Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (8)

ΚΡΑΤΗΣ (4ος αιώνας π.Χ.)
Ο Κράτης ήταν κυνικός φιλόσοφος και ο σπουδαιότερος από τους μαθητές του περίφημου Διογένη. Γεννήθηκε στη Θήβα, γύρω στο 330 π.Χ. Η οικογένειά του υπήρξε πλούσια, αλλά ο ίδιος αυτός ζούσε πενιχρά, φρονώντας ότι οι φιλόσοφοι δεν πρέπει να έχουν την ανάγκη των χρημάτων. Επισκέφθηκε πολλές φορές την Αθήνα και ήταν ένας από τους δασκάλους του μετέπειτα ιδρυτή και αρχηγού της Στωικής Σχολής ? μεγάλου φιλοσόφου Ζήνωνα του Κιτιέα. Έγραψε αρκετά έργα, μεταξύ των οποίων ποιήματα, επιστολές και τραγωδίες, με περιεχόμενο γνήσια φιλοσοφικής υφής.Πέθανε σε βαθιά γεράματα στη Θήβα, όπου και τάφηκε.

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ (120 - 200 μ.Χ.)
Ήταν διακεκριμένος πολυγραφότατος σοφιστής και συγγραφέας του καιρού του, καταγόμενος από τη Συρία. Έγραψε περισσότερα από 80 έργα, όλα δε στην Αττική διάλεκτο. Ταξίδεψε σ` όλες σχεδόν τις χώρες του αρχαίου Ρωμαϊκού κράτους. Έμαθε τη ρητορική και εργάσθηκε αρχικά ως δικηγόρος. Αργότερα όμως έγινε και σοφιστής, επιδεικνύοντας την τέχνη του στα πανηγύρια και τις εορτές. Στη συνέχεια, γοητευμένος από τους πλατωνικούς, άρχισε να επιδίδεται και στη φιλοσοφία. Τα ωραιότερα από τα έργα του είναι γραμμένα διαλογικά, σ` αυτά δε ειρωνεύεται (μαστιγώνοντάς τα), τα ελαττώματα της δεισιδαιμονίας, της τυπολατρίας των γραμματιζούμενων και της προσποίησης των ασχολούμενων με τη φιλοσοφία. Έτσι, αναδείχθηκε σε ικανότητα των ανθρώπινων παθών και αδυναμιών, που με το χλευασμό τους, επεδίωξε να τα θεραπεύσει ή έστω, σε σημαντικό βαθμό, να τα περιορίσει. Αναφέρεται ότι πέθανε σε ηλικία 80 ετών στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, υποφέροντας από ποδάγρα.

ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ (9ος αιώνας π.Χ.)
Υπήρξε μεγάλος νομοθέτης της αρχαίας Σπάρτης, στη δε σιδερένια, πράγματι, νομοθεσία του αποδίδεται όλη η μετέπειτα ένδοξη εξέλιξη των Λακεδαιμονίων και της πρωτεύουσάς τους της Σπάρτης. Οι πληροφορίες μας για το Λυκούργο είναι λίαν συγκεχυμένες, οι περισσότερες δε προέρχονται απ` την προφορική μόνο παράδοση, που είχε φθάσει ως τον Ξενοφώντα και τον Πλούταρχο, οι οποίοι και έγραψαν σε σχέση μ` αυτόν. Η νομοθεσία του Λυκούργου φαίνεται ότι απαρτιζόταν από διάφορες `ρήτρες`, (δηλαδή προφορικούς νόμους), οι οποίες κατόπιν αποτέλεσαν τους βασικούς κανόνες της οργάνωσης, διάρθρωσης και λειτουργίας του πολιτικοκοινωνικού συστήματος της Σπάρτης για πολλούς αιώνες. Με τις `ρήτρες`, εκτός από τα όσα παραπάνω αναφέραμε, ρυθμιζόταν και η ανατροφή και πειθαρχία των πολιτών, επιβαλλόταν η υποταγή των νεότερων προς τους πρεσβύτερους τους κατά την ηλικία και κολάζονταν πολύ σκληρά η ανανδρία και η αγαμία. Το πολίτευμα, που διαμόρφωσε η Λυκούργειος νομοθεσία, απέβλεπε εξάλλου, στο να κάνει τον πολίτη ελεύθερο, σώφρονα, ολιγαρκή, αυτάρκη, πειθαρχικό και αφοσιωμένο `ψυχή τε και σώματι` προς την ιδέα της πατρίδας του.

ΛΥΣΙΑΣ (450 - 371 π.Χ.)
Ο Λυσίας, ένας απ` τους πιο μεγάλους ρήτορες της αρχαιότητας, γεννήθηκε στην Αθήνα όπου και πέθανε σε ηλικία 79 ετών. Ο πατέρας του λέγεται πως ήταν Συρακούσιος. Είχε δημοκρατικό φρόνημα, γι` αυτό δε, όταν καταλύθηκε η Αθηναϊκή δημοκρατία, έφυγε στα Μέγαρα, όπου και βοήθησε τους δημοκράτες, που, στο μεταξύ, επαναστάτησαν κατά των ολιγαρχικών. Μετά την επάνοδο της δημοκρατίας στην Αθήνα ξαναγύρισε σ` αυτή και επιδόθηκε στην κατά απαγγελία εκπόνηση λόγων, που, λόγω της μεγάλης επιτυχίας , έγιναν σε λίγο περιζήτητοι. Έγραψε, κατ` άλλους 400, κατ` άλλους δε 240 λόγους, από τους οποίους όμως, διασώθηκαν ολόκληροι μόνο 34 και αποσπάσματα από τους άλλους, που χάθηκαν. Οι λόγοι του ξεχωρίζουν για τη λαμπρότητα του ύφους, τη διαλεκτική δεινότητα, τη σαφήνεια και τη δύναμη των επιχειρημάτων, τα οποία αναπτύσσονται σ` αυτούς, διαιρούνται σε τρεις κατηγορίες: Τους `Επιδεικτικούς` που απαγγέλλονταν σε δημόσιες εκδηλώσεις, τους `Συμβουλευτικούς` που εκφωνούνταν μπροστά στην Εκκλησία του Δήμου και το Βουλευτήριο και τους `Δικανικούς`, που αφορούσαν σε υποθέσεις ιδιωτικές εκκρεμείς στα δικαστήρια της πόλης. Τα χαρακτηριστικά των δικανικών αγορεύσεων του Λυσία υπήρξαν η βραχυλογία, η εξαίρετη ηθοποιία του σαν ρήτορα και η εν γένει ικανότητά του στο να πείθει τους δικάζοντες και το ακροατήριό του. Σπουδαιότερος λόγος του θεωρείται ο `Κατά Ερατεσθένους`, που ως στόχο του είχε τον ομότεχνό τους ρήτορα Ερατοσθένη, έναν από τους 30 τυράννους, τους καταλύσαντες την Αθηναϊκή Δημοκρατία, που ήταν κι ο πρωταίος της άγριας δολοφονίας του αυταδελφού του Λυσία, Πολέμαρχου. Από τους λόγους του προς ιδιώτες, δηλαδή του δικανικούς, έγινε σε λίγο πολύ πλούσιος και έζησε με άνεση οικονομική, παρότι, μετά την επιστροφή του από τα Μέγαρα, ήταν μόνο μέτοικος κι όχι απόλυτα ενεργός πολίτης της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.

ΛΥΣΙΠΠΟΣ
Ο Λύσιππος γεννήθηκε στην Σικυώνα γύρω στο 390 π.X. Εργάτης του χαλκού στα νεανικά του χρόνια, αυτοδιδάχθηκε την τέχνη της γλυπτικής, και αργότερα ηγήθηκε της σχολής του Άργους και της Σικυώνος και έγινε ο προσωπικός γλύπτης του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Εδημιούργησε, σύμφωνα με την μαρτυρία από τον Πλίνιο, περισσότερα από 1500 έργα, όλα σε χαλκό. Κανένα από τα έργα του δεν έχει διασωθεί, παρά μόνο ορισμένα αντίγραφα.

ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ (342 - 291 π.Χ)
Ο Μένανδρος ήταν ο μεγαλύτερος ποιητής της νεώτερης Αθηναϊκής κωμωδίας, συνάμα δε φιλόσοφος και χρονογράφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου και πέθανε σε ηλικία 51 ετών. Κατά μία παράδοση πνίγηκε στον Πειραιά, όπου είχε πάει με άλλους για να κολυμπήσει. Προερχόταν από λίαν εύπορη οικογένεια των Αθηνών και σπούδασε φιλοσοφία. Συνδέθηκε στενά με τον Θεόφραστο και το συνομήλικό το υδιάσημο φιλόσοφο Επίκουρο. Έγραψε παραπάνω από 100 κωμωδίες, από τις οποίες όμως μόνο 8 βραβεύτηκαν σε διαγωνισμούς, καθώς μας αναφέρει σχετικά ο Απολλόδωρος. Από το σύνολο δε των έργων του μόνο λίγα αποσπάσματά τους έχουν ως σήμερα διασωθεί. Μετά το θάνατό του οι Αθηναίοι έστησαν τον ανδριάντα του στο χώρο, όπου βρισκόταν τότε το θέατρο. Οι κωμωδίες του Μενάνδρου ανέβαιναν στις Αθηναϊκές σκηνές μέχρι τα χρόνια του Πλούταρχου (40 ? 20 μ.Χ.) και ήταν πολύ δημοφιλείς, κυρίως μεταξύ των μορφωμένων λαϊκών τάξεων.

ΞΕΝΟΚΡΑΤΗΣ (394 - 314 π.Χ.)
Υπήρξε φιλόσοφος της Ελληνικής αρχαιότητας. Είχε γεννηθεί στη Χαλκηδόνα και πέθανε στην Αθήνα, σε βαθιά γεράματα (80 και πλέον ετών). Πρώτος αυτός διαίρεσε τη φιλοσοφία γενικά και συστηματικά σε τρία τμήματα ή μέρη: Τη διαλεκτική, τη φυσική και την ηθική. Μέχρι την ηλικία των 30 ετών ζούσε βίο άσωτο, ανάμεσα σε κάθε λογής απολαύσεις και διασκεδάσεις. Όταν όμως μπήκε στην Ακαδημία για να σπουδάσει τη φιλοσοφία άλλαξε ριζικά και έγινε λίαν εγκρατής και ηθικός (μπορεί να πει κανείς ασκητικός). Χαρακτηριστικά αναφέρεται πάνω σ` αυτό πως η Λαϊδα, η γνωστή διάσημη εταίρα, χρησιμοποίησε κάθε γνωστή της τεχνική και κάθε ερωτικό της φίλτρο, προκειμένου να τον σαγηνεύσειΧ αλλά δίχως κάποιο αποτέλεσμα. Μετά δε από αυτό τον είχε σκωπτικά αποκαλέσει `άνανδρο`. Ο Ξενοκράτης απολάμβανε τον σεβασμό και την αμέριστη εκτίμηση των Αθηναίων. Πρώτος αυτός, επίσης, φρόντισε να συλλέξει και να εκδώσει τα έργα του μεγάλου Πλάτωνα. Παράλληλα, όμως, έγραψε και ο ίδιος ένα πλήθος σημαντικών έργων, μεταξύ των οποίων τα εξής: 1) `Λογιστικά`, σε 9 τόμους, 2) `Φυσικήν ακρόασιν`, σε 6 βιβλία, 3) `Περί διαστημάτων`, 4) Τα `Περί αστρολογίας`, σε 6 τόμους το καθένα και 5) Διάφορα άλλα, γύρω στα 60 τον αριθμό, κυρίως ηθικού περιεχομένου. Από το σύνολο των παραπάνω έργων του Ξενοκράτη τίποτε σχεδόν δεν έχει ως σήμερα διασωθεί.

ΞΕΝΟΦΩΝ (434 - 355 π.Χ)
Υπήρξε μεγάλος Αρχαιοέλληνας ιστορικός, φιλόσοφος και στρατηγός. Γεννήθηκε και πέθανε στην Αθήνα, ήταν δε μαθητής του Σωκράτη. Σαν εθελοντής έλαβε μέρος στην εκστρατεία του Κύρου του νεώτερου κατά του αδερφού του Αρταξέρξη, ηγεμόνα των Περσών. Μετά το θάνατο του Κύρου κι αφού δολοφονήθηκαν πιο πριν οι άλλοι αρχηγοί του Ελληνικού εθελοντικού Σώματος, ο Ξενοφών έγινε στρατηγός του και με πλείστους όσους μόχθους και κινδύνους, κατόρθωσε να διασχίσει όλη τη σημερινή Τουρκία, φθάνοντας κάποτε, μαζί με το στρατό του, στα στενά της Προποντίδας, όπου το αρχαίο Βυζάντιο. Τις περιπέτειες της Οδύσσειας αυτής, (που είναι ιστορικά γνωστή και σαν η `Κάθοδος των μυρίων`), τις αφηγείται γλαφυρότατα σ` έργα του ο ίδιος ο Ξενοφών. Πιο συγκεκριμένα έγραψε τα εξής βιβλία: `Κύρου ανάβασις`, `Κύρου παιδεία`, `Ελληνικά`, `Αγησίλαος`, `Απομνημονεύματα`, `Συμπόσιον`, `Απολογία Σωκράτους`, `Αθηναίων Πολιτεία`, `Λακεδαιμονίων Πολιτεία` και αρκετά άλλα.

ΟΒΙΔΙΟΣ (43 π.Χ. - 17 μ. Χ.)
Ο Λατίνος ποιητής των περιώνυμων `Μεταμορφώσεων` Πόπλιος Νάσων Οβίδιος, από πολύ μικρή ακόμα ηλικία, είχε τάση ζωηρή προς την ποίηση και τη λογοτεχνία. Όταν ήταν 17 ετών ήρθε στην Αθήνα, που και τότε λογιζόταν η πνευματική πρωτεύουσα του κόσμου. Στη συνέχεια ταξίδεψε πολύ. Γυρίζοντας δε στη Ρώμη δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα, που αμέσως εκτιμήθηκαν και τον έκαμαν ευρύτερα γνωστόν. Κατά την ίδια τούτη εποχή ακμάζανε στην `Αιώνια πόλη` κι άλλοι μεγάλοι ποιητές, όπως ο Βιργίλιος, ο Οράτιος, ο Προπέρτιος κ.λπ., με τους οποίους ο Οβίδιος ήλθε σ` επαφές και σχέσεις ιδιαίτερα στενές. Από το σύνολο των έργων του, σαν σπουδαιότερα κρίνονται τα εξής: 1) Οι `Μεταμορφώσεις` (το πιο αξιόλογο απ` όλα), διαιρεμένο σε 15 βιβλία. Σε τούτο είχε περιλάβει όλο το απέραντο υλικό της παλαιότερης Ρωμαϊκής μυθολογίας. 2) Οι `Επιστολές`, 3) Τα `Ελεγεία`, σε 5 βιβλία, 4) Διάφορα άλλα καθαρά ερωτικού περιεχομένου, όπως τα υπό τους τίτλους `Έρωτες`, `Η τέχνη του έρωτα`, `Ερωτικά αντιφάρμακα` κ.α. Ο Οβίδιος άσκησε σημαντική επίδραση σ` όλους τους μεταγενέστερους του ποιητές και λογοτέχνες του αρχαίου κόσμου των Λατίνων.


Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (7)

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ (436 - 338)
Ο Ισοκράτης ήταν μέγας και επιφανής ρητοροδιδάσκαλος της αρχαιότητας, ρήτορας εξαίρετος κι ο ίδιος, κατά γενική ομολογία ο τελειότερος μεταξύ όλων χειριστής του Αττικού πεζού λόγου. Γεννήθηκε στην Αθήνα από πατέρα πλούσιο, που του έδωσε γενικά τα υλικά εφόδια για να σπουδάσει και να εκπαιδευθεί με πλήρη αρτιότητα. Πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία 98 ετών, αυτοκτονώντας μετά τη μάχη της Χαιρώνειας και την εκεί μεγάλη ήττα των συμπολιτών του Αθηναίων. (Καταδίκασε ο ίδιος τον εαυτό του στον από ασιτία θάνατο). Δάσκαλοί του ήταν οι σοφιστές Γοργίας, Πρωταγόρας και Πρόδικος. Μετέπειτα όμως μαθήτευσε και κοντά στον Σωκράτη, του οποίου η διδασκαλία και η αρετή τον γοήτευσαν κυριολεκτικά. Αργότερα ίδρυσε δική του Σχολή, αρχικά μεν στη Χίο, κατόπιν δε στην Αθήνα, όπου εκτός απ` τη ρητορική, δίδασκε και τη φιλοσοφία. Λόγω της μεγάλης φήμης, που απόχτησε σαν δάσκαλος, η Σχολή του συγκέντρωσε πλήθος μαθητών, με αποτέλεσμα να γίνει πλουσιότατος (Ας σημειωθεί πως η μεγάλη του πατρική περιουσία χάθηκε πιο πριν, στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου). Καθώς μας αναφέρει ο Κικέρωνας, από τη Σχολή του Ισοκράτη ξεπήδησαν πλείστοι όσοι υπέροχοι άνδρες, που, εξοπλισμένοι με μεγάλες αρετές και πλούτο γνώσεων, διέπρεψαν πολύ κατόπιν, είτε ως πνευματικοί άνθρωποι (ρήτορες, ιστορικοί και ποιητές) είτε ως πολιτικοί είτε ως πολέμαρχοι της πόλης τους. Από τα 26 συνολικά έργα του διασώθηκαν μόνο τα 21, καθώς και 10 επιστολές του, απευθυνόμενες σε διακεκριμένα πρόσωπα της εποχής του. Περίφημοι από τους διασωθέντες δημόσιους λόγους του θεωρούνται οι εξής: Ο `Αρειοπαγήτικος`, ο `Πανηγυρικός`, ο `Παναθηναϊκός`, ο `Περί ειρήνης`, ο `Προς Φίλιππον`, ο `Προς Νικοκλέα`, ο `Προς Ευαγόραν`, ο `Πλαταιϊκός`, ο `Περί αντιδόσεως` κ.α. Ως ρήτορας ο Ισοκράτης επεδίωκε την ευφωνία, απέφευγε τις χασμωδίες, μεταχειριζόταν αρκετά από τα σχήματα λόγου του Γοργία και των άλλων ρητόρων ή σοφιστών, συναρμόζοντας τις λέξεις κατά τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε φράση του να είναι αρμονική, αλλά συνάμα πομπώδης και εντυπωσιακή. Από την πλευρά του περιεχομένου τους οι λόγοι του αποσκοπούσαν όχι μόνο στο να μορφώσουν επιστημονικά τους μαθητές του, αλλά και στο να τους οπλίσουν με ορθή κρίση, αυτοκυριαρχία και χαρακτήρα σταθερό, δημιουργώντας τους έτσι ως πολίτες έντιμους και αγαθούς. Τους ήθελε `ικανούς εις το νοείν και πράττειν τα δέοντα`. Στο πολιτικό πεδίο ο Ισοκράτης, λόγω της φυσικής του ατολμίας και της αδύνατης φωνής του, δεν έλαβε άμεση ανάμιξη. Πάντως, σε ότι αφορά τις ατομικές του πεποιθήσεις, υπήρξε θερμός υπέρμαχος της ενότητας του Ελληνισμού και με επιστολές προς τον Φίλιππο τον ενθάρρυνε και τον παρότρυνε προς την κατεύθυνση αυτή. Πίστευε, δηλαδή, πως ήταν αναγκαίο να συνενωθούν όλοι οι Έλληνες κάτω από τη νέα ισχυρή Μακεδονική ηγεσία, για να εκστρατεύσουν στη συνέχεια εναντίον των κοινών εχθρών τους, των Περσών. Οι Αθηναίοι, τιμώντας τη μνήμη του, τον κήδεψαν με δημόσια δαπάνη και πάνω στον τάφο του τοποθέτησαν μια σειρήνα, ως σύμβολο, κατά κάποιον τρόπο, της τεράστιας ρητορικής σαγήνης του Ισοκρατείου λόγου.

ΚΑΙΣΑΡ (102 - 44 π.Χ.)
Ο Γάϊος Καίσαρ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους στρατηλάτες όλων των αιώνων και των εποχώνΧ παράλληλα ήταν και πολιτικός, γενικά δε χαρακτηρίζεται ως μια από τις πιο εξέχουσες μορφές, που επηρέασαν δυναμικά την ιστορία του καιρού τους και των μεταγενέστερων τους ανθρώπων. Το όνομα του ¨Καίσαρ` ήταν επώνυμο ενός κλάδου του αρχαιότατου ρωμαϊκού `Ιούλιου γένους`, που καυχιόταν ότι καταγότανε από τον γιο του Πριάμου και της Εκάβης, τον Αινεία. Ανδρώθηκε στο διάστημα του μεγάλου εμφυλίου Ρωμαϊκού πολέμου μεταξύ Σύλλα και Μαρίου. (Του τελευταίου μάλιστα υπήρξε και ανιψιός). Όταν μια φορά, στα Γάδειρα, αντίκρισε τον ανδριάντα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η παράδοση μας αναφέρεις πως ανέκραξε: `Στην ηλικία μου ο Αλέξανδρος ήταν κοσμοκράτηςΧ κι εγώ τίποτε το ξεχωριστό δεν έχω επιτύχει ακόμη`. Για πρώτη φορά ο Καίσαρας διακρίθηκε στην Ισπανία, όπου έδειξε τις μεγάλες οργανωτικές και στρατιωτικές του αρετές. Στη συνέχεια, ανέλαβε τον πόλεμο κατά των Γαλατών, κατά τον οποίο κυριολεκτικά θαυματούργησε. Επίσης κατέλαβε την Βρετανία, κατανίκησε τα στρατεύματα του θείου του Πομπηίου, που συνωμότησε σε βάρος του, και τέλος, στη μάχη της Θάψου (το 46 π.Χ.), σύντριψε κυριολεκτικά τους επαναστατήσαντες εχθρούς του Μέτελλο, Σκιπίωνα, Κάτωνα και Ιόβα. Ενώ όμως ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει και κατά των Πάρθων, το 44 π.Χ. δολοφονήθηκε στα σκαλοπάτια της ρωμαϊκής Συγκλήτου από ορισμένους νεαρούς πολιτικούς, μεταξύ των οποίων και ο θετός του γιος Μάρκος Βρούττος, ο Κάσσιος, ο Κάσκας κ.α. Οι τελευταίοι προήλθαν στην πράξη τους αυτή, δίδοντας πίστη σ` όσα διαδίδονταν πως τάχα ο Καίσαρ ήταν έτοιμος να καταλύσει τη δημοκρατία και να ανακηρυχθεί ο ίδιος σε αυτοκράτορα της Ρώμης. Ο Καίσαρ υπήρξε, παράλληλα, περίφημος ρήτορας, ιστορικός και ποιητής. Τα απομνημονεύματά του και τα άλλα έργα του διακρίνονται για τη μεγάλη τους σαφήνεια, τη γλαφυρότητα και την κλασσική, πράγματι, λιτότητα του ύφους, το οποίο μεταχειρίσθηκε κατά τη συγγραφή τους. Τα κύρια χαρακτηριστικά της ισχυρής προσωπικότητας του ήταν η προβλεπτικότητά, η τόλμη, η σύνεση και η ασύγκριτη ευφυΐα που αναμφισβήτητα διέθετε.

ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΣ (310 - 240 π.Χ.)
Ήταν επιφανής ελεγειακός ποιητής της Αλεξανδρινής περιόδου, έλκοντας την καταγωγή του από ευγενή οικογένεια της πόλης Κυρήνη της Βόρειας Αφρικής. Από εκεί δε αργότερα πήγε στην Αλεξάνδρεια, όπου και ίδρυσε Σχολή. Μεταξύ των μαθητών του υπήρξαν ο Ερατοσθένης, ο Αριστοφάνης, ο Βυζάντιος, ο Απολλώνιος, ο Ρόδιος κ.α. Υπολογίζεται ότι τα έργα του ανέρχονται συνολικά σε 800. Την κυριότερη όμως φήμη του, σαν ελεγειακού ποιητή, την οφείλει στην ποιητική του συλλογή υπό τον τίτλο `Αίτια`, απαρτιζόμενη από 4 βιβλία. Έγραψε επίσης και πολλές δεκάδες επιγράμματα.

ΚΙΚΕΡΩΝ (106 - 43 π.Χ.)
Ο Κικέρων υπήρξε μεγάλος ρήτορας της εποχής του, θεωρούμενος ως ο Δημοσθένης της αρχαίας Ρώμης. Ήταν επίσης πολιτικός και συγγραφέας, με λίγα λόγια μία από τις ενδοξότερες και πιο λαμπρές φυσιογνωμίες της όλης ιστορίας των Ρωμαίων. Μετά τις σπουδές του στη Ρώμη, ήρθε επί δύο χρόνια στην Αθήνα για ευρύτερη κατάρτιση, κατόπιν δε ταξίδεψε στη Ρόδο, τη Μ. Ασία και άλλα μέρη του αρχαίου κόσμου. Στις πολιτικές διαμάχες του καιρού του αναμίχθηκε αργότερα. Πρώτα ? πρώτα αυτός ανακάλυψε τη διαβόητη `συνωμοσία του Κατιλίνα`. Ύστερα πήρε το μέρος της πολιτικής και στρατιωτικής μερίδας του Πομπηίου, μετά την ήττα του οποίου στην πεδιάδα των Φαρσάλων, γύρισε στη Ρώμη όπου έπειτα από το θάνατο του Καίσαρα, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ των δημοκρατικών και κατά του Μάρκου Αντώνιου. Εναντίον του τελευταίου εκφώνησε τότε 14 λόγους, αποκαλούμενους `Φιλιππικούς`, σε αντιστοιχία προς εκείνους του μεγάλου προκατόχου του, του Δημοσθένη. Αυτό όμως είχε σαν συνέπεια το να δολοφονηθεί από εγκάθετους πράκτορες της τριανδρίας Αντωνίου ? Οκταβιανού ? Λεπίδου.Ο Κικέρωνας ήταν πολυγραφότατος και συνάμα ο εκλεκτότερος απ` τους Λατίνους πεζογράφους, ένας πραγματικός αριστοτέχνης του καλάμου.Έγραψε 107 λόγους (ρητορικούς και δικανικούς), συγγράμματα περί ρητορικής τέχνης, φιλοσοφικές πραγματείες πάνω σε έργα Ελλήνων φιλοσόφων, επιστολές, ιστορικό-γεωγραφικές μελέτες, ποιήματα και αρκετά ανέκδοτα. Από αυτά όλα όμως τα πιο πολλά δεν έχουν διασωθεί. Ο μεγάλος αυτός Ρωμαίος υπήρξε και πραγματικός ελληνολάτρης, πράγμα το οποίο, εκτός των άλλων, αποδεικνύεται θαυμάσια και από το επόμενο απόφθεγμά του: `Nihil Graecia humanius, nihil sandtius`, δηλαδή: `Δεν υπάρχει κάτι το ανθρωπινότερο και ιερότερο απ` την Ελλάδα`.

ΚΛΕΟΒΟΥΛΟΣ (600 - 530 π.Χ.)
Ο από τη Λίνδο της Ρόδου καταγόμενος Κλεόβουλος, ένας από τους επτά Αρχαιοέλληνες σοφούς, δοξάστηκε πάρα πολύ από τα ασύγκριτα του γνωμικά και αποφθέγματα, στον κύκλο των οποίων ανήκουν και τα εξής τέσσερα: `Παν μέτρον άριστον`, `Ο συ μισείς, έτερω μη ποιήσης`, `Ηδονής κρατείν`, `Βία μηδέν πράττειν`. Κατά την επικρατέστερη άποψη ο σοφός είχε Δωρική προέλευση, ο ίδιος δε έλεγε πως έλκει την καταγωγή του απευθείας από τον Ηρακλή. Πέθανε στη Λίνδο, σε ηλικία 70 ετών, και στο μνήμα του επάνω οι Ρόδιοι, χάραξαν το επίγραμμα: `?νδρα σοφόν Κλεόβουλον αποφθίμενον καταπένθει ηδε πατρίς Λίνδος, πόντω αγαλλόμενην`, που σημαίνει: `Τον σοφό Κλεόβουλο κλαίει αυτή εδώ η πατρίδα του, η Λίνδος, η από τη γύρω θάλασσά της λαμπρυνόμενη`. Μεταξύ των άλλων ο Κλεόβουλος έγραψε ? κατά τη σχετική παράδοση ? και 3.000 γρίφους (αινίγματα), καθώς και πλήθος επιγράμματα. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο χρημάτισε και τύραννος της πόλης του, της Ροδιακής Λίνδου.


Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (6)

ΘΕΟΓΝΙΣ (Ο ΜΕΓΑΡΕΥΣ) (570 - 480 π.Χ.)
Υπήρξε σπουδαίος ελεγειακός ποιητής της αρχαιότητας. Για την καταγωγή του όμως υπάρχει αντιγνωμία ζωηρή. Και άλλοι μεν τον θεωρούν σαν καταγόμενο απ` τα Μέγαρα της Αττικής, άλλο δε από τα Μέγαρα της Σικελίας. Κρατούσα όμως και αρκετά πιο πιθανή είναι η πρώτη από τις παραπάνω δύο εκδοχές. Ήτανε πλούσιος κτηματίας και άνηκε στην αριστοκρατική μερίδα της πατρίδας του. Μετά την πτώση του τυράννου των Μεγάρων Θεαγένη, ανέλαβε αυτός αρχηγός του κόμματος των αριστοκρατώνΧ πλην, όμως, σε λίγο επικράτησε μια επανάσταση των δημοκρατικών, που καταδίωξες πολύ τον ποιητή και το κόμμα, το οποίο αυτός εκπροσωπούσε. Έκτοτε δε ο Θεογνίς, πάμπτωχος, και μη έχοντας `που την κεφαλή κλίναι` άρχισε να περιπλανιέται ανά τις πόλης της Ελλάδας. Έτσι πήγε στη Βοιωτία, την Εύβοια, τη Σπάρτη, τη Σικελία κ.λπ. Αργότερα όμως, νοσταλγώντας πάντα την πατρίδα του, αναγκάσθηκε από τα πράγματα να αναγνωρίσει το δημοκρατικό πολίτευμα της, επανερχόμενος σ` αυτή. Έγραψε κατά το πλείστον ελεγείες. Σώθηκαν όμως μόνο δύο βιβλία του, από τα οποία το ένα περιέχει γνώμες φύσης ηθικό-πολιτικής και το άλλο στίχους καθαρά ερωτικούς. Τα ποιήματα του Θεογνί, όχι μόνο τα τραγουδούσαν επί πολλούς αιώνες στα διάφορα συμπόσια, αλλά, λόγω της παιδαγωγικής αξίας τους και των ηθικών διδαγμάτων τα οποία περιείχαν, τα έβαλαν, παράλληλα, σαν μάθημα στα σχολεία της Αθήνας και ορισμένων άλλων αρχαιοελληνικών πολιτειών.

ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ (315 - 250 π.Χ.)
Ο Θεόκριτος ήταν ο μεγαλύτερος βουκολικός ποιητής και ένας από τους περιφημότερους Έλληνες στιχουργούς ολόκληρης της αρχαιότητας. Κατά την επικρατέστερη γνώμη γεννήθηκε στις Συρακούσες της Σικελίας, έχοντας πατρική καταγωγή από την Κω, πέθανε δε σε ηλικία 65 ετών στις Συρακούσες. Έγραψε τα περίφημα `Ειδύλλια`, δηλαδή βουκολικά στιχουργήματα ερωτικού και συναισθηματικού χαρακτήρα, διακρινόμενα για τη χάρη, την πηγαία έμπνευση και τη γνήσια καθαρότητα της ποιητικής μορφής, με την οποία είχανε αυτά γραφτεί. Επίσης έγραψε ύμνους, επιγράμματα, ιάμβους κ.α. Από το σύνολο των έργων του διασώθηκαν ως τις μέρες μας μόνο 30 ειδύλλια και 24 επιγράμματα. Αρκετών όμως, από τα τριάντα τούτα ειδύλλια, θεωρείται από ορισμένους σαν πολύ αμφίβολη η γνησιότητά τους.

ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ (372 - 287 π.Χ.)

Γεννήθηκε στην Ερεσσό της Λέσβου, πέθανε δε στην Αθήνα, σε ηλικία 85 ετών. Υπήρξε ονομαστός περιπατητικός φιλόσοφος και σύγχρονος φυσιοδίφης. Μετά το θάνατο του ιδρυτή της ομώνυμης Σχολής Αριστοτέλη, ανέλαβε αυτός την αρχηγία της, καθώς και τη διεύθυνση του `Αριστοτέλειου Λυκείου`. Εξάλλου ήταν και πολυγραφότατος συγγραφέας. Έγραψε συνολικά 240 έργα. Δυστυχώς όμως από όλα αυτά διασώθηκαν μόνο τα εξής βιβλία του: 1) `Τα αίτια των φυτών`, διαιρεμένο σε 6 μέρη, 2) `Η ιστορία των φυτών`, που απαρτίζεται από 9 μέρη και 3) Οι περίφημοι `Χαρακτήρες` του. Αρχικά λεγόταν Τύρταμος, αλλά, για λόγους ευφωνάις, μετέβαλε αργότερα το όνομά του σε Εύφραστος και στη συνέχεια σε Θεόφραστος. Στη Σχολή των `περιπατητικών` είχε πάνω από 2.000 μαθητές και έχαιρε τεραστίας εκτίμησης από τους Αθηναίους. Με τα εισοδήματά από τα μαθήματά του έγινε αρκετά πλούσιος, ώστε να έχει δούλους και να ζει με ιδιαίτερη τρυφή και πολυτέλεια. Στο ευρύτερο κοινό ο Θεόφραστος είναι γνωστός από το έργο του `Χαρακτήρες`, το οποίο περιλαμβάνει 30 συνολικά κεφάλαια και πρόλογο. Στο καθένα δε από τα κεφάλαιά του περιγράφεται με οξεία δηκτικότητα, απλότητα και ακριβολογία και από ένα πρότυπο ξεχωριστό του αντίστοιχου χαρακτήρα. Έτσι οι χαρακτήρες που αναλύονται στο έργο αυτό, είναι οι εξής: Ο είρωνας, ο κόλακας, ο φλύαρος, ο αγροίκος, ο φιλάρεσκος, ο αναιδής, ο πολύλογος, ο διαδοσίας, ο ξεδιάντροπος, ο μικρολόγος, ο απρεπής, ο φορτικός, ο ψευδοπρόθυμος, ο μωρός, ο αυθάδης, ο δεισιδαίμονας, ο μεμψίμοιρος, ο φιλύποπτος, ο ακάθαρτος, ο οχληρός, ο ματαιόδοξος, ο φιλάργυρος, ο αλαζόνας, ο υπερήφανος, ο δειλός, ο ολιγαρχικός, ο οψιμαθής, ο κακολόγος, ο φιλοπόνηρος και ο αισχροκερδής.

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ (471 - 395 π.Χ.)
Ο Θουκυδίδης υπήρξε μέγας ιστορικός. Χωρίς καμιά απολύτως υπερβολή ήταν ο μεγαλύτερος ιστορικός και κριτικός ολόκληρης της αρχαιότητας. Καταγόταν από πλούσια αριστοκρατική οικογένεια και γεννήθηκε στον Αλιμούντα (τον σημερινό Άλιμο του Παλαιού Φαλήρου), πέθανε δε στη πόλη Σκαπτή της Θράκης, σε ηλικία 76 ετών. Είχε βίαιο θάνατο, γιατί τον δολοφόνησαν, επειδή κατηγορήθηκε ότι (σαν στρατηγός των Αθηναίων στην εκστρατεία της Αμφίπολης) δεν πέτυχε να σώσει την πιο πάνω πόλη των Θρακών από τους Σπαρτιάτες του Βρασίδα. Δασκάλους του είχε τον φιλόσοφο Αναξαγόρα και τον ρήτορα Αντιφώντα. Περιηγήθηκε πολλά μέρη, μεταξύ των οποίων την Πελοπόννησο, τη Μακεδονία (όπου τον φιλοξένησε ο βασιλιάς της Αρχέλαος), τη Σικελία, την Ιταλία κ.α. Το βασικό και ως κλασικό θεωρούμενο σύγγραμμα του Θουκυδίδη είναι η περίφημη `Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου`, που καλύπτει όχι όλη τη διάρκεια του, αλλά μόνο το διάστημα μεταξύ των ετών 431 και 411 π.Χ. Η όλη αυτή ιστορική συγγραφή συγκροτείται από 8 συνολικά βιβλία. Μετάφραση της ιστορίας του Θουκυδίδη στη νεοελληνική μας γλώσσα εκπόνησε, μεταξύ άλλων, και ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με πρόλογο του Δημήτρη Κακλαμάνου.

ΙΟΥΒΕΝΑΛΙΟΣ (ΓΙΟΥΒΕΝΑΛΗΣ) (55 - 135 μ.Χ.)
Ήταν διάσημος Ρωμαίος σατυρικός ποιητής. Σπούδασε ρητορική και επί πολλά χρόνια άσκησε το επάγγελμα του συνηγόρου στη Ρώμη. Στο έργο του καυτηριάζει την εξαχρείωση της τότε Ρωμαϊκής κοινωνίας, εξαιρώντας παράλληλα τον παλαιότερο Ρωμαϊκό χαρακτήρα και το υψηλό φρόνημα των προγονικών του γενεών. Έγραψε συνολικά 16 σάτιρες, που διαιρούνται σε τρεις ξεχωριστές ομάδες. Στα τέλη της ζωής του εξορίστηκε στην Αίγυπτο, όπου και πέθανε, σε ηλικία 80 ετών.

ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ (460 - 370 π.Χ.)

Η ορθολογική ιατρική ? που έθεσε τις βάσεις της επιστημονικής ιατρικής ? θεμελιώθηκε από τον Ιπποκράτη τον Κώο (460-370 π.Χ.) κατά την περίοδο του Χρυσού Αιώνα. Η γενεαλογία του Ιπποκράτη έχει συνδεθεί με την ελληνική μυθολογία. Αναφέρεται ότι ήταν 20ος απόγονος της γενιάς του ημίθεου Ασκληπιού (γιου του Απόλλωνα) που αργότερα θεοποιήθηκε ως Θεός και προστάτης της ιατρικής τέχνης. Οπωσδήποτε όμως, είναι βέβαιο ότι πρώτος δάσκαλός του υπήρξε ο πατέρας του, ιατρός Ηρακλείδης και ότι ανάμεσα στους εκπαιδευτές του συγκαταλέγονται ο Ηρόδικος ο Σηλυμβριανός, περίδοξος γυμναστής και διαιτολόγος και ο διάσημος ρήτορας Γοργίας ο Λεοντίνος. Η βιογραφία ωστόσο, του πολυταξιδεμένου Ιπποκράτη, που κατά τον Σουίδα πέθανε σε βαθιά γεράματα σε ηλικία 94 ετών, κοντά στη Λάρισα, έχει μερικά κενά και αμφιλεγόμενα σημεία στα οποία προσπαθούν να δώσουν έμφαση, μερικοί πολέμιοι του Ιπποκρατικού πνεύματος, με σκοπό να αμφισβητήσουν την εγκυρότητα και να διεκδικήσουν την πατρότητά του. Επιφανέστερος απ` όλους τους Ασκληπιάδες του καιρού του, ήταν ο πρώτος που ταξινόμησε με σύστημα τα δεδομένα της ιατρικής και καθιέρωσε τη μεθοδική αντιμετώπιση των διαφόρων νοσημάτων. Ο Ιπποκράτης εκφράζει την άποψη ότι το άτομο νοσεί όταν αφήνει τον οργανισμό του να εξασθενεί. Ισχυρός υγιείς οργανισμός προλαβαίνει τις ασθένειες και δεν υπόκειται την φθορά τους. Ασχολείται με το να ισχυροποιήσει τον οργανισμό με φυσικό τρόπο και δεν τρέχει πίσω από τα προβλήματα που ο εξασθενημένος οργανισμός αρχίζει να παρουσιάζει το ένα μετά το άλλο, βοηθώντας έτσι τον οργανισμό να επανέλθει στην φυσιολογική υγιή του κατάσταση. (ως γνωστό, είναι σημαντικό να προλαβαίνουμε τις ασθένειες γιατί αυτές επιταχύνουν την διαδικασία της γήρανσης). Αποσκοπεί έτσι, το άτομο να μην νοσεί, ώστε να επεκτείνει το όριο και την ποιότητα της ζωής του με φυσικό τρόπο, μεταφέροντας γενετικά στις επόμενες γενιές του υγεία και μακροζωία. Συγκέντρωση Βιβλίων του Ιπποκράτη Τα βιβλία που απαρτίζουν την Ιπποκρατική Συλλογή ανάγονται μεταξύ του 450 π.χ. Ανάγοντας κατά συνέπεια στην χρονική περίοδο που έζησε ο Ιπποκράτης «460-370», λίγο πριν και λίγο μετά απ? αυτόν. Αποδίδονται στην πλειοψηφία τους στον Ιπποκράτη και τους μαθητές του, ενώ μερικά θεωρείται ότι προέρχονται από την παλαιότερη ακμάσασα σχολή της Κνίδου στην έναντι της Κω μικρασιατική ακτή. Τα χειρόγραφα αυτά κυκλοφορούσαν στην αρχή με τη μορφή φυλλαδίων ανάμεσα στους λογίου της εποχής και μεταξύ αυτών που ασκούσαν την ιατρική. Ανάμεσα στα κείμενα που συνιστούν ενότητες καθορισμένου περιεχομένου περιλαμβάνονται και γραπτές σημειώσεις, οι οποίες διατηρήθηκαν και έφθασαν μέχρι την εποχή μας. Όλα αυτά τα χειρόγραφα κυκλοφορούσαν χωρίς τίτλους όπως άλλωστε και όλα τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Τα χειρόγραφα αυτά μεταφέρθηκαν αργότερα κατά την κλασική εποχή και τοποθετήθηκαν στη γνωστή Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη. Επειδή όμως τα βιβλία αυτά δεν έφεραν τίτλους, προκειμένου να ταξινομηθούν στη βιβλιοθήκη, τους εδίδετο ένα όνομα το οποίο εν συνεχεία μετά τη μελέτη και το σχολιασμό από ειδικού μπορούσε να αλλάξει. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή τα ιπποκρατικά κείμενα μελετώνται από επιφανείς πνευματικούς ανθρώπους της εποχής όπως ο Κέλτος γνωστός ως «Λατίνος Ιπποκράτης», ο Γάιος Πλίνιος κ.α. Στα χρόνια του Βυζαντίου, η έξαρση του μοναχισμού και η ίδρυση μοναστηριών συνέβαλε στην συγκέντρωση πλείστων χειρογράφων της κλασικής περιόδου, επομένως και των ιπποκρατικών κειμένων. Τα γνωστότερα ιπποκρατικά κείμενα είναι τα εξής: «Περί ιατρού», «Περί Ευσχημοσύνης», «Παραγγελίαι», «Περί Κρίσεως», «Περί κρισίμων», «επιστολαί», «Δόγμα», «Επισώμιος», «Πρεσσεκτικός». Ο Ιπποκράτης δημιούργησε θεμελιώδη αξιώματα, τα οποία, έκτοτε και μέχρι σήμερα, αποτελούν τη στέρεη βάση της ιατρικής επιστήμης και συνέταξε τον όρκο των λειτουργών της, που ισχύει επίσης μέχρι και σήμερα. Έγραψε 72 έργα, από τα οποία όμως μόνο ελάχιστα σώθηκαν. Ανάμεσα δε στα διασωθέντα είναι και τα εξής: Το `Περί αρχαίας ιατρικής`, το `Περί ανέμων, υδάτων και τόπων`, το `Περί διαίτης οξέων`, το `Περί επιδημιών` κ.α. Υπήρξε σεμνός και αφιλάργυρος. Για τις επιτυχημένες θεραπείες του έγινε το αντικείμενο του θαυμασμού σε κάθε γενικά γωνιά της αρχαίας Ελλάδας. Πάνω απ` όλα όμως οι Αρχαίοι Έλληνες τον τιμούσαν ως το μεγάλο δάσκαλο της επιστήμης του Ασκληπιού. Ήταν πολυγραφότατος, ηθικός, συνετός, δίκαιος και μετριόφρονας. Χάρη δε σε αυτόν η ιατρική απέβαλε τον προηγούμενο εμπειρικό και μυστικιστικό (παπαδοκρατικό) της χαρακτήρα. Σαν βασικά ρητά του Ιπποκράτη μπορεί να θεωρηθούν τα εξής δύο: 1) `Πάν το πολύ τη φύσει πολέμιον`, δηλαδή: `Κάθε τι το υπερβολικό δεν το ανέχεται η φύση`. Και 2) `Ουδέν ώφελος εκ των απάντων αγαθών εστί, εάν το υγιαίνειν και μόνο απή`, δηλαδή: `Αν απουσιάζει η υγεία από τον άνθρωπο, δεν υπάρχει κάποιο όφελος γι` αυτόν απ` όλα γενικά τα άλλα αγαθά του`.


Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (5)

ΖΗΝΩΝ (Ο ΚΙΤΙΕΥΣ) (334 - 264 π.Χ.)
Καταγόταν από την πόλη Κίτιο της Κύπρου, απ` όπου έλαβε και την προσωνυμία `Κιτιεύς`, είναι δε ο ιδρυτής και αρχηγός της Στωικής Σχολής των Ελλήνων φιλοσόφων. Αρχικά ήταν έμπορος, αλλά το καράβι, με το οποίο μετέφερε τα εμπορεύματά του, καθοδόν ναυάγησε, με αποτέλεσμα να χάσει όλη την περιουσία του και να καταλήξει στην Αθήνα, όπου και άρχισε αργότερα να καταγίνεται με τη φιλοσοφία. Όταν ένοιωσε τη σημασία της τελευταίας αυτής, είπε το περίφημο: `Νυν ευπλόηκα, ότε εναυάγησα`, που σημαίενι: `Πήγε καλά το ταξίδι μου, όταν ναυάγησα`. Σαν δάσκαλοι του Ζήνωνα αναφέρονται οι φιλόσοφοι Κράτης, Στίλπων, Ξενοκράτης και Πόλεμων, κοντά στους οποίους και μαθήτευσε επί ολόκληρη εικοσαετία. Μετά το πέρας των σπουδών του ο Ζήνων ίδρυσε δική του φιλοσοφική Σχολή, που, επειδή τα μαθήματά της γίνονταν στην `Ποικίλη Στοά`, επονομάσθηκε από τούτο `Στωική`. Ο Ζήνων ήταν έντιμος, ανιδιοτελής, ολιγαρκής και εγκρατής. Έργα του φιλοσόφου αυτού δεν έχουν δυστυχώς διασωθεί. Από παρεμβολές πάντως, περιεχόμενες σε συγγράμματα άλλων, φθάνουμε στο συμπέρασμα πως οι γενικές γραμμές της στωικής φιλοσοφίας του υπήρξαν οι επόμενες: 1) Διαιρούσε τη φιλοσοφία σε τρία μέρη, ήτοι: τη λογική, τη φυσική και την ηθική. 2) Πίστευε στο Θεό, σαν το δημιουργό της ζωής και σαν τη δύναμη εκείνη που προσδίδει τη μορφή στην ύλη και επιφέρει την ύπαρξη των ζωντανών οργανισμών. 3) Διακήρυττε ότι το ιδεώδες του βίου έγκειται στο φυσικό ευδαιμονισμό, τον οποία μας τον εγγυάται η ψυχική αταραξία και γαλήνη. Όταν δε κανείς αδυνατεί να προσφέρει στον εαυτό του και στους άλλους την ευδαιμονία, η ζωή τους δεν έχει πια νόημα κι επιβάλλεται η εκούσια διακοπή της (δηλαδή η αυτοκτονία). 4) Δίδασκε ότι η επιστημονική γνώση είναι απαραίτητο στοιχείο για την ηθική πράξη και ότι βάση της ηθικής μας είναι η προσήλωση προς το καθήκον. Επίσης ότι η λογική φύση του ανθρώπου καθορίζει και την ηθικότητά του, αν ληφθεί υπόψη πως: ναι μεν ο Θεός παρέχει την ηθική στους ανθρώπους, αλλά το ηθικά καλό είναι θέμα εκλογής ελεύθερης για τον καθένα μας. 5) Είχε τη γνώμη ότι βασική αρετή αποτελεί η φρόνηση, απ` αυτή δε απορρέουν και οι υπόλοιπες τρεις αρετές που, (κατά τον Πλάτωνα), είναι η ανδρεία, η σωφροσύνη και η δικαιοσύνη. Για την ηθική τελείωση του ανθρώπου και την ολοκλήρωση της αρετής του, σαν όρο απαράβατο έθετε: την `επί το αυτό συνύπαρξιν` και των τεσσάρων παραπάνω βασικών ανθρώπινων αρετών.

ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ (544 - 464 π.Χ.)
Ήταν ένας πολύ σημαντικός Αρχαιοέλληνας φιλόσοφος και συγγραφέας, που γεννήθηκε στην Έφεσο της Ιωνίας και πέθανε στην Αθήνα, σε ηλικία 80 περίπου ετών. Λογίζεται ότι είναι από τους πλέον βαθυστόχαστους φιλοσόφους της αρχαιότητας και ένας από τους δύο συνθεμελιωτές της ατομικής θεωρίας και των φυσικών επιστημών (ο άλλος είναι ο Δημοκράτης). Κατά τον Διογένη Λαέρτιο, το μοναδικό σύγγραμμα του Ηράκλειτου ? που δε σώθηκε ? είχε τον τίτλο `Περί φύσεως` και χωριζόταν σε τρεις πραγματείες, από τις οποίες η πρώτη μιλούσε για το Σύμπαν, η δεύτερη για την πολιτεία (το κράτος) και η τρίτη για το Θεό. Υπήρξε δημιουργός νέου ύφους, το οποίο αποκλήθηκε `αφοριστικό`. Ο λόγος του ήταν σειρά σύντομων αυτοτελών προτάσεων (`Αφορισμών`), με πλήρες όμως νόημα, που το διέθετε η κάθε μία από αυτές. Πυρήνας των επιστημονικό-φιλοσοφικών θεωριών του είναι η αντίληψη, που εκφράζεται στο διάσημο γνωμικό του, κατά το οποίο: `Αεί γίγνεσθαι και μεταβάλλεσται πάντα και μηδέν μηδέποτε επί το αυτό μένειν`. Πίστευε, δηλαδή, ότι το παν βρίσκεται σε μια αέναη ροή, κάθε δε γένεση είναι προϊόν διαρκών αντιθέσεων. Σε λογική ακολουθία, της πίστης τους αυτής, έλεγε πως ο πόλεμος ? δηλαδή η διαμάχη των αντιθέσεων ? είναι πατέρας κάθε αγαθού (πόλεμος πάντων γαρ πατήρ, πάντων βασιλεύς). Ο αγώνας αυτός, κατά τον Ηράκλειτο πάντοτε, δεν πρέπει κάποτε να σταματήσει. Διότι τότε θα διακοπεί η πρόοδος και η προαγωγή των αξιών, που εξασφαλίζεται ακριβώς από τη διαρκή διαπάλη των συγκρουόμενων μεταξύ τους αντίθετων τάσεων. Παράλληλα, πίστευε και στο Θεό, τον οποίο θεωρούσε έννοια υπερβατική, κείμενη εκτός και υπεράνω όλων των υπόλοιπων γνωστών μας όντων και πραγμάτων.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ (484 - 410 π.Χ.)
Ο Ηρόδοτος θεωρείται ως ο `πατέρας της ιστορίας` και ένας από τους μεγαλύτερους και οξυδερκέστερους ιστορικούς ολόκληρου του κόσμου. Γεννήθηκε στην Αλικαρνασσό της Ιωνίας και πέθανε στην Ιταλική πόλη Θούριοι, που ήταν τότε αποικία των Αθηναίων, σε ηλικία 74 ετών. Το 445 π.Χ. ήλθε στην Αθήνα, όπου γνώρισε τον Περικλή και με τη συνδρομή του, διάβασε δημόσια την ιστορία του, παίρνοντας ? κατά μια παράδοση ? γι` αυτό σαν αμοιβή του δέκα τάλαντα. Ήταν γόνος πλούσιας και διακεκριμένης οικογένειας, απ` τις πιο καλές του τόπου του. Διέθετε μεγάλη περιέργεια και παρατηρητικότητα, λεπτό καλλιεργημένο πνεύμα, διεισδυτικότητα και πλήρη αμεροληψία στις ιστορικές του κρίσεις. Η ιστορία του Ηροδότου διαιρείται σε 9 βιβλία, που το καθένα έχει σα τίτλο του το όνομα μιας από τις εννέα μούσες των αρχαίων. Ταξίδεψε πάρα πολύ ανά τον κόσμο, βλέποντας και παρατηρώντας τους ανθρώπους και τα διάφορα πολιτικοκοινωνικά φαινόμενα της εποχής του. Γι` αυτό δε και υποστηρίζεται από πολλούς ότι υπήρξε συνάμα ο πρώτος δημοσιογράφος του κόσμου. Παράλληλα θεωρείται και ως ο ιδρυτής της γεωγραφίας. Επίσης ως ένας από τους πιο μεγάλου αρχαίους περιηγητές.

ΗΣΙΟΔΟΣ (790 - 730 π.Χ.)
Ο Ησίοδος είναι, μετά τον Όμηρο, ο παλαιότερος ποιητής της αρχαίας Ελλάδας και λογίζεται σαν ο `δημιουργός του διδακτικού έπους`. Γεννήθηκε στην Άσκρα του Ελικίωνα, όπου και πέθανε, σε ηλικία 60 ετών, το δε μνημείο του είχε στηθεί στον Ορχομενό της Βοιωτίας, όπου σωζότανε επί πολλούς αιώνες. Τα δύο επικά ποιήματά του: 1) `Θεογονία` (στο οποίο εκθέτει τα όσα αφορούν στη γέννηση και τις μάχες των Θεών, καθώς και στην περιγραφή του Κάτων Κόσμου) και 2) `Έργα και ημέρες`, (στο οποίο παραθέτει συμβουλές για τη γεωργία, το εμπόριο και τη ναυτιλία), έχουν μεταφρασθεί στις γλώσσες όλης της Ευρώπης και πολλών άλλων χωρών του υπόλοιπου κόσμου. Είναι και ο πρώτος ποιητής, που ενδιαφέρθηκε για τη ζωή και τα προβλήματα των απλών λαϊκών ανθρώπων (γεωργών, βουκόλων κ.λπ)

ΘΑΛΗΣ (Ο ΜΙΛΗΣΙΟΣ) (624 - 546 π.Χ.)

Γεννήθηκε στη Μιλητό και πέθανε σε ηλικία 78 ετών από ηλίαση, ενώ παρακολουθούσε στην αρχαία Ολυμπία του εκεί αγώνες. Ήταν αυτοδίδακτος, λόγω όμως της μεγάλης του παρατηρητικότητας και πολυμέρειας, έγινε μετά ένας από τους εφτά Αρχαιοέλληνες σοφούς. Ταξίδεψε στην Περσία και την Αίγυπτο, όπου, με μοναδικό μέσο το ραβδί του, κατόρθωσε να μετρήσει το ύψος των πυραμίδων, υπολογίζοντας του με βάση τη σκιά τους, και την ώρα της ημέρας, κατά την οποία έγινε η μέτρηση. Εξάλλου, πραγματοποίησε και λίαν σοβαρές ανακαλύψεις στους κλάδους της φυσικής, της αστρονομίας και της γεωμετρίας, όντας ο πρώτος που επεσήμανε τα φυσικά φαινόμενα του ηλεκτρισμού και του μαγνητισμού. Παράλληλα δε, πρώτος επίσης αυτός καθόρισε και την `Αρχή της θεωρητικής αναζήτησης των αιτιών`, πάνω στην οποία εδράζεται έκτοτε κάθε διανοητική προσπάθεια στο χώρο της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Πέρα από αυτά επινόησε και κατασκεύασε μηχανήματα υπολογισμού των αποστάσεων, διαίρεσε το έτος σε 365 ημέρες και το μήνα σε 30 ημέρες. Εκείνο, πάντως, που προξενεί τη μέγιστη κατάπληξη στο σύγχρονο μελετητή, είναι η πολυμέρεια των ενδιαφερόντων του και η ικανότητά του για συνθετική θεώρηση των φαινομένων της πραγματικότητας. Και μόνο δε το γεγονός ότι η επιστημονική του μεγαλοφυΐα ανακάλυψε πρώτη αυτή τον ηλεκτρισμό, ξεκινώντας από την παρατήρηση της έλξης, την οποία προκαλεί η τριβή του ήλεκτρου (κεχριμπαριού), θα ήταν αρκετό για να τον καταστήσει αθάνατο στις τάξεις των πιο μεγάλων διανοητών της Οικουμένης. Ήταν συνάμα ο Θαλής και μια ανώτερη ηθική προσωπικότητα. Σώφρονας, έντιμος, ακέραιος και από κάθε γενικά άποψη ανεπίληπτος. Οι συμπολίτες του Μιλήσιοι χάραξαν στον τάφο του το εξής επίγραμμα: `Ει ολίγον το δε σήμα, το δε κλέος ουρανομηκες`, δηλαδή: `Ο χώρος μεν που πιάνει ο τάφος σου είναι μικρός, αλλά η δόξα σου εκτείνεται μέχρι τον ουρανό`.

ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ (~527 - 461 π.Χ.)
Πολιτικός και στρατιωτικός, ο οποίος συνέβαλε αποφασιστικά στη στρατιωτική αναβάθμιση της Αθήνας σε ναυτική δύναμη, με όλες τις συναφείς πολιτικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ο Θεμιστοκλής εκτίμησε σωστά τον κίνδυνο των Περσών, συμπλήρωσε τις κατασκευές στο λιμάνι του Πειραιά και βομβάρδιζε τους Αθηναίους με μηνύματα για την αναγκαιότητα να δημιουργηθεί πολεμικό ναυτικό (τα «ξείλινα τείχη»). Το 490 π.Χ. συμμετείχε ως στρατηγός στη μάχη του Μαραθώνα. Αργότερα κατάφερε με εξοστρακισμό να απομονώσει τους πολιτικούς αντιπάλους του που ήταν υποστηρικτές της ολιγαρχίας και εκπρόσωποι των πλούσιων κτηματιών. Μετά τον εξοστρακισμό και του ολιγαρχικού αντιπάλου του, Αριστείδη, το έτος 483, ο οποίος ήταν ενάντια στη ναυτική δύναμη και υπέρ του πεζικού που είχαν υπό τον έλεγχό τους οι ολιγαρχικοί, υλοποίησε ο Θεμιστοκλής το ναυπηγικό του πρόγραμμα, βάσει του οποίου κατασκεύασε περίπου 200 τριήρεις που χρηματοδότησε από τα έσοδα των αργυρορυχείων του Λαυρίου. Οταν πλησίασε ο περσικός στρατός στην Αθήνα, μετά τη μάχη των Θερμοπυλών, ακολουθούμενος στη θάλασσα από ισχυρό στόλο, φάνηκε ότι το σχέδιο του Θεμιστοκλή με τη δημιουργία των τριήρεων δεν θα είχε επιτυχία. Πράγματι, οι Πέρσες κατέλαβαν το 480 και λεηλάτησαν την πόλη, η οποία όμως είχε προηγουμένως εκκενωθεί από τους Αθηναίους. Ο Θεμιστοκλής αποφάσισε να αντιμετωπίσει την κατάσταση με πανουργία, φοβούμενος και την πρόωρη αποχώρηση των Σπαρτιατών και έστειλε μυστικό μήνυμα στον Ξέρξη Α', με το οποίο τον συμβούλευε να επιτεθεί στον αθηναϊκό στόλο, πριν αυτός ξεφύγει από τη Σαλαμίνα και βγει στην ανοικτή θάλασσα. Ο Ξέρξης πείστηκε να επιτεθεί πριν ολοκληρώσει τις προετοιμασίες του και διέταξε τα μεγάλα και δυσκίνητα πλοία του στο Φάληρο να εισχωρήσουν στη ρηχή θάλασσα γύρω από τη Σαλαμίνα. Τα μικρά και ευέλικτα πλοία των Αθηναίων μετέτρεψαν την επίθεση του Ξέρξη σε φιάσκο και σε συντριβή των Περσών. Μετά την αποχώρηση των Περσών, έπεισε ο Θεμιστοκλής τους Αθηναίους να χτιστούν (479-478), ενάντια στη γνώμη και στις βλέψεις των Σπαρτιατών, τα «μακρά τείχη» που ένωναν την Αθήνα με τον Πειραιά. Ο Θουκυδίδης, ολιγαρχικών προτιμήσεων ο ίδιος, αναφέρει για το Θεμιστοκλή ότι ήταν άνθρωπος με πολλά φυσικά χαρίσματα και άξιος γι' αυτό του μεγαλύτερου θαυμασμού. Είχε έμφυτη οξυδέρκεια και ήταν σε θέση να κρίνει και αποφασίσει ταχύτατα σε δύσκολες συνθήκες. Μπορούσε να εξηγεί πειστικά τα σχέδιά του και, ακόμα και για θέματα που δεν γνώριζε καλά ο ίδιος, είχε την ικανότητα να αναγνωρίζει τα μειονεκτικά και πλεονεκτικά σημεία τους. Τα χαρίσματά του τον οδηγούσαν σε ευέλικτους αυτοσχεδιασμούς, με τους οποίος μπορούσε σχεδόν πάντα να αντιπαρέρχεται τις δυσκολίες. Αυτές οι φυσικές ικανότητές του έκαναν όμως το Θεμιστοκλή συχνά αλαζονικό και μεγαλομανή, πέρα από τη φιλοχρηματία που έδειχνε σε διάφορες περιπτώσεις. Έτσι προκάλεσε την οργή των Αθηναίων, με αποτέλεσμα να εξοστρακιστεί το 471 με απόφαση του Δήμου. Ο Θεμιστοκλής αποσύρθηκε αρχικά στο 'Αργος και στη συνέχεια, μετά από περιπέτειες, μέσω Κέρκυρας, Ηπείρου και Μακεδονίας πήγε στη Μικρά Ασία, όπου έθεσε στη Σούσα τον εαυτό του στην υπηρεσία του Αρταξέρξη Α'. Ο Πέρσης βασιλιάς ανταπέδωσε στον υψηλό φιλοξενούμενο τη χάρη για τα στρατηγικά σχέδια που του υπέβαλε, ανταμείβοντας τον με τη διοίκηση μιας πλούσιας περιοχής στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Πέθανε εκεί, κατά μία εκδοχή δε αυτοκτόνησε, όταν διαπίστωσε ότι ο Αρταξέρξης θα τον χρησιμοποιούσε στην εκστρατεία του εναντίον των ελληνικών πόλεων.


Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (4)

ΔΙΟΔΩΡΟΣ (Ο ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ) (1ος αιώνας π.Χ.)
Ήταν ένας αξιόλογος Έλληνας ιστοριογράφος, που γεννήθηκε στο Αργύριο της Σικελίας και έζησε κατά τους χρόνους του Καίσαρα και του Αυγούστου. Ασχολήθηκε με τη γενική ιστορία, την οποία συνέγραψε σε 40 συνολικά βιβλία, με τον τίτλο `Ιστορική βιβλιοθήκη`. Το όλο σύγγραμμά του διαιρείται σε τρία μέρη, από τα οποία το πρώτο αφορά στους μυθικούς χρόνους, μέχρι και την άλωση της Τροίας, το δεύτερο αναφέρεται στο διάστημα από την άλωση της Τροίας ως το Θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου και το τρίτο στην εποχή από το θάνατο του Αλεξάνδρου μέχρι και την κατάκτηση της Βρετανίας από τους Ρωμαίους. Από τα σαράντα βιβλία της ιστορίας του έχουν διασωθεί μόνο τα δεκαπέντε και ορισμένα αποσπάσματα των άλλων που χάθηκαν στο μεταξύ. Το σύγγραμμα του Διόδωρου θεωρείται πραγματικά πολύτιμο, διότι, μέσα από τα διασωθέντα μέρη του, προβάλλονται και, ως ένα βαθμό, αναπληρώνονται, τα χαμένα έργα αρκετών προγενέστερων του μεγάλων ιστορικών συγγραφέων.

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ (Ο ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΕΥΣ) (1ος αιώνας π.Χ.)
Υπήρξε Έλληνας ιστοριογράφος και ρητοροδιδάσκαλος, για τη ζωή του οποίου όμως ελάχιστα μας είναι σήμερα γνωστά. Η καταγωγή του ήταν από την πόλη Αλικαρνασσό της Καρίας, εκεί δε έκανε και τις πρώτες ρητορικές σπουδές του. Μετά πήγε στη Ρώμη, γύρω στο τέλος του εμφυλίου πολέμου, (30 περίπου π.Χ.), όπου και έμεινε επί 22 ολόκληρα χρόνια, σπουδάζοντας λατινικά και ρωμαϊκή φιλολογία. Για να κερδίσει τη ζωή έδινε μαθήματα ρητορικής, επιδιδόμενος, παράλληλα στη συγγραφή βιβλίων. Το βασικό του έργο είχε τον τίτλο `Ρωμαϊκές Αρχαιότητες` κι ήταν διαιρεμένο σε 20 συνολικά βιβλία. Από αυτά όμως μόνο τα μισά έχουν διασωθεί, καθώς και ορισμένα αποσπάσματα των άλλων, που χάθηκαν. Διακρινόταν για τη φιλομάθεια, τη φιλεργία και την προσήνειά του. Η επιρροή που άσκησε, τόσο στον καιρό του όσο και στους μετέπειτα πνευματικούς ανθρώπους (κύρια του Βυζαντίου) κρίνεται σαν πολύ σημαντική.

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ (341 - 270 π.Χ.)
Ο Επίκουρος που γεννήθηκε στη Σάμο, υπήρξε διάσημος φιλόσοφος και ιδρυτής ίδιας φιλοσοφικής Σχολής, που έλαβε και το όνομά του (Σχολή των Επικούρειων). Ήταν φτωχικής καταγωγής. Από ηλικίας 12 ετών άρχισε να ασχολείται με τη φιλοσοφία, παρακολουθώντας μαθήματα κοντά στον Πάμφιλο, οπαδό της πλατωνικής φιλοσοφικής διδασκαλίας. Έγραψε περί τα 300 έργα, από τα οποία όμως δεν σώθηκαν παρά λίγα αποσπάσματά τους. Πίστευε πως αρχή όλων των όντων και πραγμάτων είναι μόνο η ύλη, έξω απ` την οποία δεν υπάρχει κάτι άλλο και ότι οι πνευματικές και ψυχικές λειτουργίες του ανθρώπου δεν είναι, παρά λειτουργικές εκφάνσεις της ίδιας αυτής της υλικής μοναδικής πραγματικότητας. Σε συνέπεια προς την υλιστική τούτη κοσμοθεωρία του δίδαξε ότι: το μοναδικό απόλυτο αγαθό είναι η ηδονή, όχι όμως η `εν κινήσει`, δηλαδή η στιγμιαία και παροδική, αλλά η `εν γαλήνη και αταραξία`, δηλαδή η διαρκής. Ο θάνατος ? κατά τον Επίκουρο πάντοτε ? δεν είναι κάτι το κακό, `αφού όταν υπάρχουμε εμείς, εκείνος δεν είναι παρών και όταν αυτός εμφανισθεί, εμείς παύουμε πλέον να υπάρχουμε`. Πρέσβευε, εξάλλου, ότι η μελέτη και οι σπουδές αξίζουν μόνο όταν μας φέρνουν στην `ευδαιμονία βίου` και μας απαλλάσσουν από τους φόβους και τις πλάνες, που μας δημιουργεί το περιβάλλον μας, μες στο οποίο ζούμε. Οι ψυχικές ηδονές είναι κατά πολύ ανώτερες από τις σωματικές, χωρίς όμως με τούτο να έπεται πως και οι δεύτερες στερούνται σημασίας ιδιαίτερης. Ο Επίκουρος είχε τα μέγιστα διαπρέψει, τόσο κατά την ανάλυση των διαφόρων επιμέρους φαινομένων, όσο και κατά το ότι πρώτος αυτός ίδρυσε τη λεγόμενη `θεωρία της αισθησιοκρατίας`. Πιο συγκεκριμένα δε πίστευε σχετικά ότι η σκέψη εξαρτάται από τις αισθήσεις και ότι δεν υπάρχει κάτι στο ανθρώπινο μυαλό, το οποίο να μην έχει προϋπάρξει στις αισθήσεις μας. Και τέλος, ότι η αίσθηση δεν ελέγχεται από τη νόηση, αφού η δεύτερη, καθώς προαναφέραμε, εξαρτάται κυριαρχικά από την πρώτη. Η επικούρεια φιλοσοφία άσκησε σοβαρότατη επίδραση σε αρκετές νεώτερες Σχολές του λεγόμενου `ματεριαλιστικού κύκλου`, δηλαδή των υλιστών φιλοσόφων. Ιδιαίτερα δε επηρέασε πολύ τον μαρξισμό, που υιοθέτησε απόλυτα τη θεωρία του ότι η γνώση και οι διάφορες ψυχοπνευματικές μας λειτουργίες δεν είναι παρά παλιές αντανακλάσεις της εξωτερικής αντικειμενικής πραγματικότητας, δηλαδή της υλικής πραγματικότητας, μες την οποία ζούμε και υπάρχουμε. Ο Επίκουρος πέθανε στην Αθήνα από λιθίαση των νεφρών του, που του επέφερε διακοπή της ούρησής του.

ΕΠΙΚΤΗΤΟΣ (40 - 128 μ.Χ.)
Υπήρξε Έλληνας στωικός φιλόσοφος που είχε την καταγωγή του από την Ιεράπολη της Φρυγίας. Αρχικά έζησε σαν δούλος στη Ρώμη, όπου έλαβε μαθήματα φιλοσοφίας, από του ΜουσώνιοΧ και όταν κατόπιν απελευθερώθηκε ίδρυσε εκεί τη δική του φιλοσοφική Σχολή. Αργότερα όμως εκδιώχθηκε από τη Ρώμη, για να συνεχίσει τη δράση του ως δασκάλου φιλοσοφίας στη Νικόπολη (κοντά στη σημερινή μας Πρέβεζα). Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του φιλοσόφου αυτού ήταν η παροιμιώδης αταραξία του, η στωικότητά του και η απέριττη λιτότητά του. Ο Επίκτητος δεν έγραψε κάτι στη ζωή του, από καθαρή αποστροφή προς τη δόξα και την υστεροφημία. Κήρυξε όμως με ζήλο ακατάβλητο και πρόθεση φιλάλληλη (επιδιώκοντας να ωφελήσει τους ανθρώπους, δια μέσου της ηθικοποίησης τους) πως το ιδανικό του βίου μας βρίσκεται στην ηθική τελείωσή μας, ο δε σκοπός του στην ευδαιμονία, την οποία άλλος την επιδιώκει με τον πλούτο, άλλος με τη δόξα και τις τιμές, άλλος με τις ηδονές κ.ο.κ. Τα πράγματα όμως αυτά, δεν είμαστε διόλου βέβαιοι ότι είναι δυνατόν και να τα επιτύχουμε. Αλλά κι αν τα πετύχει κάποιος, αντί να του φέρουν την ευδαιμονία, τον οδηγούν καμιά φορά στην κακοδαιμονία. Άρα, το μόνο, που απομένει στην εξουσία μας και που αποτελεί την αληθή ευδαιμονία, είναι η `αταραξία της ψυχής`, με ΄άλλα λόγια η ψυχική γαλήνη και μακαριότητα. Και την τελευταία αυτή την προσεγγίζουμε, αν δεν ταραζόμαστε από πάθη και επιθυμίες ή φόβους εξωτερικών κακών, καθώς είναι π.χ. ο πόνος, η φτώχεια, η αρρώστια ή κι αυτός ο θάνατος ακόμη. Πέθανε στη Νικόπολη της Ηπείρου, σε ηλικία 88 ετών.

ΕΡΑΤΟΣΘΕΝΗΣ (275 - 194 π.Χ.)
Ο Ερατοσθένης ήταν ένας από τους πιο σπουδαίους λόγιους της Αλεξάνδρειας και από τους μεγαλύτερους σοφούς της αρχαιότητας. Ασχολήθηκε τόσο με τις θετικές επιστήμες, όπως είναι τα μαθηματικά, η γεωγραφία και η αστρονομία, όσο και με τη λογογραφία και την ποίηση. Γεννήθηκε γύρω στο 275 π.Χ., όντας κατά 11 χρόνια νεώτερος του ΑρχιμήδηΧ ο τελευταίος δε πολύ τον εκτιμούσε και γι` αυτό του αφιέρωσε το ονομαστό του έργο `Περί μηχανικών θεωρημάτων, προς Ερατοσθένη έφοδος`, στο οποίο του γράφει και τα εξής: `Βλέπων σε σπουδαίον και εξέχοντα εις την φιλοσοφίαν και έχοντα τιμήσει τα μαθηματικά`. Όταν ήταν 40 ετών τον κάλεσε ο βασιλιάς της Αιγύπτου Πτολεμαίος και του ανέθεσε τη διαπαιδαγώγηση του γιου και διαδόχου του, καθώς και τη διεύθυνση της περιώνυμης βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, θέση στην οποία έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Πέθανε το 194 π.Χ., σε ηλικία 82 ετών. Ο Ερατοσθένης ήταν πνεύμα πολυεδρικό, πρωτότυπο και δημιουργικό. Εκτός των άλλων θεωρείται και σαν ο ιδρυτής της `μαθηματικής γεωγραφίας`. Από τα έργα του Ερατοσθένη μόνο μεμονωμένα αποσπάσματά τους έχουν διασωθεί.

ΕΥΚΛΕΙΔΗΣ (330 - 270 π.Χ.)
Ο μεγάλος αυτός Έλληνας μαθηματικός, ο θεωρούμενος και σαν ο `πατέρας της γεωμετρίας`, γεννήθηκε στην Τύρο και πέθανε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, σε ηλικία 60 ετών. Ο βασιλιάς Πτολεμαίος Α` τον περιέβαλε με την αμέριστη εκτίμησή του και τον είχε διορίσει οργανωτή και πρώτο Πρύτανη του Πανεπιστημίου της Αλεξάνδρειας, του οποίου ο ίδιος αυτός υπήρξε και ο ιδρυτής του. Σπουδαιότερα έργα του Ευκλείδη θεωρούνται τα εξής: 1) Το υπό τον τίτλο `Στοιχεία`, συναποτελούμενο από 13 συνολικά βιβλία, που είναι και το σπουδαιότατο απ` όλα. Περιέχει κάθε τι που επινόησε η ελληνική επιστήμη στον τομέα της θεωρίας των αριθμών και ης γεωμετρίας επί αρκετούς αιώνες. Αρκεί να σημειωθεί σχετικά ότι το έργο τούτο του μεγάλου Έλληνα διανοητή έχει μεταφρασθεί σ` όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες, στα δε Αγγλικά Γυμνάσια διδάσκεται και τώρα ακόμη ολόκληροΧ και αυτό γιατί περιέχει τη λεγόμενη `Ευκλείδειο γεωμετρία`. 2) Τα `Δεδομένα`, 3) τα `Περί διαιρέσεων`, 4) Τα `Πορίσματα`, 5) Το `Περί κωνικών τομών`, 6) Το αστρονομικό του έργο `Φαινόμενα` κ.α. Από αυτά ορισμένα μόνο διασώθηκαν, ενώ τα άλλα χάθηκαν στο διάβα των αιώνων.


ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ (480 - 406 π.Χ.)
Ο Ευριπίδης γεννήθηκε στη Φλύα (το σημερινό Χαλάνδρι) και σε ηλικία 74 ετών πέθανε στην Αρέθουσα της Μακεδονίας, όπου και τάφηκε. Σαν αίτιο του θανάτου του αναφέρεται από τους ιστορικούς το ότι κατασπαράχθηκε από τα άγρια σκυλιά του Μακεδόνα βασιλιά Αρχέλαου, που τον φιλοξενούσε τότε στην Αυλή του. Καταγόταν από άσημους γονείς, έτυχε όμως αρίστης ανατροφής κι ανάλογης εκπαίδευσης. Αρχικά ασχολήθηκε με τη ζωγραφική, αργότερα δε με την ποίηση και τη φιλοσοφία. Ήταν φίλος στενός του Σωκράτη. Παράλληλα άκουσε μαθήματα φιλοσοφίας και ρητορικής κοντά στον Πρωταγόρα, τον Πρόδικο και τον Αναξαγόρα. Υπήρξε βιβλιοφάγος, διαθέτοντας μια λίαν θαυμαστή, για το καιρό του, πλούσια βιβλιοθήκη. Σαν χαρακτήρας ήταν αυστηρός, σύννους και αγέλαστος. Ορισμένοι τον κατηγορούσαν (και εξακολουθούν να τον κατηγορούν) για μισογύνη, χωρίς όμως το τελευταίο αυτό να είναι ολότελα αποδεδειγμένο. Λόγω της φοβερής του φιλομάθειας φημιζόταν για πολύ σοφός, σε σημείο που ένας χρησμός μαντείου έλεγε: `Σοφός Σοφοκλής, σοφότερος Ευριπίδης, ανδρών δ` απάντων Σωκράτης σοφότατος`. Πήρε πέντε πρώτες νίκες σε θεατρικούς διαγωνισμούς της εποχής του και αρκετές δεύτερες και τρίτες (`δευτέρεια` και `τρίτεια`). Έγραψε 74 συνολικά έργα, από τα οποία διασώθηκαν μόνο 19 δράματα του, τα οποία είναι τα εξής: `Άλκηστις`, `Μήδεια`, `Ηρακλείδαι`, `Ιππόλυτος`, `Ανδρομάχη`. `Εκάβη`, `ικέτιδες`, `Ηλέκτρα`, `Ιφιγένεια εν Ταύροις`, `Ελένη`, `Φοίνισσαι`, `Ορέστης`, `Βάκχαι`, `Ιφιγένεια εν Αυλίδι`, `Ρήσσος`, `Κύκλωψ`, `Τρωάδες`, `Ίων` και `Ηρακλής μαινόμενος`. Ο Ευριπίδης ήταν ο τραγικότερος μεγάλος ποιητής της αρχαιότητας και άσκησε αφάνταστα μεγάλη επίδραση σε όλη τη μετέπειτα δραματουργία, ως και την σύγχρονή μας εποχή ακόμη.


Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (3)


ΒΙΡΓΙΛΙΟΣ (70 - 19 π.Χ.)
Ήταν ο μεγαλύτερος Ρωμαίος επικός ποιητής, κάτι σαν εθνικός ποιητής της αρχαίας Ρώμης και κάτι ανάλογο προς το δικό μας Όμηρο. Πρώτο του έργο υπήρξε ένα βουκολικό ποίημα με τον τίτλο `Εκλογές`. Το επόμενο του δε ήταν τα `Γεωργικά`. Αλλά το κάλλιστο από τα δημιουργήματά του θεωρείται και είναι η περίφημη `Αινειάδα` του, όπου μιμούμενος την Ιλιάδα του Ομήρου, προσπαθεί με ορισμένες φανταστικές κατασκευές, να δώσει θεία προέλευση στο γένος των Ρωμαίων. Έτσι δίνει την εντύπωση πως αυτό κατάγεται από τον γιο του Πρίαμου Αινεία, που ως γνωστός, φερόταν, από την τότε μυθολογία, σαν τέκνο της Αφροδίτης, θεάς του αιώνιου κάλλους και του έρωτα. Η Αινειάδα χωρίζεται σε 12 βιβλία. Ο τάφος και το μνημείο του ποιητή βρίσκονται κοντά στο λόφο `Παυσίλυπο` της Ιταλικής Νεάπολης, αν και από πολλούς αμφισβητείται ζωηρά η γνησιότητά τους.

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ (460 - 370 π.Χ.)
Ο Δημόκριτος μαζί με το δάσκαλό του Λεύκιππο, θεωρούνται ως οι δύο ιδρυτές της λεγόμενης `ατομικής θεωρίας`Χ υπήρξε δε ένας από τους μεγαλύτερους και ενδοξότερους φιλοσόφους και επιστήμονες της αρχαίας Ελλάδας και του κόσμου γενικά. Ήταν μεγάλος όχι μονάχα σαν φιλόσοφος, αλλά και σαν μαθηματικός και αστρονόμος. Γι` αυτό, άλλωστε, και το σημερινό Ελληνικό μας κέντρο ερευνών, στους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας, φέρει υπερήφανα το όνομά του ως επωνυμία του. Γεννήθηκε στα ?βδηρα της Θράκης, όπου και πέθανε σε ηλικία 90 ετών. Τα συγγράμματά του ήταν ολόκληρο πλήθος και αναφέρονταν σε όλους σχεδόν τους κλάδους της ανθρώπινης γνώσης (ηθικά, φυσικά, μαθηματικά, μουσικά, τεχνικά, ποιητικά κ.α.). Από αυτά όμως, μόνο ορισμένα αποσπάσματα 0 και αυτά παρεμβεβλημένα σε έργα άλλων συγγραφέων ? έχουν ως τα σήμερα διασωθεί. Νέος ακόμα ο Δημόκριτος ταξίδεψε στην Αίγυπτο, τη Βαβυλωνία, τη Μ. Ασία, την Περσία, φθάνοντας (κατά μια ανεξακρίβωτη παράδοση) μέχρι και την Ινδία. Στα ταξίδια του όμως αυτά ξόδεψε όλη την πλούσια πατρική του περιουσία του, με συνέπεια να τον τρέφει έκτοτε ο αδελφός του Δάμασος. Κατόπιν ο φιλόσοφος επισκέφθηκε την Αθήνα, όπου κανένας δεν του έδωσε ιδιαίτερη σημασία. Καθώς έγραψε ο ίδιος, εκφράζοντας το σχετικό παράπονό του: `Ήλθον γαρ εις Αθήνας και ου τις με έγνωκεν`. Ο Δημόκριτος υπήρξε πνεύμα καθολικότατο. Σ` όλους τους τομείς ήταν ερευνητής, με δική του ατομική θαυμαστή πρωτοτυπία. Ήταν προικισμένος με απέραντη δίψα για έρευνα, με παρατηρητικότητα και ικανότητα να ανακαλύπτει την αιτιοκρατική σχέση μεταξύ των διαφόρων φαινομένων. Μ` ένα λόγο, υπήρξε πραγματικά χαλκέντερος. Επιχειρούσε πάντοτε, ξεκινώντας από τα απλά και στοιχειώδη, να εξηγεί τα σύνθετα και τα περίπλοκά. Δάσκαλό του είχε τον Λεύκιππο, που θεωρείται μάλλον σαν ο πρώτος ? πρώτος θεμελιωτής της θεωρίας για τα άτομα (ή ατομικής θεωρίας), την οποία όμως έπειτα επεξεργάσθηκε, διεύρυνε και τελειοποίησε ? όσο ήταν τότε δυνατόν ? ο μέγας Αβδηρίτης. Κατά τη θεωρία του Δημόκριτου γένεση και φθορά της ύλης δεν υπάρχουν. Το Σύμπαν ολόκληρο αποτελείται από άτομα άπειρα, αιώνια, άφθαρτα, αναλλοίωτα και αδιαίρετα, που στο διηνεκές περιπλανώνται, στροβιλιζόμενα μέσα στον άπειρο κενό χώρο, καθώς η σκόνη στον αέρα , και από τα οποία ορισμένα, συγκεντρούμενα κάποτε σ` ένα σημείο, παράγουν αντίστοιχους κόσμους. Με έναν δε από αυτούς τους κόσμους ισοδυναμεί και ο δικός μας γήινος κόσμος. Με άλλα λόγια, η εμφάνιση των όντων δεν είναι παρά μια ένωση περισσότερων διακριτών μεν, αλλά παραπέρα άτμητων στοιχείων (ατόμων) και η φθορά των ίδιων αυτών των όντων δεν είναι , παρά ο διαχωρισμός των έτσι ενωμένων σε ολοκληρωμένα σύνολα ατόμων. Σαν χαρακτήρας ο Δημόκριτος ήταν λίαν μετριόφρονας, εύθυμος και πάντα γελαστός. Πίστευε με φανατισμό στην αληθή φιλία, λέγοντας: `Ζην ουκ άξιος οτω μηδέ εις εστί χρηστός φίλος`. Παράλληλα ήταν οπαδός του σκληρού αγώνα για την υπερνίκηση όλων των δυσχερειών, καθώς και του ηρωισμούΧ αποστρεφόταν δε τις απολαύσεις, διακηρύσσοντας ότι: `Ηδοναί άκαιροι τίκτουσιν αηδίαν` και `Ανδρείος ου μόνον ο των πολεμίων, αλλά και ο των ηδονών κρατών`. Οι συμπατριώτες του Αβδηρίτες τον λάτρεψαν σαν Θεό τους και, μετά το θάνατό του, του έστησαν στην πόλη τους μεγάλο ανδριάντα από στίλβοντα χαλκό.

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ (383 - 322 π.Χ.)
Ο Δημοσθένης ήταν ο αναμφισβήτητα μέγιστος ρήτορας της Ελληνικής αρχαιότητας και συνάμα ένας επιφανής πολιτικός της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Γεννήθηκε στην Παιανία (το τωρινό Λιόπεσι) και πέθανε στην Καλαυρία του Πόρου, μέσα στον εκεί ναό του Ποσειδώνα, αυτοκτονώντας, αφού πριν είχε καταδικαστεί σε θάνατο από τον Μακεδόνα Στρατηγό Αντίπατρο, για την όλη πολιτική του δράση, ωσάν υπέρμαχου της ανεξαρτησίας και ελευθερίας της Αθήνας. Αν και από φυσικού του ήταν βραδύγλωσσος και τραύλιζε σημαντικά, χάρη στην ακατάβλητη θέλησή του, πέτυχε να ξεπεράσει το ελάττωμά του και να γίνει ο πιο μεγάλος από τους Αθηναίους ρήτορες. Λέγεται μάλιστα πως νεαρός ακόμη και αδυνατώντας να προφέρει το `ρο` πήγαινε στην παραλία του Φαλήρου, όπου έβαζε χαλίκια στο στόμα του και επί ώρες πολλές προσπαθούσε να αποβάλει το ως τότε ψεύδισμά του. Μια μέρα δε που ο δάσκαλός του τον ρώτησε που ήταν και γιατί άργησε να πάει στο μάθημα, αυτός, σ` απάντησή του, του είπε το περίφημο: `Ερερητόρευκα το υπό σου ρερητορευμένον ρήμα`. Είχε, επιτέλους, κατορθώσει να υπερπηδήσει το σοβαρό εμπόδιο στα σχέδιά του, που δεν ήταν άλλο από το φυσικό του τραύλισμα. Λέγεται επίσης ότι, ενώ άλλοι ρήτορες έστεκαν ακίνητοι κατά τις ομιλίες τους, έχοντας το δεξί χέρι μέσα στον χιτώνα, ο Δημοσθένης, πρώτος αυτός, συνόδευε τις αγορεύσεις του και με εκφραστικές κινήσεις των χεριών του. Από τους λόγους του Δημοσθένη διασώθηκαν 61 συνολικά, μεταξύ των οποίων 13 δικανικοί, 14 δημηγορίες και 34 αφορώντες στην υπεράσπιση ατόμων, κατά τη διεξαγωγή των ιδιωτικού δικαίου υποθέσεών τους. Η ζωή του μεγάλου ρήτορα σημαδεύτηκε κυριολεκτικά από τους ασίγαστους αγώνες του κατά των Μακεδόνων, δηλαδή του Φιλίππου αρχικά, του Αλέξανδρου κατόπιν και των τοποτηρητών του τελευταίου λίγο αργότερα. Στόχος δε των σφοδρών αυτών πολιτικών μαχών του ήταν, όπως έχουμε προαναφέρει, η διατήρηση της ανεξαρτησίας της Αθήνας και των άλλων Ελληνικών πόλεων από την επιβουλή των Μακεδόνων, που σκόπευαν στην επέκταση της Μακεδονικής ηγεμονίας και σ` όλη την υπόλοιπη Ελλάδα. Σαράντα χρόνια μετά το θάνατό του οι Αθηναίοι, τιμώντας τον επιφανή συμπολίτη τους ρήτορα, πατριώτη και πολιτικό Δημοσθένη, του έστησαν χάλκινο ανδριάντα, στη βάση του οποίου και έγραψαν το επίγραμμα: `Είπερ ίσην ρώμην, γνώμη Δημόσθενες, είχες, ουποτ` αν Ελλήνων ήρξεν Άρης Μακεδών`, δηλαδή: `Δημοσθένη, αν η δύναμή σου ήταν ίση με τη γνώμη σου, ποτέ δεν θα κυριαρχούσε των Ελλήνων ο από τη Μακεδονία πολέμαρχος`.

ΔΙΟΓΕΝΗΣ (Ο ΚΥΩΝ) (404 - 325 π.Χ.)
O περιβόητος αυτός φιλόσοφος, ο επιφανέστατος μεταξύ όλων των κυνικών φιλοσόφων και κλασικός εκπρόσωπος ης ομώνυμης Σχολής, γεννήθηκε στη Σινώπη του Πόντου και πέθανε στην Κόρινθο, σε ηλικία 80 περίπου ετών. Ήταν μαθητής του Αντισθένη, από τον οποίο και γνώρισε την κυνική φιλοσοφία. Την τελευταία όχι μόνο την ενστερνίστηκε απόλυτα, αλλά και με παραδειγματική συνέπεια την ακολούθησε σε όλη την έκτοτε ζωή του, ζώντας μέσα σ` ένα πιθάρι, που το χρησιμοποιούσε για νυχτερινό κατάλυμά του. Υπήρξε είρωνας καυστικότατος και ονειδιστής των ανθρώπινων αδυναμιών, προπάντων δε της ματαιοδοξίας και της υπεροψίας. Τρεφόταν μόνο από προσφορές των θαυμαστών του. Κυκλοφορούσε ξυπόλητος, φορούσε ευτελέστατο χιτώνα και κρατούσε πάντοτε ένα μακρύ ραβδί για να αποδιώχνει τα σκυλιά, που του γάβγιζαν. Δε δημιούργησε ποτέ δική του οικογένεια και θεωρούσε τον εαυτό του ως κοσμοπολίτη. Συζητούσε με όλους και έδινε απαντήσεις στα ερωτήματά τους με μεγάλη ετοιμότητα και ευφυΐαΧ γι` αυτό δε και ήτανε πολύ αγαπητός στους τότε Αθηναίους. Χαρακτηριστικά ανέκδοτα του βίου του (από τις πολλές δεκάδες που υπάρχουν) θεωρούμε τα εξής: 1) Όταν ο Μ. Αλέξανδρος πήγε να τον δει στο πιθάρι όπου κατοικούσε και τον ρώτησε: `Τι θέλεις από μένα Διογένη να σου κάνω;`, εκείνος του απάντησε: `Μη μου αφαιρείς ότι δεν μπορείς εσύ για να μου δώσεις`, εννοώντας τον ήλιο που του τον έκρυβε το σώμα του Αλέξανδρου. Μετά από αυτό ο Μακεδόνας Στρατηλάτης παραμέρισε από μπροστά του σιγοψιθυρίζοντας: `Αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος, θα ήθελα να είμαι Διογένης`. 2) Όταν κάποτε τον ειρωνεύονταν πως μπαίνει σε ακάθαρτους χώρους, ο Διογένης, σε απάντηση, τους είπε: `Αλλά και ήλιος και ου μιαίνεται`, δηλαδή: `Κι ο ήλιος μπαίνει σε ακάθαρτους τόπους, αλλά δεν μολύνεται από ατους`. 3) Όταν ένας φαλακρός του είπε: `Φίλε, σε μεν ουχ υβρίζω, τας δε τρίχας της κεφαλής σου επαινώ, ότι, σοφώς ποιούσαι, τοιούτον εξέφυγον κρανίον`, δηλαδή: `Φίλε μου, εσένα μεν δε σε βρίζω, αλλά τις τρίχες του κεφαλιού σου τις επαινώ, γιατί σοφά φερόμενες, ένα τέτοιο ? σαν το δικό σου ? εγκατέλειψαν κρανίο`. 4) Ο Διογένης είχε στο πιθάρι του ένα πήλινο κύπελλο για να πίνει με αυτό νερό. Όταν όμως κάποτε είδε ένα παιδάριο να πίνει με τις φούχτες του νερό από τη βρύση, πέταξε το κύπελλό του πέρα, λέγοντας: `Να που το παιδί αυτό είναι σοφότερο από εμένα`. 5) Μια άλλη φορά πάλι άναψε, μέρα μεσημέρι, έναν λύχνο και κρατώντας τον, γύριζε στης αγοράς τους δρόμουςΧ όταν δε ρωτήθηκε γιατί το κάνει αυτό, έδωσε τη γνωστή περίφημη απάντησή του: `?νθρώπων ζητώ`. Οι Κορίνθιοι, μετά το θάνατό του, στην τότε πλουσιότατη πόλη τους, τον κήδεψαν με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια και στον τάφο τους επάνω έχτισαν μια στήλη (κίονα), στην κορυφή της οποίας έβαλαν ένα μεγάλο σκύλο από μάρμαρο της Πάρου (κύνα).

Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (2)

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ (Ο ΔΙΚΑΙΟΣ) (540 - 468 π.Χ.)
Υπήρξε επιφανής πολιτικός και στρατηγός των Αθηναίων. Στη μάχη του Μαραθώνα ήταν ένας απ` τους 100 Έλληνες στρατηγούς και στη συνέχεια ανακηρύχθηκε ?ρχοντας των Αθηνών. Εκτός από τη μεγάλη σωφροσύνη και φιλοπατρία του, τον διέκρινε μια αυστηρότατη προσήλωση στο πνεύμα της δικαιοσύνηςΧ γι` αυτό και η ιστορία, δίπλα στο όνομά του, του κόλλησε τον χαρακτηρισμό `Ο δίκαιος`. Γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου και πέθανε πάμπτωχος το 468 π.Χ., σε ηλικία 72 ετών. Επειδή είχε αντιταχθεί στο ναυτικό πρόγραμμα του Θεμιστοκλή, οι τότε κρατούντες τον εξόρισαν. Σε λίγο, όμως, ξαναγύρισε και πήρε μέρος ενεργό και ένδοξο στη ναυμαχία κατά των Περσών στη Σαλαμίνα. (Μεταξύ των άλλων κατέλαβε τότε και το νησί Ψυτάλεια). Το 473 π.Χ. στρατήγησε των Αθηναίων στη σπουδαία μάχη τους στις Παλαιές. Η παράδοση μας διέδωσε και το εξής περιστατικό, που δείχνει την ποιότητα του εκλεκτού αυτού τέκνου της Αθήνας: Όταν τέθηκε σε ψηφοφορία η πρόταση των Αρχόντων για να εξοριστεί ο Αριστείδης, ένας αγράμματος πολίτης, που δεν τον γνώριζε ούτε στην όψη του, συναντώντας τον Αριστείδη καθοδόν, του ζήτησε να γράψει πάνω στο όστρακο το όνομα `Αριστείδης`. Οπότε, χωρίς καν να του φανερωθεί εκείνος, τον ρώτησε τι κακό είχε κάνει ο Αριστείδης και ζητούσε να τον εξορίσουν. Τότε ο πολίτης του απάντησε πως τίποτε μεν δεν είχε κάνει το κακό, αλλά κουράσθηκε να ακούει συνέχεια να τον λένε όλοι `δίκαιο ? δίκαιο`. Και ο Αριστείδης, μετά από αυτό, χωρίς καθόλου να διστάσει, έγραψε επάνω στο όστρακο το όνομά του.


ΑΡΙΣΤΙΠΠΟΣ (435 - 355 π.Χ.)
Ο Αρίστιππος καταγόταν από πλούσια οικογένεια και γεννήθηκε στην Κυρήνη της Βόρειας Αφρικής, όπου και μεγάλωσε. Όταν έφθασε σε ανδρική ηλικία, έχοντας στο μεταξύ μελετήσει τη φιλοσοφία του Πρωταγόρα, ήρθε στην Αθήνα, όπου και έγινε μαθητής του Σωκράτη. Μετά το θάνατο του δασκάλου του επισκέφθηκε αρκετές ελληνικές πολιτείες. Σ` αυτές κήρυττε τις θεωρίες του, αντί παχυλής αμοιβής, φιλοξενούμενος συνάμα από διάφορους τότε τυράννους. Χαρακτηριστικό σχετικά είναι και το γνωστό ανέκδοτο, σύμφωνα με το οποίο: ένας επαρχιώτης οδήγησε σ` αυτόν τον γιο του για να μαθητεύσει, αλλά, επειδή ο φιλόσοφος ζητούσε δίδακτρα λίαν υπερβολικά, ο άνθρωπος του είπε πως με το ποσό αυτό θα ήταν δυνατόν να αγοράσει ένα βόδι. Οπότε ο Αρίστιππος του απάντησε: `Αγόρασε το, λοιπόν, κι έτσι θα έχεις δύο μαζί βόδια στο σπίτι σου`. Στη συνέχεια γύρισε στην πατρίδα του Κυρήνη, όπου ίδρυσε Σχολή, η οποία ονομάσθηκε για τούτο και `Κυρηναϊκή`, διδάσκοντας σ` αυτή τις φιλοσοφικές του δοξασίες. Βάση της διδασκαλίας του είναι πως η ηδονή, όντας από τη φύση της ευάρεστη, αποτελεί αγαθό, ενώ ο πόνος, όντας από τη φύση του δυσάρεστος, αποτελεί κακό. Άρα ο ύψιστος σκοπός του βίου των ανθρώπων, προς τον οποίο και θα πρέπει να κατευθύνονται οι πράξεις μας, είναι η ηδονή και μόνο. Έργα του Αρίστιππου δεν διασώθηκαν, εκτός από πέντε επιστολές του, το κύρος όμως των οποίων έχει αμφισβητηθεί πολύ κατά το παρελθόν.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ (384 - 322 π.Χ.)
Γεννήθηκε στα Στάγιρα της Μακεδονίας και πέθανε στη Χαλκία από χρόνιο στομαχικό νόσημα. Θεωρείται σαν ένας από τους διασημότερους και πιο μεγάλους Αρχαιοέλληνες φιλοσόφους, μαζί δε με τον Πλάτωνα αποτελούν τη φαεινή δυάδα του πνευματικού αρχαίου κόσμου. Ίσως να είναι και το πιο μεγάλο πνεύμα όλων γενικά των αιώνων και των εποχών. Σε ηλικία 18 ετών ήρθε στην Αθήνα και γράφθηκε στη Σχολή του Πλάτωνα, όπου μαθήτευσε επί είκοσι ολόκληρα χρόνια. Το 342 π.Χ. ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος τον κάλεσε και του ανέθεσε τη διαπαιδαγώγηση του γιου του Αλέξανδρου, που ήταν τότε μόλις 13 ετών. Μετά όμως την αναχώρηση του τελευταίου για τη μεγάλη εκστρατεία του, το 335 π.Χ., γύρισε στην Αθήνα. Επειδή δε όλοι οι δημόσιοι χώροι της πόλης είχανε στο μεταξύ καταληφθεί από άλλους φιλοσόφους, ο Αριστοτέλης άρχισε να φιλοσοφεί, διδάσκοντας τους μαθητές του καθοδόν. Γι΄` αυτό και η Σχολή του ονομάσθηκε `Περιπατητική`, και οι ανήκοντας σ` αυτή οπαδοί του `περιπατητικοί φιλόσοφοι`. Ο Αριστοτέλης εισήγαγε στη φιλοσοφία και τις επιστήμες τον θετικισμό, κατά αντίθεση προς τον ιδεαλισμό του Πλάτωνα. Θεωρείται, εξάλλου, και σαν ο δημιουργός πλείστων όσων επιστημών, των οποίων και έθεσε έκτοτε τις σταθερές τους βάσεις, όπως είναι η φυσική και μεταφυσική, η ψυχολογία, η λογική, η ρητορική κ.α. Τα έργα του μεγάλου αυτού φιλοσόφου έχει υπολογισθεί ότι ανέρχονται συνολικά σε 400, από τα οποία όμως δυστυχώς τα πλείστα όσα χάθηκανΧ από δε τα διασωθέντα σαν πιο σπουδαία θεωρούνται τα εξής: `Περί ουρανού`, `Περί γενέσεως και φθοράς`, `Μετεωρολογικά`, `Σοφιστικοί έλεγχοι`, `Περί ζώων` (γενέσεως, κινήσεως, μορίων), `Περί ψυχής`, `Περί ύπνου και εγρηγόρσεως`, `Περί μακροβιότητας και βραχυβιότητας`, `Μετά τα φυσικά`, `Ηθικά μεγάλα`, `Ηθικά Νικομάχεια`, `Πολιτικά`, `Αθηναίων Πολιτεία`, `Ρητορικά`, `Ποιητική` κ.λπ. Η επίδραση του Αριστοτέλη στο πνεύμα των μεταγενέστερων υπήρξε τεράστια. Ακόμη και ως τις μέρες μας το φωτεινό μετέωρο της Αριστοτέλειας φιλοσοφίας και επιστήμης συναρπάζει τους ανθρώπους και αποσπά τον μεγάλο θαυμασμό τους. Ας σημειωθεί επίσης ότι η διδασκαλία του ? και ιδιαίτερα οι περί ηθικής και Θεού αντιλήψεις του ? χρησίμευσαν ως βάση για την οικοδόμηση της μετέπειτα θεολογικής επιστήμης των χριστιανών. Γεγονός είναι πάντως ότι χωρίς τη συμβολή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, όχι μόνο η νεώτερη διανόηση θα ήτανε αδύνατο να δημιουργηθεί και να εξελιχθεί, αλλά, και οι φυσικές ακόμη επιστήμες, είναι ζήτημα αν θα μπορούσαν να εξελιχθούν, όπως αυτές εξελίχθηκαν κατά τη σύγχρονη μας εποχή. Προξενεί πραγματική κατάπληξη σ` έναν μελετητή το πως ένας και μόνο άνθρωπος κατόρθωσε να συγκεντρώσει τέτοιο και τόσο μεγάλο πλήθος γνώσεων, να τις συναρμολογήσει, και να τις οργανώσει σ` ένα τέλειο σχεδόν σύστημα θεώρησης του κόσμου και των φαινομένων του (της φύσης και του βίου των ανθρώπων). Πολύ χαρακτηριστική είναι και η γνωστή μας ρήση του Μ. Αλεξάνδρου, ο οποίος είπε: `Εις τον μεν πατέρα οφείλω το ζην, εις τον δε διδάσκαλο (τον Αριστοτέλη) το ευ ζην`.

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ (452 - 385 π.Χ.)
Υπήρξε ο κορυφαίος σατυρικός ποιητής της αρχαιότητας, ξεχωρίζοντας ανάμεσα σ` όλους τους ομότεχνους και ανταγωνιστές του, δημιουργώντας δε πραγματική εποχή στον χώρο της αρχαίας κωμωδίας, της οποίας δίκαια θεωρείται και σαν ο πατέρας της. Γεννήθηκε στην Αθήνα και πέθανε στην Αίγινα, σε ηλικία 67 ετών. Για τη ζωή του, όμως, μόνο ελάχιστα μας είναι σήμερα γνωστά. Από τα συνολικά 44 έργα του, τα οποία επί τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες λάμπρυναν τις Αθηναϊκές θεατρικές σκηνές, σώθηκαν μόνο τα εξής: `Νεφέλες`, `Λυσιστράτη`, `Όρνιθες`, `Εκκλησιάζουσες`, `Θεσμοφοριάζουσες`, `Ιππής`, `Σφήκες`, `Βάτραχοι`, `Ειρήνη`, `Αχαρνείς` και `Πλούτος`. Ο Αριστοφάνης έλαβε 10 συνολικά μεγάλα πρώτα βραβεία σε σχετικούς θεατρικούς διαγωνισμούς. Ήταν πνευματωδέστατος ευφυολόγος ? χιουμορίστας και με περίσσια τόλμη καυτηρίαζε, προπάντων τους δημαγωγούς, τους σοφιστές και τον Δήμο της Αθήνας. Στην εποχή του είχε γίνει το δημοφιλέστερο πρόσωπο της πόλης, όντας γνωστός και στον τελευταίο ακόμη από τους Αθηναίους. Ο Αριστοφάνης άνηκε στην Πανδιονίδα φυλή, όχι δε μόνο είχε αριστοκρατική καταγωγή, αλλά κι ανάλογες ιδέες. Πράγμα που τον οδήγησε σε σχέσεις με τον Πλάτων και σε οξεία αντίθεση προς τους περισσότερους άλλους από τους σύγχρονούς του (ακόμη και προς τον ίδιο τον μεγαλοφυή και ηθικότατο Σωκράτη).

ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ (287 - 213 π.Χ.)
Γεννήθηκε στις Συρακούσες της Σικελίας, όπου και πέθανε από βίαιη αιτία, σε ηλικία 74 ετών. Συγκεκριμένα τον σκότωσε ένας Ρωμαίος στρατιώτης, κατά τη στιγμή που, τέλεια απορροφημένος με τους υπολογισμούς του, καταγινόταν στο να βρει καινούργια μηχανήματα μέσα στο εργαστήριό τουΧ στον δε στρατιώτη, πριν να τον σκοτώσει, είπε το περίφημο εκείνο: `Μη μου τους κύκλους τάραττε`. Θεωρείται μεγάλος σοφός της Ελληνικής αρχαιότητας, μαθηματικός, μηχανικός και φυσικός. Στα μαθηματικά ιδιαίτερα διέπρεψε, θεωρούμενος ως ο μεγαλύτερος μαθηματικός της αρχαίας εποχής, μπορώντας να παραβληθεί και με οποιονδήποτε από τους νεώτερούς του. Οι ανακαλύψεις του όμως δεν περιορίσθηκαν μόνο στα μαθηματικά, αλλά εξαπλώθηκαν πιο πέρα και στη μηχανική, τη φυσική, την αστρονομία και τις τεχνικές κατασκευές. Κατά την ξακουστή πολιορκία της πατρίδας του από τους Ρωμαίους έθεσε τη μεγαλοφυία του σε κίνηση και, με πολλές θαυμάσιες εφευρέσεις, τους προξένησε σημαντικότατες ζημιές, αποκρούοντας τους. Έτσι λόγου χάρη φημολογείται ότι έκαψε το στόλο της Ρώμης, συγκεντρώνοντας επάνω τους τις ηλιακές ακτίνες, με τα λεγόμενα `κοίλα κάτοπτρα`. Επάνω στον τάφο του, που σώζεται μέχρι σήμερα, στάθηκε αργότερα μια σφαίρα, μάσα σ` έναν κύλινδρο, θυμίζοντας μας το αθάνατο ρητό του: `Δος μοι πα στω και τα γαν κινήσω`, δηλαδή: `Δώσε μου τόπο να σταθώ και τη γη θα μετακινήσω` (με τη βοήθεια ενός μοχλού).

ΑΥΡΗΛΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ (121 - 180 μ.Χ.)
Ήταν θετός γιος του αυτοκράτορα της Ρώμης Αντωνίου, που τον υιοθέτησε, με υπόδειξη του επίσης αυτοκράτορα Αδριανού, του οποίου έλαβε σε γάμο την περίφημη για τη μεγάλη καλλονή της κόρη του Φαυστίνα. Στη συνέχεια δε έγινε κι ο ίδιος αυτοκράτορας της Ρώμης. Διακρινόταν για τον μεγάλο πλούτο των γνώσεών του και την εξίσου μεγάλη ελληνολατρία του. Απόδειξη δε του τελευταίου είναι το ότι όλα σχεδόν τα έργα του (12 τον αριθμό, κάτω από το γενικό τίτλο `Τα εις εαυτόν`), τα έγραψε στη γλώσσα των Ελλήνων.

ΒΙΑΣ (Ο ΠΡΙΗΝΕΥΣ) (625 - 540 π.Χ.)
Από μερικούς αρχαίους πνευματικούς ανθρώπους ο Βίας πιστευόταν σαν ο σπουδαιότερος από τους εφτά Αρχαιοέλληνες σοφούς. Γεννήθηκε στην Πριήνη της Ιωνίας (γι` αυτό κει έμεινε γνωστός σαν `Πριηνεύς`). Εκεί δε και πέθανε σε ηλικία 85 ετών. Ήταν άνθρωπος ανιδιοτελής, δίκαιος, εγκρατής και λιτοδίαιτος. Τα δύο πιο κύρια γνωρίσματα του ήταν η ρητορική του δεινότητα και το ακοίμητο πνεύμα της δικαιοσύνης, απ` το οποίο διακατέχονταν. Στα δικαστήρια συνηγορούσε πάντα δωρεάν, υπερασπίζοντας σ` αυτά τους αδικούμενους πολίτες. Οι Πριηνείς τίμησαν το σοφό, τόσο ενόσω ακόμη ζούσε, όσο και μετά το θάνατό του, όταν και του έστησαν μεγαλοπρεπές μνημείο, το λεγόμενο `Τευτάμειον τέμενος` (από το όνομα του πατέρα του, που λεγόταν Τεύταμος ή Τεντεμίδης). Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως όταν η πατρίδα του Πριήνη κατακτήθηκε από τους Πέρσες, οι δε συμπολίτες του έφευγαν πρόσφυγες από εκεί, συναποκομίζοντας και τα υπάρχοντά τους, κάποιος τον ρώτησε γιατί κείνος δεν παίρνει κάτι μαζί του στη φυγήΧ οπότε, ο Βϊας του απάντησε: `Τα εμά πάντα μετ` εμού φέρω`, δηλαδή `Ότι έχω μαζί μου το φέρνω`, εννοώντας πως δεν είχε κάτι για να πάρει και αυτός, όπως οι άλλοι. Αναφέρεται επίσης ότι ο Ηράκλειτος, ο οποίος πολύ τον είχε εκτιμήσει, είπε για τον Βία; `Εν Πριήνη Βίας εγένετο ο Τευταμείω, ου πλείων λόγος ή των άλλων`, υποδηλώνοντας έτσι πως ο Βίας ήτανε ανώτερος από τους άλλους έξη της χορείας των εφτά Αρχαιοελλήνων σοφών.

Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Μορφές στην αρχαία ελληνική ιστορία (1)

ΑΙΣΧΙΝΗΣ (389 - 314 π.Χ.)
Ο Αισχίνης ήταν μεγάλος Αθηναίος ρήτορας, ο ισχυρότερος υπέρμαχος της λεγόμενης `Μακεδονικής μερίδας` των Αθηνών και συνάμα φοβερός πολιτικός αντίπαλος του Δημοσθένη. Δεν σπούδασε φιλοσοφία, διότι ήταν φτωχικής καταγωγής, αλλά αναδείχθηκε σαν ρήτορας στην πρακτική. Πριν γίνει ρήτορας υπήρξε αθλητής, ηθοποιός και δημόσιος υπογραμματέας. Για τον ηρωισμό του δε, που έδειξε στη μάχη των Ταμύνων, στεφανώθηκε από τον στρατηγό Φωκίωνα. Επί είκοσι ολόκληρα χρόνια ήταν ο κύριος αντίπαλος του Δημοσθένη σε πολιτικούς και σφοδρούς δικαστικούς αγώνες, στους οποίους όμως η υπεροχή του τελευταίου κρίνεται ως ιστορικά αναμφισβήτητη. Αρχικά ήταν εναντίον του Φιλίππου. Αργότερα όμως μετέγνωσε και τάχθηκε με τους ειρηνιστές. Κατόπιν στάλθηκε σαν πρέσβης στον Φίλιππο, όπου το 346 π.Χ. συνέβαλε στη σύναψη της γνωστής σαν `Φιλοκράτειας ειρήνης`. Ο Δημοσθένης κάποτε, λογοπαίζοντας με το όνομα του Αισχύνη, το είπε το περίφημο εκείνο: `Ουκ αισχύνει, ω Αισχίνη, ή της πόλεως αισχύνη, καταισχύνεις αισχύνης;` (Δεν ντρέπεσαι Αισχίνη, εσύ, που αποτελείς τη ντροπή της πόλης, να καταντροπιάζεις τη ντροπή;). Από τους λόγους που σώθηκαν μόνο τρεις δικανικοί, τους οποίους εκφώνησε σε δίκες, με αντίπαλο τον Δημοσθένη: ο `Κατά Τιμάρχου`, ο `Κατά Κτησιφώντος` και ο `Περί παραπρεσβείας`. Ο Αισχίνης ήταν προικισμένος με ωραία μεταλλική φωνή και ισχυρή λογική. Παράλληλα όμως ήταν εμπαθής, βίαιος, άδικος και όχι, σπάνια, πήρε δώρα από τον Μακεδόνα Βασιλέα Φίλιππο. Πέθανε σε ηλικία 79 ετών στη Ρόδο, όπου ίδρυσε ονομαστή ρητορική σχολή, διδάσκοντα σ` αυτή με επιτυχία, ως το θάνατό του.

ΑΙΣΧΥΛΟΣ (525 - 455 π.Χ.)
Υπήρξε πολύ μεγάλος τραγικός ποιητής της αρχαίας Ελλάδας, ίσως και μεγαλύτερος απ όλους γενικά τους άλλους ομοτέχνους του. Ήταν επίσης αρχιτέκτονας, σκηνοθέτης και μουσικός. Από τα έργα του 67 χάθηκαν και μόνο 7 διασώθηκαν (Προμηθέας Δεσμώτης, Ικέτιδες, Πέρσες και Επτά επί Θηβαις, καθώς και η τριλογία του υπό τον τίτλο `Ορέστεια` που περιλαμβάνει τα μερικότερα έργα: Αγαμέμνων, Χοηφόροι και Ευμενίδες). Ο Αισχύλος διακρίθηκε σαν μαχητής στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα. Πήρε εξάλλου, 13 πρώτα βραβεία από έργα του, εκτός από τα δεύτερα και τρίτα, που κατά καιρούς του απονεμήθηκαν σε αντίστοιχους διαγωνισμούς. Με το Αισχύλο η αρχαιοελληνική τραγωδία εξελίχθηκε, από τον αρχικό διθύραμβο, σε πολυπρόσωπη παράσταση και έφθασε στο μεσουράνημά της. Το ύφος του διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπειά τουΧ το όλο δε έργο του για το βάθος, την πρωτοτυπία στη μορφή και την ισχυρότατη φαντασία του μεγάλου ποιητή. Κατά γενική, σχεδόν, αναγνώριση ο Αισχύλος υπήρξε μέγας και, από κάθε άποψη, ασύγκριτος δημιουργός. Πέθανε από ατύχημα στη Γέλα της Σικελίας, σε ηλικία 70 ετών, και τάφηκε εκεί. Κατά σχετική ανεπιβεβαίωτη παράδοση, μια χελώνα, πέφτοντας στο κεφάλι του από ψηλά, τον σκότωσε. Στον τάφο του οι Σικελοί Έλληνες ανάγειραν μετά μνημείο, στο οποίο χάραξαν επίγραμμα, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο Αισχύλος, διαισθανόμενος ίσως πως το τέλος του πλησίαζε.

ΑΙΣΩΠΟΣ (625 - 560 π.Χ)
Γεννήθηκε στο Αμόριο της Φρυγίας, και πέθανε στους Δελφούς, όπου είχε σταλεί από το Βασιλιά Κροίσο, γα να λάβει χρησμό του Δελφικού μαντείου. Αλλά κατηγορήθηκε εκεί για ιεροσυλία και καταδικάσθηκε σε θάνατο από ιεροδικαστές. Γκρεμίσθηκε δε από την κορυφή του Παρνασσού. Ο Αίσωπος είναι ο διασημότερος από τους αρχαίους μυθοποιούς, αναμφισβήτητος πατέρας του αρχαίου μύθου. Τη βιογραφία του τη συνέγραψε τον 14ο μ.Χ. αιώνα ο μοναχός Μάξιμος Πλανούδης και περιέχονται σε αυτή ένα σωρό ανέκδοτα γα τη ζωή και την εν γένει δράση του. Θεωρείται επίσης σαν ο κορυφαίος της λεγόμενης `διδακτικής μυθολογίας`. Οι μύθοι του έχουν συγκεντρωθεί σε `Συλλογή Αισώπειων Μύθων` και πρωταγωνιστές σε αυτούς είναι, κατά το πλείστον, ορισμένα ζώα, όπως η αλεπού, το λιοντάρι, το ελάφι κ.α. Είναι δε αυτοί μικρά οικιακά αφηγήματα, διατυπωμένα με μεγάλη συντομία. Ο χαρακτήρας τους είναι ηθικοδιδακτικός, συμβολικός και αλληγορικός. Ο Αίσωπος ήταν ταπεινής καταγωγής και τέρας πραγματικό ασχήμιαςΧ αλλά, παράλληλα ήταν ευφυέστατος. Παρά το ότι, όσο ζούσε, ήταν δούλος, οι Αθηναίοι του έστησαν αργότερα ανδριάντα, για να δείξουν έτσι ότι κάθε άνθρωπος αξίας, πρέπει, ανεξάρτητα από την καταγωγή του να τιμάται.

ΑΝΑΚΡΕΩΝ (563 - 478 π.Χ.)
Γεννήθηκε στην Ιωνία της Μ. Ασίας, στην πόλη Τέω, όπου και έζησε αμέριμνα τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Μετά, όμως, η πατρίδα του καταλήφθηκε από τους Πέρσες και οι κάτοικοι της αναγκάσθηκαν να την εγκαταλείψουν. Έτσι και ο Ανακρέοντας, φεύγοντας από εκεί, πήγε αρχικά στα Άβδηρα της Θράκης και στη συνέχεια στη Σάμο, όπου φιλοξενήθηκε από τον τύραννό της Πολυκράτη. Τέλος δε ήρθε στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε. Τα έργα του περιλαμβάνουν ποιήματα: ερωτικά, συμποτικά, ύμνους προς τους Θεούς, ιάμβους, ελεγεία κ.λπ. Από αυτά έχουν διασωθεί μόνο περί τα 100 ακρωτηριασμένα αποσπάσματά τους, στα οποία ο ποιητής, με έντεχνη απλότητα κι έξοχη χάρη, εξυμνεί το κάλλος και τη γυναικεία γοητεία, όντας ο ίδιος λάτρης του έρωτα, του οίνου και των κάθε λογής διασκεδάσεων και απολαύσεων. Η παράδοση μας λέει ότι πέθανε από πνιγμονή, που του προκάλεσε μία ρόγα σταφυλιού. Οι Αθηναίοι καθώς αναφέρει σχετικά ο Παυσανίας, του έστησαν ανδριάντα στην Ακρόπολη, η δε πατρίδα του, η Τέως, έβαλε την προσωπογραφία του επάνω σε νομίσματά της.

ΑΝΑΞΑΓΟΡΑΣ (500 - 428 π.Χ.)
Γεννήθηκε στην πόλη Κλαζομενές της Ιωνίας και πέθανε στη Λάμψακο, από λιμό σε ηλικία 72 ετών, καταγόταν δε από πλούσιο κι αριστοκρατικό γένος της πατρίδας του. Όταν έφυγε από την πόλη του και ήρθε στην Αθήνα, γνώρισε τον μεγάλο Περικλή και έγινε στενός του φίλοςΧ όπως μάλιστα αναφέρει και ο Πλάτωνας, στο `Φαίδρο`, του δίδαξε και τη ρητορική τέχνη. Ήταν ο μεγαλύτερος φιλόσοφος της αποκαλούμενης `Ελεατικής Σχολής`. Εκτός από τον Περικλή, μεταξύ των μαθητών του περιλαμβάνοντας ο Σωκράτης, ο Δημόκριτος, ο Ευριπίδης, ο Εμπεδοκλής, ο Θουκυδίδης κ.α. Τις φιλοσοφικές του δοξασίες τις συνόψισε σε σύγγραμμα, υπό τον τίτλο `Περί φύσεως`, διαιρεμένο σε βιβλία. Βάση των θεωριών του είναι η αντίληψη (την οποία και πρώτος αυτός διατύπωσε) ότι πριν αναμιχτεί η αναποκρυστάλλωτη ύλη, από την οποία συγκροτείται το Σύμπαν, μπήκε μετά σε τάξη από τον `νουν`, που συνιστά την κύρια αρχή, με την οποία εξασφαλίζεται η αρμονία σε ολόκληρο τον κόσμο. Επομένως ? δίδαξε ? τα συστατικά του κόσμου είναι δύο: Η ύλη και ο νους. Ότι υπάρχει στον Μεγάκοσμο υπάρχει και στον Μικρόκοσμο. Παράλληλα, ο σπουδαίος αυτός Αρχαιοέλληνας φιλόσοφος, πριν από 2.500 χρόνια, κατόρθωσε να καθορίσει και τα αίτια που προκαλούν τις εκάστοτε εκλείψεις του ηλίου και του φεγγαριού. Η ζωή του Αναξαγόρα θεωρείται σαν τέλειο υπόδειγμα θεωρητικού βίου και ο ίδιος σαν πρότυπο σοφού άνδρα, αφιερωμένου ολόψυχα στη μελέτη και την έρευνα για την αλήθεια.

ΑΝΑΞΑΡΧΟΣ (4ος αιώνας π.Χ.)
Ήταν σύγχρονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, τον οποίο και ακολούθησε στην εκστρατεία του. Σαν φιλόσοφος αποκλήθηκε `ευδαιμονικός`, θεωρώντας την μέσα σε κατάσταση απάθειας ευδαιμονία, σαν τον κύριο σκοπό του βίου μας. Πολλοί κατηγόρησαν τον τρόπο της ζωής του ως θηλυπρεπή και μαλθακό. Παρά τούτο όμως, είναι σίγουρο πως πέθανε κατά τρόπο λίαν ηρωικό. Διότι, όταν ο τύραννός της Κύπρου Νικοκρέοντας διέταξε να τον κοπανίσουν ζωντανό με σιδερένια ρόπαλα, ο φιλόσοφος υπέφερε το φρικτό αυτό μαρτύριο του καρτερικότατα, λέγοντας προς τους δήμιους του: `Κοπανίστε το σάκο του Ανάξαρχου, αλλά τον ίδιο τον Ανάξαρχο είναι αδύνατο να τον χτυπήσετε`.

ΑΝΑΧΑΡΣΙΣ (630 - 565 π.Χ.)
Ο φιλόσοφος αυτός ήταν Σκυθικής καταγωγής. Έχοντας όμως ζήλο φλογερό να αποκτήσει γνώσεις, ήρθε στην Αθήνα, όπου και συνέδεσε στενή φιλία με τον νομοθέτη Σόλωνα, πήγε δε και στην Κόρινθο, δημιουργώντας και εκεί την ανάλογη σχέση με τον άρχοντά της, τον διάσημο σοφό Περίανδρο. Ο αδερφός του Σαύλιος ήταν βασιλιάς στη χώρα του, κατά δε το έτος 565 π.Χ. σκότωσε τον φιλόσοφο ο ίδιος με το τόξο του, φέρνοντας για σχετικό πρόσχημα το ότι ο τελευταίος ήθελε να εισάγει στη Σκυθία τα Ελευσίνια Μυστήρια. Ο Αναχάρσις διακρινόταν για την πολυμάθεια του και το αυστηρό του ήθος. Όταν κάποτε ένας, ονόματι Αττικός, τον μέμφθηκε για τη Σκυθική καταγωγή του, σε απάντηση του είπε το γνωστό: `Εμοί μεν όνειδος η πατρίς, συ δε τη πατρίδι`, δηλαδή: `Εμένα μεν η πατρίδα μου με ντροπιάζει, ενώ εσύ (με τον τρόπο σου αυτό) ντροπιάζεις την πατρίδα σου`. Τα αποφθέγματά του διακρίνονται για τη θαυμαστή ορθοκρισία και οξύνοιά του, καθώς και για την πλήρη γνώση των ελληνικών πραγμάτων, την οποία είχε ο φιλόσοφος αυτός.

ΑΝΤΙΦΑΝΗΣ (405 - 333 π.Χ.)
Ήταν διαπρεπής κωμικός ποιητής της αρχαιότητας, γεννημένος στη Ρόδο της Δωδεκανήσου, κατά άλλους δε στη Σμύρνη. Πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία 72 ετών. Υπήρξε πολυγραφότατος. Έγραψε 260 κωμωδίες (σύμφωνα δε με άλλους συγγραφείς 365), από τις οποίες όμως μόνο αποσπάσματα έχουν διασωθεί. Στους θεατρικούς διαγωνισμούς της εποχής του σημείωσε μόνο 13 νίκες, γιατί η μεγάλη ποσότητα της παραγωγής του ? όπως είναι φυσικό άλλωστε ? δεν ήταν δυνατό να συμβαδίζει και την ποιότητά της. Έτσι, ενώ χειριζόταν με περισσή δεξιοτεχνία τον Αττικό λόγο, τα έργα του υστερούσαν σε καθαρά ποιητική αξία. Με πρόταση του Δημοσθένη γράφθηκε πολίτης της Αθήνας και συνδέθηκε με αρκετούς από τους διακεκριμένους άνδρες του καιρού του.


Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ

Η αγωγή των νέων στην Αρχαία Αθήνα

Η αγωγή των νέων στην αρχαία Αθήνα είναι παρόμοια με την αγωγή των νέων σε άλλες ελληνικές πόλεις, με εξαίρεση την Σπάρτη. Απλώς γίνεται ιδιαίτερη μνεία στην αγωγή των Αθηναίων νέων, γιατί η αρχαία Αθήνα του 5ου π.Χ. αιώνα αποτελεί γενικότερο πρότυπο σε αυτό το βιβλίο. Στην αθηναϊκή οικογένεια, την αγωγή αναλάμβανε ο πατέρας ο οποίος ήταν και ο αρχηγός της οικογενείας. Μπορούσε, όμως, η αγωγή να ανατεθεί σε άλλους. Μέχρι τα 7 τους έτη τα αγόρια και τα κορίτσια μεγάλωναν μαζί στον γυναικωνίτη και έπαιζαν μαζί διάφορα ευχάριστα παιχνίδια. Από τα 7 τους έτη τα αγόρια, με τη συνοδεία του παιδαγωγού, πήγαιναν στο σχολείο. Ο παιδαγωγός ήταν ένας ηλικιωμένος και έμπιστος δούλος της οικογενείας. Σε ό,τι αφορά τα κορίτσια, αυτά έμεναν στο σπίτι και η μητέρα τους τα δίδασκε ανάγνωση, γραφή, μουσική, χορό και την οικοκυρική τέχνη.

Φυσικά, ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί γιατί τα κορίτσια δεν πήγαιναν σχολείο μαζί με τα αγόρια. Η απάντηση είναι ότι οι γυναίκες την εποχή εκείνη ασχολούνταν με το νοικοκυριό και την οικογένειά τους και όχι με κάποιο επάγγελμα. Δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα, γιατί όπως και οι δούλοι στερούντο μορφώσεως, κάτι που είναι απαραίτητο στην άμεση δημοκρατία. Αν λάβουμε υπόψιν ότι η σημερινή εκπαίδευση είναι απαράδεκτη παγκοσμίως, με το παραπάνω σκεπτικό, κανείς δεν θα είχε δικαίωμα ψήφου στις εκλογές!!! Στην αρχαία Αθήνα οι άνδρες ήταν αυτοί που εργάζονταν και συντηρούσαν την οικογένεια και συμμετείχαν, όντας πνευματικά καλλιεργημένοι, στις πολιτικές αποφάσεις. Η θέση της γυναίκας ήταν – με εξαίρεση την Σπάρτη και την μινωική Κρήτη – μέτρια στην αρχαία Ελλάδα όπως και στις άλλες χώρες, τότε. Ουσιαστικά, στις περισσότερες – βασικά στις δυτικές – χώρες, μόλις στα μέσα του 20ου αιώνα άρχισαν οι γυναίκες να αποκτούν πολιτικά δικαιώματα και ισότητα με το ανδρικό φύλο, σε όλους τους τομείς.

Επιστρέφοντας στην αγωγή των νέων στην αρχαία Αθήνα, οι γονείς ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν κάποιον δάσκαλο που θα αναλάμβανε την αγωγή των παιδιών τους. Τα μαθήματα δεν γίνονταν σε κάποιο σχολείο, αλλά στην οικία του δασκάλου. Κάτι σαν ιδιαίτερο ολιγομελές φροντιστήριο! Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι γίνεται αναφορά στα ανήλικα παιδιά και όχι στους ενηλίκους που μπορούσαν να σπουδάσουν δίπλα σε φιλοσόφους και σε φιλοσοφικές σχολές, μοναδικές και ανεπανάληπτες για την ανθρωπότητα. Οι ανήλικοι, λοιπόν, διδάσκονταν την βασική εκπαίδευση από 4 δασκάλους: τον ``γραμματιστή΄΄, τον δάσκαλο της μουσικής, τον γυμναστή και τον χοροδιδάσκαλο. Η γυμναστική αγωγή των νέων αναλύθηκε στην προηγούμενη ενότητα.

Τα παιδιά διδάσκονταν από τον γραμματιστή ανάγνωση και γραφή. Επίσης, τα παιδιά διδάσκονταν ποίηση όπως του Ομήρου και του Ησιόδου και μάθαιναν από την αρχή της εκπαίδευσής τους να αποστηθίζουν ποιήματα. Όταν μάθαιναν ανάγνωση και γραφή, τότε διάβαζαν και αποστήθιζαν ποιήματα μεγάλων ποιητών της εποχής. Πέρα από την ανάγνωση, την γραφή και την διείσδυση των νέων στα κείμενα των σοφών της εποχής, η μουσική θεωρείτο απαραίτητο στοιχείο στην αγωγή τους. Στην αρχαία Ελλάδα ο ``μουσικός ανήρ΄΄ ήταν ο μορφωμένος άνθρωπος. Ως γνωστόν, η διδασκαλία της μουσικής στην αρχαία Ελλάδα προηγήθηκε από αυτή των γραμμάτων. Η μουσική εκπαίδευση περιλάμβανε την διδασκαλία μουσικού οργάνου, τραγουδιού και χορού. Τα παιδία διδάσκονταν από τον ``κιθαριστή΄΄ λύρα ή αυλό.Το παίξιμο της λύρας συνοδευόταν από την απαγγελία στίχων λυρικών ποιημάτων ή από τραγούδια συχνά ηρωικά κατορθώματα. Από εκεί βγήκε και η λυρική ποίηση.

Στην αρχαία Ελλάδα δεν επικρατούσε η αδιαφορία, η φασαρία και η ανοησία των σύγχρονων μαθητών. Κατά την διάρκεια των μαθημάτων οι νέοι στέκονταν σοβαροί, δεν μιλούσαν μεταξύ τους και παρακολουθούσαν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την διδασκαλία. Κανένα εκπαιδευτικό σύστημα και κανένας δάσκαλος δεν κατάφερε ποτέ στην ιστορία να κρατήσει πραγματικά το ενδιαφέρον των μαθητών. Στην αρχαία Ελλάδα οι μαθητές αγαπούσαν το σχολείο το οποίο δεν τους πίεζε να βαθμοθηρούν για να φοιτήσουν σε κάποιοι πανεπιστήμιο, ούτε τους πίεζε και τους καθιστούσε ανταγωνιστές από την τρυφερή τους ηλικία με διάφορες εξετάσεις, ``credits΄΄ και βαθμολογίες που τα σύγχρονα γελοία εκπαιδευτικά συστήματα όλου του κόσμου κάνουν. Εξάλλου, όπως προαναφέρθηκε, σήμερα η εκπαίδευση αποσκοπεί στην μετάδοση στείρων γνώσεων και στην παραγωγή επαγγελματιών. Επίσης, ο εκπαιδευτικός με την υποκειμενική του αξιολόγηση κολλάει μια ταμπέλα στον νέο λέγοντας του ότι είναι ``καλός΄΄ ή ``κακός΄΄ μαθητής ή φοιτητής, τουτέστιν άχρηστος … Ποίος, όμως, είναι ο αλάνθαστος που θα κρίνει έναν άνθρωπο και μάλιστα έναν νέο και θα καθορίσει την μετέπειτα επαγγελματική και κοινωνική του ζωή;

Η αγάπη των Αθηναίων νέων για το σχολείο φαίνεται από το μάθημα της μουσικής στο οποίο πήγαιναν παραταγμένοι σε ομάδες και σιωπηροί, χωρίς να οχλαγωγούν – όπως οι σημερινοί νέοι. Στα μαθήματα αναφέρθηκε ότι οι νέοι παρέμεναν κόσμιοι και σοβαροί, δεν έκαναν αστεία και ποτέ δεν αντιμιλούσαν στον δάσκαλο, κάτι που γίνεται κατά κόρον σήμερα. Εντούτοις, αν κάποιος μαθητής έδειχνε ασέβεια στο μάθημα και γελούσε ή έκανε φασαρία, τότε ο δάσκαλος τον χτυπούσε. Σήμερα, οι δάσκαλοι φοβούνται να ρίξουν ένα χαστούκι ή με το ραβδί να χτυπήσουν τα χέρια ενός άτακτου μαθητή, για να μην μηνυθούν από τους γονείς του και χάσουν την δουλεία τους από την πειθαρχική επιτροπή του υπουργείου παιδείας. Και όμως, χωρίς να προτείνεται το (πάλαι ποτέ) δεσποτικό γερμανικό σύστημα, είναι εμφανές ότι η αντιμετώπιση των άτακτων μαθητών στην αρχαία Αθήνα σωφρόνιζε τους ιδίους και παραδειγμάτιζε τους άλλους.

Οι νέοι στην αρχαία Ελλάδα, εν αντιθέσει με τους σημερινούς νέους, έδειχναν σεβασμό στους μεγαλυτέρους και τους δασκάλους τους, και ας λέει ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης (445 -385 π.Χ.) ότι πείραζαν τους γέροντες. Ο Αριστοφάνης, επί τη ευκαιρία, είναι γνωστός για την υπερβολή του (…ποιητική αδεία) και δεν μπορεί να προσφέρει αξιόπιστες ιστορικές πληροφορίες. Γνωστό παράδειγμα είναι το πώς παρουσιάζει τον Σωκράτη. Επιστρέφοντας στους νέους της Αθήνας, οι ``σωφρονιστές΄΄ και οι παιδαγωγοί ήταν αυτοί που επέβλεπαν τη συμπεριφορά τους που έπρεπε να ήταν κοσμία. Οι νέοι στέκονταν μπροστά στους ηλικιωμένους σιωπηρά, χωρίς να μιλούν – εκτός αν τους ρωτούσαν κάτι. Αν ήθελαν να πουν κάτι το έλεγαν χαμηλοφώνως, μιας και η δυνατή φωνή (που έχουν οι νέοι σήμερα) έδειχνε κακή αγωγή. Η ζωή των νέων στην αρχαία Ελλάδα ήταν γενικά συγκρατημένη, ενώ οι σύγχρονοι νέοι έχουν χάσει το μέτρο. Οι Έλληνες έφηβοι είχαν για διασκέδαση τις παλαίστρες, τα δημόσια γυμναστήρια και τις εορτές. Μάλιστα στα Παναθήναια της Αθήνας, εορτή προς τιμήν της πολιούχου θεάς Αθηνάς, συμμετείχαν στην πομπή του πέπλου της προς το Ερέχθειο, ως αναβάτες σε άλογα, γεμίζοντας με μεγάλη περηφάνια τους Αθηναίους πολίτες. Οι νέοι δεν είχαν δικαίωμα να μπουν στην αγορά (τόπος συνάθροισης των Αθηναίων), ούτε στην Ηλιαία (δικαστήριο της Αθήνας).

Όπως προαναφέρθηκε, οι νέοι σέβονταν τους δασκάλους τους. Αυτό το έκαναν, όχι από φόβο ή ιδιοτέλεια όπως οι σύγχρονοι νέοι που άλλωστε η πλειοψηφία τους δεν σέβεται τους δασκάλους, αλλά επειδή συνειδητοποιούσαν τον παιδαγωγικό ρόλο του δασκάλου και γοητεύονταν από την μαγεία της εκπαίδευσης που δέχονταν. Αναγνώριζαν ότι η σωματική και η ηθικοπνευματική τους αγωγή τους οδηγούσε στην ευδαιμονία, όπως άλλωστε συμφωνούσε και ο Πλάτωνας. Οι νέοι της Αθήνας συμμετείχαν στις εορτές της πόλεως με χορούς και χορωδίες. Τις εορτές αυτές αναλάμβαναν να χρηματοδοτήσουν υποχρεωτικά οι χορηγοί που ήταν εύποροι Αθηναίοι!!! Η χρηματοδότηση αυτή ονομαζοταν ``χορηγία΄΄ και δεν έχει καμία σχέση με τους συγχρόνους χορηγούς (μάλλον σπόνσορες να τους αποκαλούμε), δηλαδή τις πολυεθνικές και τις μεγάλες εταιρίες που αυτοπροβάλλονται και πλουτίζουν από την διαφήμιση.

Στην αρχαία Αθήνα οι χορηγοί, οι πλούσιοι της πόλης, με δικά τους έξοδα πλήρωναν χοροδιδασκάλους που μάθαιναν στους νέους χορό και τραγούδι λυρικών ποιημάτων τα οποία και παρουσίαζαν στα θέατρα και στις διάφορες εορτές, μπροστά στο περήφανο για τα νιάτα του αθηναϊκό κοινό. Σήμερα ποίο κράτος δίδει σημασία στην αγωγή των νέων και αισθάνεται για αυτούς περήφανο; Δεν είναι αλήθεια ότι η σημερινή κοινωνία προτιμάει μια νεολαία με μονοδιάστατη υπερεξειδικευμένη παιδεία και αδιάφορη για τα πάντα εκτός από την καλοπέραση, την καριέρα και το χρήμα; Στις θεοκρατικές χώρες τους προτιμάνε αμόρφωτους και θρησκευτικά φανατισμένους, έρμαια του κάθε δικτάτορα … Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι η ενότητα αυτή είναι σημαντική. Στην αρχαία Αθήνα ο πολίτης είχε σχέση παιδιού προς μητέρας με την πολιτεία και απολάμβανε τα αγαθά της όπως την εκπαίδευση και της φιλοσοφικές της σχολές, το θέατρο, τους αγώνες, τις εορτές, τον αθλητισμό και γενικά τον πολιτισμό της. Γι’ αυτό, όπως προαναφέρθηκε, οι Αθηναίοι αυτοθυσιαζόταν στον πόλεμο, όχι μόνον για να μην χάσουν οι ίδιοι τα αγαθά της πόλης τους, αλλά να μην τα χάσουν οι επερχόμενες γενιές. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της αρχαιοελληνικής παιδείας: η αρμονική, διαλεκτική σχέση πολίτη πολιτείας και η ανάδειξη της νέας γενιάς.

Οι νέοι στην Αθήνα, έπειτα από την βασική τους εκπαίδευση, έπαιρναν ανώτερη μόρφωση. Διδάσκονταν γεωμετρία, μαθηματικά, φυσική, αστρονομία, ιατρική, ρητορική, φιλοσοφία και διάφορες τέχνες. Στην αρχαία Αθήνα οι νέοι μπορούσαν να μαθητεύσουν δίπλα σε κάποιον φιλόσοφο ή σοφιστή. Αυτοί δίδασκαν επί πληρωμή, με κάποιες εξαιρέσεις όπως του Σωκράτη και του σκυλοσόφου Διογένη. Οι σοφιστές και οι φιλόσοφοι δίδασκαν συνήθως στις στοές. Στην αρχαία Αθήνα υπήρχε η Ακαδημία του Πλάτωνα, η Περιπατητική σχολή του Αριστοτέλη, η ρητορική σχολή του Ισοκράτη, η σχολή του Επίκουρου, η Στοά του Ζήνωνα, η Κυνική σχολή του Αντισθένη, η Κυρηναϊκή σχολή του Αρίστιππου από την Κυρήνη (ελληνική αποικία στη Λιβύη) και η Μεγαρική σχολή του Ευκλείδη από τα Μέγαρα. Ιατρικές σχολές υπήρχαν στο νησί Κω – υπό την διεύθυνση του Ιπποκράτη, στην Πέργαμο (ελληνική πόλη στην Μ.Ασία), στην Κυρήνη, στον Κρότωνα (ελληνική αποικία στην Κάτω Ιταλία) υπό την διεύθυνση του Αλκμαίονα, και αλλού.

Στην αρχαία Ελλάδα δινόταν τεραστία σημασία στην αγωγή, την εκπαίδευση και την παιδεία των νέων. Σήμερα δίδεται έμφαση μόνον στην στείρα και μονοδιάστατη εκπαίδευση που αποτελεί υποσύνολο της παιδείας … Τελικά, η αρχαιοελληνική παιδεία προβάλλεται ως ανεπανάληπτο επίτευγμα, μιας και αναδεικνύεται ως η μοναδική που ανέδειξε την προσωπικότητα των νέων και δεν τους αντιμετώπισε ως νούμερα ενός σχολείου. Σκοπός της αρχαιοελληνικής παιδείας ήταν η απόκτηση του αγαθού και του κάλλους, δηλαδή η ανάπτυξη του πνεύματος, της ψυχής και του σώματος. Έτσι, η πολιτεία αποσκοπούσε στην συγκρότησή της από ώριμους πολίτες με ηθικοπνευματική καλλιέργεια και σωματική ευεξία. Άλλωστε, οι Αθηναίοι πολίτες του 5ου π.Χ αιώνα, μεσώ της εκκλησίας του δήμου και της Βουλής των πεντακόσιων, αποφάσιζαν για την τύχη της πόλης. Δεν αποφάσιζε κάποιος τύραννος ή βασιλιάς ή αρχηγός ή με τα σημερινά δεδομένα κάποια κυβέρνηση που ``αντιπροσωπεύει΄΄ το λαό...

Η αγωγή των Αθηναίων έφηβων περιλάμβανε και την τέχνη του πόλεμου, γιατί ήταν οι μελλοντικοί στρατιώτες που θα προστάτευαν την πόλη από τους πολέμιούς της. Έτσι, ο λαός όριζε τους ``παιδοκρίτες΄΄ και ειδικούς δασκάλους που μάθαιναν στους εφήβους να μάχονται σαν οπλίτες και τους ασκούσαν στα όπλα (ξίφος, ακόντιο, δόρυ, τόξο, σφενδόνα). Η αγωγή των νέων στην Αθήνα κρατούσε ως τα 18 τους χρόνια, δηλαδή ως την ενηλικίωσή τους. Στα 18 τους οι νέοι γίνονταν πλέον Αθηναίοι πολίτες (αν οι γονείς τους ήταν Αθηναίοι), αποκτούσαν πολιτικά δικαιώματα και εντάσσονταν στην στρατιωτική δύναμη της πόλης. Όταν έφτανε τα 18 του ο Αθηναίος έφηβος έδινε τον ``όρκο των εφήβων΄΄ στο ιερό της Αλιαύρου που βρισκόταν βόρεια της Ακροπόλεως.

Ο όρκος των εφήβων έλεγε:``Δεν θα ντροπιάσω τα ιερά μου όπλα, δεν θα εγκαταλείψω στη μάχη τον συμπολεμιστή μου, θα αγωνισθώ για τα ιερά και την πόλη μου και θα την παραδώσω, όχι μικρότερη απ ότι την παρέλαβα, αλλά μεγαλύτερη και ισχυρότερη, όσο οι δυνάμεις μου και οι συμπολίτες μου με βοηθήσουν. Θα υπάκουω στους άρχοντες και στους νόμους, τόσο τους ισχύοντες, όσο και σε αυτούς που θα θεσπιστούν στο μέλλον. Αν οποιοσδήποτε προσπαθήσει να ανατρέψει τους νόμους, θα τον εμποδίσω με σθένος και με την βοήθεια των συμπολιτών μου. Θα τιμώ πάντοτε τους πατέρες (προγόνους) μου και παίρνω για μάρτυρές μου: τους θεούς, τα όρια της πατρίδος μου, τα σιτηρά, τα αμπέλια, τις ελιές, τις συκιές, τα κριθάρια και όλα τα αγαθά που αυτή προσφέρει΄΄.

Η αρχαία Αθήνα φρόντιζε οικονομικά τις χήρες και τα ορφανά των πεσόντων στον πόλεμο. Σημειώνεται ότι η Αθήνα ήταν η μοναδική πόλη όπου γινόταν η μεγαλειώδης τιμητική πομπή του ``Επιταφίου΄΄ για τους πεσόντες στη μάχη οι οποίοι θάβονταν σε περίλαμπρο τάφο και η αυτοθυσία τους για την πόλη ήταν η μέγιστη τιμή που μπορούσε να νιώσει η οικογένειά τους και οι απόγονοί τους. Σε ό,τι αφορά την ανατροφή των ορφανών των νεκρών ανδρών, αυτή άρχιζε από τη στιγμή του θανάτου του πατέρα τους και κρατούσε μέχρι τα 18 τους χρόνια, όποτε και ενηλικιώνονταν. Η πολιτεία, λοιπόν, γινόταν κηδεμόνας των ορφανών. Το τέλος της κηδεμονίας αυτής γινόταν με μια δημόσια εκδήλωση στο θέατρο του Διονύσου, κατά την διάρκεια της εορτής των Μεγάλων Διονυσίων. Κατά τον Αθηναίο ρήτορα Αισχύνη (389 - 314 π.Χ.), πριν αρχίσουν στο θέατρο οι δραματικοί αγώνες των ποιητών (το δράμα που δημιουργήθηκε στην αρχαία Ελλάδα περιλαμβάνει την τραγωδία, την κωμωδία και το σατυρικό δράμα) κάποιος κήρυκας παρουσίαζε στο κοινό τους ορφανούς εφήβους που πλέον είχαν ενηλικιωθεί. Οι νέοι αυτοί κρατούσαν στα χέρια τους την πανοπλία του οπλίτη που η πολιτεία τους είχε δωρίσει τιμητικά.Τότε ο κήρυκας σήμαινε τη λήξη της κηδεμονίας από την πολιτεία και έλεγε ότι οι νέοι αυτοί μπορούσαν να συνεχίσουν μόνοι τη ζωη τους, με την αγάπη όλων των Αθηναίων συμπολιτών τους.

Προαναφέρθηκε ότι η καθημερινή ζωή των νέων στην αρχαία Ελλάδα περιλάμβανε την σχολική εκπαίδευσή τους σε δασκάλους και αργότερα σε φιλοσόφους ή σοφιστές, την μουσική αγωγή τους, την ενασχόλησή τους με τον χορό, την απαγγελία και το τραγούδι ποιημάτων και επών και την αθλητική αγωγή τους στα γυμναστήρια (για αθλητισμό βλ.Κεφ. ``Ο αθλητισμός στην αρχαία Ελλάδα΄΄). Επιπρόσθετα, οι νέοι συμμετείχαν σε ομαδικά παιχνίδια, βοηθούσαν τον πατέρα τους στο επάγγελμα που ασκούσε και πήγαιναν για κυνήγι ή αλιεία, ανάλογα με το αν η περιοχή που διέμεναν ήταν κοντά στο βουνό ή στην θάλασσα. Μέρος της ζωής των νέων ήταν και η συμμετοχή τους σε αθλητικά γεγονότα, καθώς και εορτές.

Απο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ