεει: Το πρώτο κροντήρι φέρνει υγεία, το δεύτερο ευχαρίστηση, το τρίτο ύπνο κι αφού το πιεις πρέπει να πας στο σπίτι σου. Το τέταρτο κροντήρι φέρνει αυθάδεια, το πέμπτο ουρλιαχτά, το έκτο φασαρία στους δρόμους, το έβδομο ένα μελανιασμένο μάτι, το όγδοο κλήση στο δικαστήριο. Ο Αριστοφάνης το λεει συγκεκριμένα: "Δεν είναι καλά να μπεκρουλιάζεις. μόλις πιεις πιο πολύ, μπαίνεις σε ξένες αυλές, ξυλοκοπάς και κάποιον. Ύστερα σαν συνέλθεις πληρώνεις τα σπασμένα".

Ο Εύηνος ο Πάριος προσθέτει: "Για τον Βάκχο το καλύτερο μέτρο είναι η εγκράτεια ούτε πιο πολύ ούτε πιο λίγο. Αλλιώς μας οδηγεί στη μανία ή στη θλίψη". Παρ' όλα αυτά, οι συγγραφείς που αναφέραμε δεν τολμούν να παρουσιάσουν τους Έλληνες εγκρατείς στο ποτό. Δεν λεει τυχαία το ελληνικό ρητό: "Όποιος πίνει νερό δεν θα κάνει τίποτε σοφό". και για να αναγκάσουν τους πολύ διστακτικούς καλεσμένους να κατανικήσουν το δισταγμό τους υπάρχει ένα άλλο ρητό: "Πίνε ή φύγε". Το κρασί το ανακάτευαν σε αναλογία δύο μέρη νερό και ένα κρασί ή τρία μέρη νερό κι ένα κρασί. Το κρασί που ήταν ανακατεμένο με τρία μέρη νερό θεωρούνταν πολύ αδύνατο και το έλεγαν "ποτό για τα βατράχια". Παρά τα προληπτικά μέτρα που αναφέραμε, ο Αθηναίος όταν γύριζε από ένα συμπόσιο δεν μπορούσε να περηφανευτεί ότι είναι σε θέση να σταθεί γερά στα πόδια του κι ότι δεν έχει ανάγκη από συνοδεία. Τους καλεσμένους που δεν είχαν υπηρέτες για να τους κρατούν, τους οδηγούσαν συνήθως στο σπίτι τους με ένα φανάρι, γιατί το δείπνο άρχιζε μετά τη δύση του ήλιου και τέλειωνε όταν σκοτείνιαζε για καλά. Το καλοκαίρι το κρασί το ανακάτευαν με πάγο που έφερναν από τα βουνά και τον διατηρούσαν σε άχυρα και κουρέλια. Γι' αυτό το θέμα υπάρχει κι ένα ανέκδοτο: ένας συγγραφέας τραγωδίας ρώτησε την εταίρα με την οποία έτρωγε μαζί πώς τα καταφέρνει να κρατάει τόσο κρύο το κρασί. "Το τυλίγω με τους προλόγους σου", του απάντησε η εταίρα. Οι Βιοτέχνες Θα 'ταν απλοϊκό να πιστέψει κανείς ότι όλοι οι Αθηναίοι περνούσαν μια άνετη ζωή... Μέχρι τώρα έγινε λόγος μονάχα για τους ευκατάστατους. Εντελώς διαφορετική ήταν η κατάσταση των πολυάριθμων Αθηναίων βιοτεχνών. Βαδίζουν για να φτάσουν μια ώρα αρχύτερα στη δουλειά, να εργασθούν σκληρά ως τη δύση του ήλιου για να κερδίσουν το ψωμί της μέρας. Οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ούτε καιρό ούτε χρήματα για να μπουν στο κουρείο. Αυτοί δεν παίρνουν μέρος ούτε στις φιλοσοφικές συζητήσεις που γίνονται στις στοές. Η τύχη τούς έγραψε να εργάζονται σκληρά κάθε μέρα, από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου. Τα παιδιά τους δεν τα διαπαιδαγωγούν παιδαγωγοί, τις γυναίκες τους δεν τις περιβάλλει η ευεργετική ησυχία του γυναικωνίτη. Βοηθούν το σύζυγο ή το γονιό στη σκληρή καθημερινή πάλη. Ο συναγωνισμός της φτηνής δουλειάς των δούλων έριχνε όλο πιο χαμηλά την τιμή των προϊόντων των ελεύθερων βιοτεχνών. Ακόμη πιο σκληρή ήταν η ζωή των απόρων, που ο αριθμός τους ήταν αρκετά μεγάλος στην Αθήνα.

Οι Φτωχοί
Η βασική τροφή των φτωχών ήταν το κριθάρι: ζωμός από κριθάρι, πίτες με κριθάλευρο και κρίθινα ψωμιά. Τους άρεσαν οι πηχτοί ζωμοί με μπιζέλια ή φακές, κι αγόραζαν φτηνά αλλαντικά. Ο Αριστοφάνης κατηγορεί τους αλλαντοποιούς ότι χρησιμοποιούν κρέας από σκυλί ή από γαϊδούρι, αλλά ας ελπίσουμε ότι ο ποιητής ήταν υπερβολικός. Το κρέας και το άσπρο ψωμί σπάνια εμφανίζονταν στο τραπέζι των φτωχών. Αντίθετα οι φτωχοί έτρωγαν πολλά αλατισμένα ψάρια φερμένα από τον Εύξεινο Πόντο. Έπιναν φτηνό κρασί νερωμένο, αλλά συνήθως έμεναν ευχαριστημένοι μονάχα με το νερό. Η Σπάρτη διέφερε εντελώς από την Αθήνα κι από όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτες τρέφονταν με πιο πρωτόγονες και πιο χοντρές τροφές, μ' έναν παχύ χυλό από μπιζέλια το ζωμό που ήταν το φαγητό που προτιμούσαν. "Μπορείς να φας μέλανα ζωμό" λεει ειρωνικά σ' ένα Σπαρτιάτη ένα πρόσωπο μιας χαμένης κωμωδίας του Αριστοφάνη. Διηγούνται πως ένας Συβαρίτης, που έτυχε σ' ένα σπαρτιατικό γεύμα, είπε: "Αληθινά οι Σπαρτιάτες είναι οι πιο γενναίοι άνθρωποι. Κάθε άλλος θα προτιμούσε χίλιες φορές να πεθάνει, παρά να ζήσει όπως αυτοί". "Τα συσσίτια των Σπαρτιατών αποτελούνταν από το μέλανα ζωμό", Βραστό χοιρινό κρέας, κρασί, πίτα γλυκιά και ψωμί από Βρώμη. τα δάχτυλα τα σκούπιζαν με τα ψίχουλα του ψωμιού. Αν θα πιστέψουμε τον Πλούταρχο, ήταν απαραίτητη μια ειδική αγωγή για να εκτιμήσει κανείς αυτό το ζωμό, που τόσο αγάπησαν οι Σπαρτιάτες. Ο Διόνυσος, ο τύραννος των Συρακουσών, αγόρασε ένα μάγειρα από τη Σπάρτη και του έδωσε εντολή να του παρασκευάσει το γνωστό φαγητό. Όμως δεν κατάφερε να καταπιεί ούτε την πρώτη κουταλιά και την έφτυσε. Τότε ο μάγειρας του είπε: "Για να δοκιμάσεις αυτό το φαγητό πρέπει να κάνεις σπαρτιατική γυμναστική και να κολυμπήσεις στον Ευρώτα". Επειδή η πλειοψηφία των Ελλήνων εκείνης της εποχής δεν έκανε κάτι τέτοιο, ο σπαρτιατικός ζωμός δεν είχε καμιά επιτυχία, εκτός από τη Σπάρτη βέβαια. Η καθημερινή ζωή των Αθηναίων πολιτών, η εύθυμη και γεμάτη χαρές για ορισμένους, η Βαριά και θλιβερή για τους άλλους, κυλούσε με την καθορισμένη τάξη, κάτω απ' τον ήρεμο ουρανό της Αττικής, μέχρι τότε που οι τρομερές θύελλες των πολέμων αναστάτωναν την πόλη.

Oι Πόλεμοι
Οι δρόμοι ερήμωναν. Στην Αγορά Βασίλευε ησυχία. Οι γυναίκες και τα παιδιά κρύβονταν από το φόβο στους γυναικωνίτες περιμένοντας θλιβερές ή χαρούμενες ειδήσεις. Κάτω απ' τις στέγες των στοών οι γέροι με τις κατάλευκες γενειάδες κλωθογύριζαν αναμνήσεις για τους αγώνες που έκαναν στα νιάτα τους, κριτικάροντας την τακτική των στρατηγών, και σκέφτονταν τι θα 'φερνε στα παιδιά τους ο καινούργιος πόλεμος: δόξα ή πρόωρο χαμό στα μακρινά πεδία των μαχών. Μα αν από μακριά οι πόλεμοι έρχονταν κοντά, αν ο εχθρός, συντρίβοντας τον αθηναϊκό στρατό, επέδραμε στην Αττική, η πόλη γνώριζε τότε τη δυστυχία, τα ερείπια, την πείνα και συχνά το μαζικό χαμό και την υποδούλωση των αγαπημένων.